Δεκέμβριος

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟC


1.
Ναούμ του προφήτου, οσίου Φιλαρέτου του ελεήμονος, Ανανίου μάρτυρος του Πέρσου, οσίου Αντωνίου του νέου, Ονησίμου, Σολόχονος και Θεοκλήτου του θαυματουργού των αρχιεπισκόπων.

Ο Προφήτης Ναούμ ανήκει στους λεγόμενους μικρούς προφήτες και προφήτευσε από το 620 π.Χ. με θαυμαστές λεπτομέρειες την πολιορκία και την καταστροφή της ασσυριακής πόλης Νινευί αλλά και την μετέπειτα αποκατάσταση του εβραϊκού λαού. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά.
Ο Όσιος Φιλάρετος ο ελεήμων καταγόταν από το χωριό Αμνία της Γάγγρας στην Μ. Ασία, ήταν γεωργός και όλα του τα εισοδήματα τα εμοίραζε στους πτωχούς και στους αδυνάτους, με αποτέλεσμα ο ίδιος να στερείται ακόμη και τα αναγκαία. Όταν, όμως, επί αυτοκρατορίας Κωνσταντίνου ΣΤ΄ (780-797 μ.Χ.) τιμήθηκε από τον ίδιο και την μητέρα του Ειρήνη την Αθηναία με το αξίωμα του υπάτου, απέκτησε σεβαστή περιουσία και από την θέση αυτή είχε την δυνατότητα να συνεχίσει τις φιλανθρωπίες του για την υπόλοιπη ζωή του. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά.
Ο Άγιος Ανανίας καταγόταν από την Αρβήλ της Περσίας, συνελήφθη σε εποχή διωγμών λόγω της χριστιανικής του δράσης από τον άρχοντα της πόλης, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά.
Ο Όσιος Αντώνιος ο νέος εγκατέλειψε τα πλούτη του και έγινε ασκητής ζώντας με αυστηρή άσκηση. Αργότερα, όμως, προσήλθε σε μονή της Κίου στην Βιθυνία της Μ. Ασίας για να ασκηθεί και στην υπακοή και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.
Οι Άγιοι Ονήσιμος και Σολόχων (ή Ονησιφόρος και Σολομών σε αρκετά χειρόγραφα) υπήρξαν αρχιεπίσκοποι στην Έφεσο της Μ. Ασίας και έζησαν βίο ευσεβή και ενάρετο.
Ο Άγιος Θεόκλητος ο θαυματουργός υπήρξε αρχιεπίσκοπος Λακεδαιμονίας, έζησε βίο ευσεβή και ασκητικό κατά τον 9ο αι. μ.Χ., ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.

2.
Αββακούμ του προφήτου, Αβίβου και Μυρόπης των μαρτύρων, Μωϋσέως του ομολογητού, Σολομώντος αρχιεπισκόπου, οσίων Ιωάννου, Ηρακλαίμονος, Ανδρέου και Θεοφίλου των ερημιτών, οσίων Κυρίλλου του Φιλεώτου, Αββακούμ του εξ Αλαμάνων, Αθανασίου του εγκλείστου του εν τω Σπηλαίω και Πορφυρίου (Μπαϊρακτάρη) του Καυσοκαλυβίτου του διορατικού και θαυματουργού.

Ο Προφήτης Αββακούμ ανήκει στους λεγόμενους μικρούς προφήτες, προφήτευσε ανάμεσα στο 672 με 650 π.Χ., ενώ η πιο συγκλονιστική από τις προφητείες του ήταν η αιχμαλώτιση των Ιουδαίων και η μεταφορά τους στην Βαβυλώνα. Πράγματι αργότερα, το 586 π.Χ., ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ, αιχμαλώτισε τον εβραϊκό λαό και τον μετέφερε στην χώρα του. Ήταν η εποχή της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας. Ο Αββακούμ κατέφυγε σε άλλη περιοχή και επέστρεψε έπειτα από αρκετά χρόνια στη χώρα του, όπου και απεβίωσε ειρηνικά.
Για τον Άγιο Άβιβο βλ. 15 Νοεμβρίου.
Η Αγία Μυρόπη καταγόταν από την Έφεσο της Μ. Ασίας και συνήθιζε να μεταβαίνει στον τάφο της Αγίας Ερμιόνης (βλ. 4 Σεπτεμβρίου), κόρης του Αποστόλου και διακόνου Φιλίππου, απ’ όπου ανέβλυζε μύρο και να το μοιράζει στους πιστούς – γι’ αυτό και επονομάσθηκε Μυρόπη. Επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου (249-251 μ.Χ.) κατέφυγε μαζί με την μητέρα της στο πατρικό κτήμα τους στην Χίο. Εκεί, όμως, συνέβη ο μαρτυρικός θάνατος του Αγίου Ισιδώρου (βλ. 14 Μαΐου), το τίμιο λείψανο του οποίου φυλασσόταν άταφο από τους στρατιώτες του ναυάρχου Νουμερίου. Τότε η Αγία το παρέλαβε κρυφά ένα βράδυ και το ενταφίασε, αλλά επειδή κατόπιν οι στρατιώτες κινδύνευαν να εκτελεσθούν για την αμέλειά τους, προσήλθε με την θέλησή της και ομολόγησε με θάρρος την πράξη της. Συνελήφθη αμέσως, υπέστη ξυλοδαρμό, διαπομπεύθηκε στους δρόμους και ρίφθηκε στην φυλακή, όπου και απεβίωσε μαρτυρικά.
Ο Άγιος Μωυσής ο ομολογητής είναι πιθανόν το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Άγιο ο οποίος εορτάζει στις 3 Δεκεμβρίου (βλ.λ. των εν Σοφιαναίς 40 μοναχών).
Για τον Άγιο Σολομώντα βλ. 1 Δεκεμβρίου, Άγιος Σολόχων.
Οι Όσιοι Ιωάννης, Ηρακλαίμων, Ανδρέας και Θεόφιλος οι ερημίτες κατάγονταν από την Οξύρρυγχο της Αιγύπτου και προέρχονταν από ευσεβείς οικογένειες. Από νεαρή ηλικία αποσύρθηκαν όλοι μαζί στην έρημο της Αιγύπτου και ασκήτευσαν κοντά σε γέροντα ασκητή. Μετά την κοίμησή του διέμεναν χωριστά σε σπήλαια και μόνον κατά τις Κυριακές είχαν κοινή συνάντηση και προσευχή. Έζησαν βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσαν εκεί ειρηνικά.
Ο Όσιος Κύριλλος καταγόταν από το χωριό Φιλέα της επαρχίας Δέρκων στην Θράκη, νυμφεύθηκε σε ηλικία 20 ετών και απέκτησε ένα παιδί. Αργότερα, όμως, επεθύμησε να γίνει μοναχός, αλλά επειδή η γυναίκα του δεν συμφώνησε, παρέμεινε στην οικία τους, έζησε ασκητικά, ίδρυσε στο χωριό την μονή του Σωτήρος και απεβίωσε ειρηνικά το 1110 μ.Χ..
Ο Όσιος Αββακούμ ήταν ανάμεσα στους 300 νέους από την Αλαμανία, την σημερινή Γερμανία, οι οποίοι μετέβησαν κατά την εποχή των Σταυροφοριών στους Αγίους Τόπους και ασκήτευσαν στην έρημο του Ιορδάνη. Αργότερα, όμως, αναγκάσθηκαν όλοι να φύγουν και κατέφυγαν στην Κύπρο, όπου και ασκήτευσαν σε διάφορες περιοχές του νησιού. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε κατά τον 12ο αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Αθανάσιος εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας ζώντας ασκητικά ως έγκλειστος μέσα στο σπήλαιο του Οσίου Αντωνίου (βλ. 10 Ιουλίου). Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Πορφύριος (Μπαϊρακτάρης) ο Καυσοκαλυβίτης ο διορατικός και θαυματουργός γεννήθηκε το 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης Καρυστίας στην Εύβοια. Σε ηλικία μόλις 13 ετών μετέβη στην σκήτη της Αγίας Τριάδας στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, ζώντας ασκητικά ως υποτακτικός, αλλά 6 χρόνια αργότερα ασθένησε σοβαρά εκεί και επέστρεψε στην Εύβοια. Εκεί εγκαταστάθηκε στην μονή του Αγίου Χαραλάμπους, έπειτα χειροτονήθηκε ιερέας σε ηλικία 20 ετών από τον αρχιεπίσκοπο Σινά Πορφύριο και κατόπιν εμόνασε στην μονή Αγίου Νικολάου Ευβοίας. Το 1940 έγινε εφημέριος του ναΐσκου του Αγίου Γερασίμου της Πολυκλινικής Αθηνών, όπου συνέρρεε πλήθος ανθρώπων για να τους βοηθήσει λόγω του πλήθους των πνευματικών του χαρισμάτων. Μετά την  σύνταξή του εγκαταστάθηκε αρχικά στον Άγιο Νικόλαο Καλλισίων Πεντέλης, ζώντας ασκητικά και έχοντας διάφορα προβλήματα υγείας, έως και τύφλωση, ενώ κατόπιν μετέβη στο Μήλεσι, κοντά στον Ωρωπό, όπου ίδρυσε την γυναικεία μονή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Προς το τέλος της ζωής του επέστρεψε στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου απεβίωσε ειρηνικά στις 2 Δεκεμβρίου του 1991 και ενταφιάσθηκε εκεί. Η αγιοκατάταξή του έγινε στις 27/11/2013 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πολης.

3.
Σοφονίου του προφήτου, Θεοδώρου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, των εν Σοφιαναίς 40 αγίων μαρτύρων, Ιωάννου του ησυχαστού, οσίων Θεοδούλου του σαλού και Θεοδούλου του από επάρχων, Γαβριήλ ιερομάρτυρος, Αγγελή νεομάρτυρος του εν Χίω.

Ο Προφήτης Σοφονίας ανήκει στους λεγόμενους μικρούς προφήτες, έδρασε επί βασιλείας Ιωσία (638-608 π.Χ.) και ήταν σύγχρονος του Προφήτη Ιερεμία (βλ. 1 Μαΐου). Προφήτευσε την άλωση και την ερήμωση της Ιερουσαλήμ, τον ερχομό του Μεσσία Ιησού Χριστού καθώς και την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Θεόδωρος υπήρξε αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας από το 607 έως το 609 μ.Χ.. Συνελήφθη, όμως, από τους ειδωλολάτρες της πόλης, οι οποίοι τον εκακοποίησαν, τον διαπόμπευσαν στην πόλη και έπειτα τον εβύθισαν στην θάλασσα για να πνιγεί. Αλλά, ο Άγιος εξήλθε με την χάρη του Θεού αβλαβής, ενώ στην συνέχεια συνελήφθη πάλι και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Είναι πιθανόν, όμως, ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Άγιο ο οποίος εορτάζει στις 12 Σεπτεμβρίου (βλ.λ.).
Οι 40 Άγιοι, μεταξύ των οποίων και οι Άγιοι Ίνδης, Δόμνα, Σέλευκος, Αγάπιος, Μάμας, Γλυκέριος και (πιθανόν) Μωυσής ο οικονόμος, ήταν μοναχοί, συνδέονται στα χειρόγραφα με την περιοχή Σοφιανές της Κων/πολης, ενώ απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά, πιθανόν κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών), δηλαδή κατά τον 8ο με 9ο αι. μ.Χ..
Ο Άγιος Ιωάννης ο ησυχαστής καταγόταν από την Νικόπολη της Αρμενίας και μετά την κοίμηση των γονέων του ίδρυσε μονή, όπου και εμόνασε μαζί με άλλους 10 μοναχούς. Σε ηλικία 28 ετών χειροτονήθηκε επίσκοπος στην επαρχία Κολωνίας της Μ. Ασίας, ενώ μετά από 9 χρόνια μετέβη στα Ιεροσόλυμα και χωρίς να αποκαλύψει το αξίωμά του εμόνασε στην μονή του Αγίου Σάββα (βλ. 5 Δεκεμβρίου). Εκεί έλαβε από αυτόν το διακόνημα του υπηρέτη στον ξενώνα και στο μαγειρείο, αλλά όταν ο Άγιος Σάββας του επρότεινε, λόγω των αρετών που διέκρινε, να χειροτονηθεί διάκονος, αναγκάσθηκε να φανερώσει την ιδιότητά του. Παρέμεινε στην μονή αλλά και στην έρημο ως ησυχαστής για 48 ολόκληρα χρόνια, ενώ απεβίωσε ειρηνικά το 559 μ.Χ. σε ηλικία 104 ετών.
Ο Όσιος Θεόδουλος υπήρξε δια Χριστόν σαλός, δηλαδή υποκρινόταν ότι ήταν τρελός για να μην γίνει αντιληπτή στους ανθρώπους η αγιότητά του. Καταγόταν από την Κύπρο, ήταν ασκητής και ζούσε με αυστηρή άσκηση. Αξιώθηκε από τον Θεό να προλέγει το μέλλον και να γνωρίζει το βάθος της ανθρώπινης ψυχής. Απεβίωσε ειρηνικά, ενώ το τίμιο λείψανό του επετέλεσε πολλά θαύματα στους πιστούς.
Ο Όσιος Θεόδουλος ο από επάρχων ήταν πατρίκιος, δηλαδή ευγενής, και επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.) διορίσθηκε από αυτόν έπαρχος. Διακρίθηκε για την σύνεση και τιμιότητά του, αλλά έπειτα, επειδή δεν άντεχε να βλέπει τις παρανομίες που γίνονταν από τους ισχυρούς, εγκατέλειψε το αξίωμά του. Μετά από 2 χρόνια, όταν απεβίωσε η σύζυγός του, εμοίρασε την περιουσία του στους πτωχούς και μετέβη στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί έζησε ασκητικά ως στυλίτης, μένοντας για 40 ολόκληρα χρόνια επάνω σε εξέδρα που στηριζόταν σε ένα στύλο. Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 82 ετών.
Ο Άγιος Γαβριήλ χειροτονήθηκε αρχικά επίσκοπος Γάνου, έπειτα όμως εξελέγη πατριάρχης Κων/πολης το 1657 μ.Χ., αλλά μετά από μερικές ημέρες παραιτήθηκε και έγινε μητροπολίτης στην Προύσα της Μ. Ασίας. Εκεί, όταν εβάπτισε χριστιανό έναν Εβραίο, συκοφαντήθηκε στον Βεζίρη, ο οποίος εκείνες τις ημέρες διέμενε σ’ αυτή την πόλη, ότι προσηλύτιζε Εβραίους και μωαμεθανούς. Τότε συνελήφθη και επειδή δεν αρνήθηκε ενώπιόν του την πίστη του στον Χριστό, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με απαγχονισμό το 1659 μ.Χ..
Ο Άγιος Αγγελής καταγόταν από το Άργος, ασκούσε το λειτούργημα του ιατρού και από χριστιανός που ήταν έγινε κάποτε, άγνωστο για ποιο λόγο, μωαμεθανός. Αργότερα, λόγω ενός επεισοδίου που προκάλεσε μεθυσμένος σε ένα καφενείο, εξορίσθηκε στην Χίο, όπου μεταμελήθηκε και επέστρεψε στην χριστιανική πίστη. Έπειτα, επροκάλεσε εκεί τους Τούρκους με τέτοιο τρόπο, ώστε συνελήφθη, υπέστη ξυλοδαρμό, φυλάκιση και στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 1813 μ.Χ..

4.
Βαρβάρας της μεγαλομάρτυρος, Ιουλιανής, Χριστοδούλου και Χριστοδούλης των μαρτύρων, Κρύσπου αποστόλου, οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Ιωάννου επισκόπου και θαυματουργού, οσίου Κασσιανού του εξ Αλαμάνων, νεομάρτυρος Σεραφείμ επισκόπου.

Η Αγία Βαρβάρα καταγόταν από χώρα της Ανατολής, ήταν πολύ όμορφη κοπέλα και κατηχήθηκε στην χριστιανική πίστη από μία γυναίκα. Ο πατέρας της, όμως, Διόσκορος ήταν φανατικός ειδωλολάτρης και για τον λόγο αυτό την περιόρισε σε έναν υψηλό πύργο. Αλλά, όταν κάποτε θέλησε να χτίσει ένα λουτρώνα δίπλα στον πύργο, οι τεχνίτες, ύστερα από παρέμβαση της Αγίας, κατασκεύασαν 3 παράθυρα, δηλωτικά της Αγίας Τριάδος. Τότε ο πατέρας της οργίσθηκε και όρμησε για να την φονεύσει, αλλά η Αγία κατάφερε να του ξεφύγει και κατέφυγε στο δάσος. Την κατεδίωξε, όμως, έπειτα εκεί ο πατέρας της και αφού την ανακάλυψε, την παρέδωσε στον ηγεμόνα της περιοχής Μαρκιανό, ενώπιόν του οποίου ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό και χλεύασε τα είδωλα. Τότε υπέστη πολλά βασανιστήρια, διαπομπεύθηκε στην πόλη και στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό από τον ίδιο τον πατέρα της το 290 μ.Χ..
Η Αγία Ιουλιανή συνελήφθη λόγω της χριστιανικής της πίστης σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Άγιοι Χριστόδουλος και Χριστοδούλη συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Απόστολος Κρύσπος ανήκε, σύμφωνα με μία εκδοχή, στον ευρύτερο κύκλο των 70 μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Ήταν αρχισυνάγωγος της Κορίνθου και έγινε ιδρυτής της Εκκλησίας στην Αίγινα.
Ο Όσιος Ιωάννης καταγόταν από την Δαμασκό, ενώ ο πατέρας του Σέργιος ήταν αξιωματούχος του χαλίφη Αβδουλμελίκ. Απέκτησε καλή μόρφωση και όταν ο πατέρας του απεβίωσε, παρέλαβε από τον χαλίφη το αξίωμα του πατέρα του. Όταν, όμως, ο χαλίφης Ομάρ Β΄ (717-720 μ.Χ.) κίνησε διωγμό κατά των χριστιανών, ο Άγιος κατέφυγε στην Ιερουσαλήμ, όπου μαζί με τον θετό αδελφό του Όσιο Κοσμά (βλ. 14 Οκτωβρίου) έγιναν μοναχοί στην μονή του Αγίου Σάββα. Έπειτα, όταν ο εικονομάχος αυτοκράτορας Λέων Γ΄ (717-741 μ.Χ.) άρχισε τον διωγμό εναντίον των εικονολατρών, ο Άγιος τον αποστόμωσε με 3 αντιρρητικούς λόγους, εξηγώντας ότι κατά την προσκύνηση της εικόνας η τιμή αποβαίνει όχι στην ύλη κατασκευής της αλλά στο πρωτότυπο, δηλαδή στον εικονιζόμενο Άγιο. Αργότερα, μετέβη στην Κων/πολη για να συνεχίσει τον αγώνα του και επί αυτοκρατορίας του εικονομάχου Κων/νου Ε΄. Συνέγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα αλλά και εκκλησιαστικούς ύμνους, διαρρύθμισε την εκκλησιαστική μουσική και καθόρισε τους 8 ήχους της, γι’ αυτό και αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους θεολόγους και υμνογράφους του 8ου αι. μ.Χ.. Απεβίωσε ειρηνικά το 749 μ.Χ. σε ηλικία άνω των 100 ετών.
Ο Άγιος Ιωάννης ο θαυματουργός υπήρξε επίσκοπος Πολυβότου στην Φρυγία της Μ. Ασίας επί αυτοκρατορίας του εικονομάχου Λέοντος Γ΄ (717-741 μ.Χ.). Αγωνίσθηκε σθεναρά κατά των εικονομάχων, ενώ μετέβη στην Κων/πολη και έλεγξε τον ίδιο τον αυτοκράτορα για την κακοδοξία του. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πολλά θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά. Αργότερα, όταν οι Άραβες κατέλαβαν το 842 μ.Χ. το Αμόριο της Μ. Ασίας, μετέβησαν στον ναό του Πολυβότου για να καταστρέψουν το τίμιο λείψανο του Αγίου, αλλά με την επέμβαση του Αγίου τυφλώθηκαν ή έπαθαν άλλες αναπηρίες, με αποτέλεσμα να επικαλεσθούν την θεραπεία τους με αντάλλαγμα την απελευθέρωση των χριστιανών αιχμαλώτων τους, γεγονός το οποίο στο τέλος πραγματοποιήθηκε επιτυχώς.
Για τον Όσιο Κασσιανό τον εξ Αλαμάνων βλ. 6 Οκτωβρίου.
Ο Άγιος Σεραφείμ καταγόταν από το χωριό Μπεζήλα ή Μπεζούλια των Αγράφων και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Έγινε μοναχός στην μονή Κορώνης των Αγράφων, όπου αργότερα έγινε ηγούμενος, ενώ έπειτα εξελέγη επίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου. Κατά την επανάσταση, όμως, του επισκόπου Λαρίσης Διονυσίου του Φιλοσόφου εναντίον των Τούρκων, συνελήφθη και αυτός ως συνεργάτης του και φυλακίσθηκε. Επειδή, όμως, δεν αρνήθηκε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με ανασκολοπισμό το 1611 μ.Χ..

5.
Σάββα του ηγιασμένου, Αβερκίου, Αναστασίου και Διογένους των μαρτύρων, οσίων μοναχών μαρτύρων εν Άθω, οσίων Νεκταρίου και Φιλοθέου των εν Άθω, Γράτου και Νόννου των οσίων, οσίου Σάββα του νέου του εν Καλύμνω.

Ο Όσιος Σάββας, ο οποίος επονομάσθηκε ηγιασμένος λόγω των μεγάλων του αρετών, καταγόταν από την κωμόπολη Μουταλάσκη κοντά στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στην μονή Φλαβιανών, ενώ έπειτα μετέβη στα Ιεροσόλυμα και εμόνασε κοντά σε σπουδαίους αναχωρητές, τους Οσίους Ευθύμιο τον Μέγα, Θεόκτιστο, Γεράσιμο και Θεοδόσιο. Κατόπιν διεύρυνε την μονή που είχε ιδρύσει εκεί ο Όσιος Ευθύμιος (βλ. 20 Ιανουαρίου), η οποία αργότερα επονομάσθηκε λαύρα του Αγίου Σάββα. Εκεί συγκεντρώθηκε πλήθος μοναχών, ενώ διετέλεσε ηγούμενος των μοναστηριών της Παλαιστίνης και συνέταξε κανονισμό για τους μοναχούς. Αργότερα στάλθηκε από το πατριαρχείο Ιεροσολύμων δύο φορές στην Κων/πολη για να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα Αναστάσιο και έπειτα στον Ιουστινιανό υπέρ του λαού της Παλαιστίνης, αποστολές που στέφθηκαν από επιτυχία. Απεβίωσε ειρηνικά το 532 μ.Χ. σε ηλικία 94 ετών.
Ο Άγιος Αβέρκιος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Αναστάσιος προσήλθε με δική του θέληση την εποχή των διωγμών κατά των χριστιανών εντός του σταδίου, όπου είδε τους μάρτυρες να υφίστανται βασανισμούς, και ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Τότε συνελήφθη, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό, ενώ το ιερό του λείψανο ρίφθηκε στην θάλασσα.
Ο Άγιος Διογένης συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από λιθοβολισμό, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι ανώνυμοι Όσιοι μοναχοί ασκήτευαν σε διάφορα κελιά των Καρυών του Αγίου Όρους και επειδή κατηγόρησαν ως λατινόφρονες τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγο και τον πατριάρχη Ιωάννη Βέκκο, οι οποίοι επιθυμούσαν την ένωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την Ρωμαιοκαθολική – οι σχέσεις τους είχαν διακοπεί από το Σχίσμα του 1054 μ.Χ. – συνελήφθησαν και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 1285 μ.Χ..
Ο Όσιος Νεκτάριος καταγόταν από την πόλη Μοναστήρι της Μακεδονίας, αλλά όταν κάποτε οι Τούρκοι έκαναν επιδρομή στην περιοχή, κατέφυγε μαζί με τους γονείς του και τον αδελφό του σε γειτονικό όρος. Έπειτα ο πατέρας του με την συγκατάθεση της συζύγου του έγινε μοναχός παίρνοντας μαζί τους 2 γιους του. Κατόπιν ο Όσιος μετέβη μαζί με τον Αγιορείτη μοναχό Διονύσιο Ιάγαρι στις Καρυές του Αγίου Όρους και εμόνασε στο κελί των Αρχαγγέλων. Εκεί είχε πνευματικό του πατέρα τον Όσιο Φιλόθεο τον Καρεώτη, ο οποίος αξιώθηκε από τον Θεό με διορατικό χάρισμα, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά. Ο Νεκτάριος διακρίθηκε εκεί για την ασκητική του ζωή και απεβίωσε ειρηνικά το 1500 μ.Χ..
Ο Όσιος Γράτος ήταν επίσκοπος Εφέσου, άγνωστο σε ποια εποχή, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νόννος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Σάββας ο νέος καταγόταν από την Ηρακλείτσα της Θράκης και σε νεαρή ηλικία μετέβη στην σκήτη Αγίας Άννης στο Άγιο Όρος, όπου διδάχθηκε αγιογραφία. Αργότερα μετέβη στα Ιεροσόλυμα και εμόνασε στην μονή Χοτζεβά κοντά στον Ιορδάνη ποταμό. Έπειτα χειροτονήθηκε διάκονος και κατόπιν πρεσβύτερος, ενώ αρκετά χρόνια αργότερα, το έτος 1916, εμόνασε στην Πάτμο και κατόπιν στην Αίγινα κοντά στον Άγιο Νεκτάριο (βλ. 9 Νοεμβρίου), όπου και παρέμεινε έως την κοίμηση του Αγίου. Ύστερα εμόνασε στην μονή Αγίων Πάντων στην Κάλυμνο, όπου και απεβίωσε ειρηνικά το έτος 1948, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πολλά θαύματα.

6.
Νικολάου επισκόπου και θαυματουργού, Νίσερ μάρτυρος, οσίων Αντωνίου του νέου του εν Σιήσκω και Νείλου του νέου του εν Στολοβνόε των θαυματουργών, νεομάρτυρος Νικολάου Καραμάνου.

Ο Άγιος Νικόλαος ο θαυματουργός καταγόταν από τα Πάταρα της Μ. Ασίας, έγινε μοναχός, έπειτα ιερέας στην πατρίδα του, ενώ αργότερα εξελέγη αρχιεπίσκοπος στα Μύρα της Λυκίας στην Μ. Ασία. Συνελήφθη, όμως, επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) από τον άρχοντα της περιοχής, επειδή εκήρυττε τον θείο λόγο, υπέστη κακώσεις και φυλακίσθηκε. Αλλά, επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Κων/νου, απελευθερώθηκε, όπως και οι υπόλοιποι χριστιανοί, και επανήλθε στο αξίωμά του, ενώ έλαβε μέρος και στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 28 Μαΐου), όπου υπεστήριξε με την σοφία του την ορθή πίστη. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πολλά θαύματα, ιδιαίτερα σε όσους ταξιδεύουν στην θάλασσα, γι’ αυτό και αποτελεί τον προστάτη Άγιο των ναυτικών. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά, γύρω στο 330 μ.Χ..
Ο Άγιος Νίσερ συνελήφθη επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.) από τους άρχοντες Ιούλιο και Αιλιανό και ομολόγησε ενώπιόν τους την πίστη του στον Χριστό. Τότε υπέστη βασανιστήρια και φυλακίσθηκε, έπειτα υπέμεινε νέους βασανισμούς, ενώ στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Ο Όσιος Αντώνιος ο νέος και θαυματουργός έζησε στην Σιήσκο της Ρωσίας βίο ευσεβή, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νείλος ο νέος και θαυματουργός έζησε στο νησί Στολοβνόε της λίμνης Σεληγέρα της Ρωσίας, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Για τον Άγιο Νικόλαο Καραμάνο βλ. 19 Μαρτίου.

7.
Αμβροσίου επισκόπου Μεδιολάνων, Αθηνοδώρου, Γαϊανού, Γαΐου, Δομετίου, Ισιδώρου, Ακεψιμά, Λέοντος, Πρίσκου, Μαρτίνου, Νικολάου και Νεοφύτου των μαρτύρων, των εν Αφρική 362 αγίων μαρτύρων και των εν ναώ καέντων αγίων, της εν Ρώμη αγίας μάρτυρος, οσίων Αμμούν του εν Νητρία, Ιγνατίου, Παύλου του υποτακτικού, Γρηγορίου του ησυχαστού, Ιωάννου του νηστευτού του εν τω Σπηλαίω και Γερασίμου του εξ Ευβοίας.

Ο Άγιος Αμβρόσιος καταγόταν από την πόλη των Τρεβήρων της Γαλλίας και ήταν γιος του επάρχου της Γαλλίας. Λόγω της καλής του μόρφωσης αλλά και των αρετών του έγινε μέλος της Συγκλήτου στη Ρώμη και έπειτα ηγεμόνας της Ιταλίας. Αργότερα, μετά την κοίμηση του επισκόπου των Μεδιολάνων, του σημερινού Μιλάνου, και μετά από έντονη επιθυμία του λαού ανέλαβε τον θρόνο, αφού πρώτα βαπτίσθηκε χριστιανός και έλαβε τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης. Από την θέση αυτή εδίδαξε τον λαό του και τον προστάτευσε από τις αιρέσεις κηρύσσοντας αλλά και συγγράφοντας πολλά βιβλία στα λατινικά. Ο Άγιος δεν εδίστασε κάποτε να εμποδίσει τον ίδιο τον αυτοκράτορα Όσιο Θεοδόσιο τον Μέγα (βλ. 17 Ιανουαρίου) να εισέλθει στο ναό όπου λειτουργούσε, επειδή ήταν υπεύθυνος για τα αιματηρά επεισόδια που συνέβησαν στον ιππόδρομο της Θεσ/νίκης. Υποχώρησε, όμως, ύστερα από 8 μήνες, μόνον όταν αυτός εδήλωσε, όπως του είχε ζητήσει προηγουμένως, ειλικρινή μετάνοια. Απεβίωσε ειρηνικά το 397 μ.Χ. σε ηλικία 57 ετών.
Ο Άγιος Αθηνόδωρος καταγόταν από την Μεσοποταμία, ήταν μοναχός στην Συρία και κατά τον μεγάλο διωγμό του αυτοκράτορα Διοκλητιανού συνελήφθη από τον άρχοντα Ελεύσιο, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 290 μ.Χ..
Οι Άγιοι Γαϊανός και Γάιος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Δομέτιος συνελήφθη ως χριστιανός σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Άγιοι Ισίδωρος, Ακεψιμάς και Λέων συνελήφθησαν σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Οι Άγιοι Πρίσκος, Μαρτίνος και Νικόλαος συνελήφθησαν σε εποχή διωγμών, επειδή εκήρυτταν τον θείο λόγο στους ειδωλολάτρες και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο ο πρώτος από πείνα, ο δεύτερος από πέλεκυ και ο τρίτος στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Νεόφυτος συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με πνιγμό στην θάλασσα, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι 362 Άγιοι κατάγονταν από την Αφρική και συνελήφθησαν στην Καρχηδόνα κατά τον διωγμό εναντίον των ορθοδόξων που εκίνησε ο άρχοντας Ονώριχος, οπαδός της αίρεσης του αρειανισμού, επί αυτοκρατορίας Ζήνωνος (474-476 μ.Χ.). Τότε αφαιρέθηκαν τα ιερά κειμήλια από τις εκκλησίες, 300 μάρτυρες απεβίωσαν με αποκεφαλισμό, 60 ιερείς υπέστησαν εκτομή της γλώσσας, ενώ 2 ιερείς απεβίωσαν μαρτυρικά με πριονισμό. Επίσης, μία εκκλησία παραδόθηκε στο πυρ μαζί με τους Αγίους που βρίσκονταν μέσα, με αποτέλεσμα να υποστούν εκεί μαρτυρικό θάνατο.
Η ανώνυμη Αγία συνελήφθη στην Ρώμη, άγνωστο σε ποια εποχή, επειδή αρνήθηκε να ασπασθεί τις αιρετικές απόψεις του αρειανισμού και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Ο Όσιος Αμμούν, ο οποίος αναφέρεται ότι ασκήτευσε στην έρημο της Νιτρίας στην Αίγυπτο, είναι πιθανόν ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Όσιο ο οποίος εορτάζει στις 4 Οκτωβρίου (βλ.λ.).
Ο Όσιος Ιγνάτιος ασκήτευε σε κελί κοντά στην μονή Βλαχερνών της Κων/πολης, άγνωστο σε ποια εποχή, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.
Ο Όσιος Παύλος, ο επονομαζόμενος υποτακτικός, ήταν μοναχός και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα. Λόγω της φήμης την οποία απέκτησε ανάμεσα στους πιστούς, κατέφυγε στα Ιεροσόλυμα και έπειτα ασκήτευσε για πολλά χρόνια σε ένα όρος της Κύπρου. Επειδή, όμως, και εκεί προσέτρεχαν σ’ αυτόν οι πιστοί, μετέβη στο όρος Παρηγορία κοντά στην Κων/πολη, όπου μετά από λίγο διάστημα απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Γρηγόριος ο επονομαζόμενος ησυχαστής, δηλαδή οπαδός του πνευματικού κινήματος του ησυχασμού, έζησε στα μέσα του 14ου αι. μ.Χ. και υπήρξε κτήτορας της μονής του Αγίου Νικολάου στο Άγιον Όρος, η οποία έπειτα μετονομάσθηκε προς τιμήν του σε μονή Γρηγορίου. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ιωάννης ο νηστευτής εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας, έζησε βίο ευσεβή και ασκητικό και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Γεράσιμος καταγόταν από την Εύβοια και προερχόταν από εύπορη οικογένεια ευγενών φραγκικής καταγωγής. Έγινε μοναχός στην μονή του όρους Σινά και υπήρξε ένας από τους μαθητές του Οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτη (βλ. 6 Απριλίου). Αργότερα, στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, γύρω στα μέσα του 13ου αι. μ.Χ., μετέβησαν μαζί στην Κρήτη, απ’ όπου έπειτα ο Γρηγόριος κατευθύνθηκε στο Άγιον Όρος, ενώ ο Γεράσιμος άρχισε την ιεραποστολική του δράση σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Κατόπιν αποσύρθηκε στην πατρίδα του, όπου αργότερα απεβίωσε ειρηνικά γύρω στο 1320 μ.Χ..

8.
Παταπίου οσίου, Σωσθένους, Απολλώ, Κηφά, Τυχικού, Επαφροδίτου, Καίσαρος και Ονησιφόρου των αποστόλων, Δαμιανού, Σωφρονίου και Αέρου των αρχιεπισκόπων.

Ο Όσιος Πατάπιος καταγόταν από την Θήβα της Αιγύπτου, σε νεαρή ηλικία εμοίρασε την περιουσία του στους πτωχούς και ασκήτευσε για πολλά χρόνια στην έρημο, όπου πολλοί άνθρωποι μετέβαιναν για να τον συναντήσουν και να ωφεληθούν. Κατόπιν μετέβη στο προάστιο Βλαχέρνες της Κων/πολης ζώντας εκεί ασκητικά. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και γι’ αυτό πλήθος λαού προσέτρεχε για να θεραπευθεί από πολλές ασθένειες. Αργότερα, όμως, επέστρεψε στην έρημο και απεβίωσε εκεί ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά (εορτάζει και την Τρίτη της Διακαινησίμου, βλ.λ.).
Οι Απόστολοι Σωσθένης, επίσκοπος Κολοφώνος στην Μ. Ασία και συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου, Αππολώ, λόγιος από την Αλεξάνδρεια και επίσκοπος Καισαρείας, Κηφάς, Τυχικός, επίσκοπος Κολοφώνος (ή πιθανόν Χαλκηδόνος) στην Μ. Ασία, Επαφρόδιτος, επίσκοπος Αδράκης, Καίσαρ επίσκοπος Κορώνης στην Πελοπόννησο, και Ονησιφόρος (βλ. 7 Σεπτεμβρίου), επίσκοπος Κολοφώνος, ανήκαν στον ευρύτερο κύκλο των 70 μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Εκήρυξαν τον θείο λόγο, έζησαν βίο ενάρετο και απεβίωσαν ειρηνικά.
Οι Άγιοι Δαμιανός υπήρξε αρχιεπίσκοπος Κύπρου, έζησε βίο ευσεβή, ενώ μετά την ειρηνική κοίμησή του ορίσθηκε διάδοχός του στον θρόνο ο εκεί επίσκοπος Κωνσταντίας Σωφρόνιος, ο οποίος γεννήθηκε στις αρχές του 6ου αι. μ.Χ., έζησε βίο ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Αέρος υπήρξε αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων, ενώ παραμένουν άγνωστα άλλα στοιχεία για την ζωή και την δράση του.

9.
Σύλληψις της Αγίας Άννης μητρός της Θεοτόκου, Άννης προφήτιδος, Σωσιθέου, Ναρσή του Πέρσου, Ισαάκ και Εασίου των μαρτύρων, Βάσσης αγίας, Στεφάνου οσίου του νεολαμπούς.

Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα δεν σταματούσαν, αν και βρίσκονταν σε προχωρημένη ηλικία, να προσεύχονται στον Θεό παρακαλώντας Τον να αποκτήσουν παιδί με την υπόσχεση ότι θα το αφιερώσουν σ’ Εκείνον. Γι’ αυτό και ο Θεός επάκουσε την δέησή τους και έστειλε Άγγελο για να τους αναγγείλει ότι θα πραγματοποιηθεί η σύλληψη παιδιού στην μήτρα της Αγίας Άννας, προμήνυσε δηλαδή την γέννηση της Θεοτόκου Μαρίας (βλ. 8 Σεπτεμβρίου, γενέθλιον Θεοτόκου), η οποία έμελλε να γεννήσει αργότερα τον Σωτήρα του κόσμου, τον Ιησού Χριστό.
Η προφήτιδα Άννα ήταν παντρεμένη, αλλά επειδή ήταν στείρα, ο σύζυγός της νυμφεύθηκε και δεύτερη γυναίκα για να αποκτήσει παιδί. Τότε η Αγία μετέβαινε στον Ναό και με συνεχείς προσευχές παρακαλούσε τον Θεό να της δώσει την χαρά της τεκνοποιίας. Η επιθυμία της κάποτε πραγματοποιήθηκε και απέκτησε ένα γιο, τον Προφήτη Σαμουήλ (βλ. 20 Αυγούστου), τον οποίο αφιέρωσε στον Θεό, όπως Του είχε υποσχεθεί. Απέκτησε μετά από αυτόν άλλα 6 παιδιά, αξιώθηκε με το χάρισμα της προφητείας και απεβίωσε ειρηνικά (εορτάζει και την Κυριακή των Προπατόρων)
Οι Άγιοι Σωσίθεος, Ναρσής, ο οποίος καταγόταν από την Περσία και Ισαάκ συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Για τον Άγιο Εάσιο αναφέρονται τα ίδια γεγονότα που περιγράφονται και στον μάρτυρα Άγιο Εύπλο (βλ. 11 Αυγούστου). Γι’ αυτό φαίνεται πιθανό ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο και ότι έγινε λάθος κατά την αντιγραφή του ονόματός του στα χειρόγραφα.
Η Αγία Βάσσα είχε τον τίτλο της πατρικίας και ήταν συνοδός της Ευδοκίας, συζύγου του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408 μ.Χ.), κατά την παραμονή της στην Ιερουσαλήμ. Έπειτα ίδρυσε εκεί μονή στην οποία έπειτα έγινε ηγουμένη, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Στέφανος, ο οποίος επονομάσθηκε νεολαμπής, καταγόταν από την Κων/πολη και χειροτονήθηκε μετά την λήξη της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών) από τον πατριάρχη Άγιο Μεθόδιο (βλ. 14 Ιουνίου) αναγνώστης στο ναό της Αγίας Σοφίας, όπου λειτουργούσε ο ιερέας πατέρας του. Σε εφηβική ηλικία έζησε έγκλειστος στον ναό του Αγίου Πέτρου, ενώ έπειτα κατέφυγε στον ναό του Αγίου Αντύπα και έζησε για 12 χρόνια μέσα σε ένα χάσμα που δημιουργήθηκε εκεί στο έδαφος από έναν σεισμό. Έζησε βίο ευσεβή και ασκητικό και απεβίωσε ειρηνικά κατά τον 9ο αι. μ.Χ. σε ηλικία 73 ετών.

10.
Μηνά Καλλικελάδου, Ευγράφου, Ερμογένους, Γεμέλλου του πολυάθλου, Ευγενίου και Μαριανού των μαρτύρων, Θεοτέκνου ιερομάρτυρος, οσίου Θωμά του Δεφουρκινού.

Ο Άγιος Μηνάς, ο οποίος επονομάσθηκε Καλλικέλαδος εξαιτίας της ευγλωττίας του, καταγόταν από την Αθήνα και ήταν αξιωματικός. Γι’ αυτό και στάλθηκε από τον αυτοκράτορα Μαξιμιανό (286-305 μ.Χ.) ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή από τον Μαξιμίνο (311-313 μ.Χ.), για να λύσει την φιλονικία και τις θρησκευτικές διαμάχες που είχαν προκύψει μεταξύ των κατοίκων της Αλεξάνδρειας. Εκεί κατάφερε μεν να τους συμβιβάσει, αλλά επειδή τους παρότρυνε να παραμείνουν θερμοί στην χριστιανική πίστη, έστειλε ο αυτοκράτορας τον έπαρχο Άγιο Ερμογένη για να τον μεταπείσει αλλιώς να τον θανατώσει. Όμως και ο Ερμογένης αλλά και ο Άγιος Εύγραφος, γραμματέας του Αγίου Μηνά, πείσθηκαν από αυτόν και βαπτίσθηκαν εκεί χριστιανοί. Στο τέλος συνελήφθησαν και οι τρεις και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Γέμελλος καταγόταν από την Άγκυρα και όταν κάποτε συνάντησε στον δρόμο τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363 μ.Χ.), τον κατηγόρησε για την στάση απέναντι στους χριστιανούς και τον προσέβαλε. Τότε συνελήφθη, υπέστη φρικτά βασανιστήρια, γι’ αυτό και επονομάσθηκε πολύαθλος, και απεβίωσε μαρτυρικά με σταύρωση.
Ο Άγιος Ευγένιος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με χτύπημα από ξύλο, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Μαριανός συνελήφθη ως χριστιανός σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με λιθοβολισμό, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Θεότεκνος, ο οποίος ήταν κληρικός, συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Θωμάς ο Δεφουρκινός καταγόταν από κωμόπολη του όρους Κυμινά στην Μ. Ασία και έγινε μοναχός επί αυτοκρατορίας Λέοντος ΣΤ΄ (886-911 μ.Χ.). Αργότερα, λόγω των αρετών που τον διέκριναν διετέλεσε ηγούμενος σε μονή που βρισκόταν κοντά στον ποταμό Σαγγάριο, κατόπιν όμως, επειδή τον επισκέπτονταν πολλοί πιστοί, κατέφυγε σε όρος ζώντας ασκητικά και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.

11.
Δανιήλ του στυλίτου, Τερεντίου, Βικεντίου, Αιμιλιανού, Βεβαίας, Μείρακος, Βαρσαβά, Ακεψέη, Αειθαλά, Πέτρου του ασκητού και Ακεψιμά των μαρτύρων, Ιωάννου, Κόνωνος και των συν αυτοίς 11 οσίων μαρτύρων και ομολογητών, Νικηφόρου Φωκά του βασιλέως, οσίων Λουκά του νέου στυλίτου, Λεοντίου του εν Αχαΐα και Νίκωνος του Ξηρού του εν τω Σπηλαίω.

Ο Όσιος Δανιήλ καταγόταν από το χωριό Μαρουθά στα Σαμόσατα της Συρίας και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Σε μικρή ηλικία οι γονείς του τον αφιέρωσαν σε κάποια μονή, όπου αργότερα έγινε μοναχός. Έπειτα επισκέφθηκε και πήρε την ευλογία του Αγίου Συμεών του στυλίτη (βλ. 1 Σεπτεμβρίου). Κατόπιν μετέβη στην Κων/πολη και έζησε ασκητικά ως στυλίτης μένοντας επάνω σε εξέδρα που στηριζόταν σε ένα στύλο. Αξιώθηκε από τον Θεό με το προορατικό χάρισμα αλλά και να επιτελεί θαύματα. Η φήμη του απλώθηκε γρήγορα, γι’ αυτό και πλήθος λαού αλλά και αρχιερείς καθώς και ο αυτοκράτορας Λέων Α΄ (457-474 μ.Χ.) προσέρχονταν για να ακούσουν τους λόγους του. Απεβίωσε ειρηνικά το 490 μ.Χ. σε ηλικία 80 ετών.
Οι Άγιοι Τερέντιος, Βικέντιος, Αιμιλιανός και Βεβαία συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Μείραξ καταγόταν από την Αίγυπτο και προερχόταν από χριστιανική οικογένεια, αλλά όταν οι Άραβες κατέλαβαν την χώρα το 641 μ.Χ., παρασύρθηκε κι έγινε μωαμεθανός. Αργότερα, όμως, με τις νουθεσίες του πατέρα του μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή και επανήλθε στην πίστη του Χριστού. Έπειτα ομολόγησε δημόσια την πίστη του στους Άραβες, γι’ αυτό και συνελήφθη, φυλακίσθηκε και υπέστη πολλά βασανιστήρια. Κατόπιν απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό, ενώ το τίμιο λείψανό του τοποθετήθηκε σε λέμβο που ρίφθηκε στην θάλασσα.
Ο Άγιος Βαρσαβάς καταγόταν από την Περσία, συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Οι Άγιοι Ακεψέης και Αειθαλάς κατάγονταν από την Αρβήλ της Περσίας, συνελήφθησαν σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών και φυλακίσθηκαν. Ο Ακεψέης ήταν διάκονος, ενώ ο Αειθαλάς ήταν προηγουμένως ιερέας των ειδώλων αλλά έγινε χριστιανός όταν ζήτησε την ευλογία ενός επισκόπου και θεραπεύθηκε από μια ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε. Αφού υπέστησαν βασανιστήρια, ομολόγησαν ενώπιον του Πέρση βασιλιά την πίστη τους στον Χριστό και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Οι Άγιοι Πέτρος, ο οποίος ήταν ασκητής, και Ακεψιμάς συνελήφθησαν στην Περσία λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά.
Ο Άγιος Νικηφόρος Φωκάς υπήρξε αυτοκράτορας από το 963 έως το 969 μ.Χ., διακρίθηκε για τον αξιόλογο χαρακτήρα του, αλλά κυρίως για την στρατηγική του ικανότητα, ενώ διεξήγαγε επιτυχείς πολέμους κατά των Αράβων. Ήταν ανιψιός του Οσίου Μιχαήλ του Μαλεΐνου (βλ. 12 Ιουλίου) και υπήρξε φίλος του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου (βλ. 5 Ιουλίου), τον οποίο βοήθησε σημαντικά στην ίδρυση της μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Απεβίωσε μαρτυρικά μετά από συνωμοσία στο παλάτι, στην οποία συμμετείχε η σύζυγός του Θεοφανώ αλλά και ο ανιψιός του Ιωάννης Τσιμισκής, ο οποίος τον εδολοφόνησε, ενώ στην συνέχεια κατέλαβε αυτός την εξουσία.
Ο Όσιος Λουκάς ο νέος στυλίτης καταγόταν από περιοχή της Ανατολής και επί αυτοκρατορίας Κων/νου Ζ΄ (911-959 μ.Χ.) έλαβε μέρος στον πόλεμο κατά των Βουλγάρων, συνελήφθη αιχμάλωτος αλλά αργότερα αφέθηκε ελεύθερος. Έπειτα έγινε μοναχός και εξαιτίας των πολλών του αρετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στην πατρίδα του. Εκεί έζησε ασκητικά ως στυλίτης μένοντας για 3 χρόνια επάνω σε εξέδρα που στηριζόταν σε ένα στύλο, ενώ κατόπιν μετέβη στην Χαλκηδόνα της Μ. Ασίας, όπου συνέχισε να ζει ως στυλίτης για 45 ολόκληρα χρόνια. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Λεόντιος καταγόταν από την Μονεμβασία και προερχόταν από ευπόρους γονείς, ενώ ο πατέρας του ήταν ευγενής και μετείχε στην διοίκηση της Πελοποννήσου επί αυτοκρατορίας Ανδρονίκου Β΄ (1283-1328 μ.Χ.). Έλαβε καλή μόρφωση στην Κων/πολη, ενώ έπειτα νυμφεύθηκε και απέκτησε παιδιά. Αργότερα, όμως, όταν η σύζυγός του απεβίωσε, έγινε μοναχός και έζησε για αρκετό διάστημα κοντά σε έναν ασκητή. Κατόπιν μετέβη στο Άγιον Όρος, ενώ έπειτα στο όρος που βρίσκεται κοντά στο Αίγιο, απ’ όπου μετέβαινε σε διάφορες περιοχές της Αχαΐας και εκήρυττε τον θείο λόγο. Απεβίωσε ειρηνικά.
Για τους Οσίους Ιωάννη, Κόνωνα και τους υπολοίπους 11 μάρτυρες και ομολογητές βλ. 19 Μαΐου.
Ο Όσιος Νίκων καταγόταν από το Κίεβο της Ρωσίας, προερχόταν από εύπορη οικογένεια ευγενών και εμόνασε στην τοπική λαύρα των Σπηλαίων. Αργότερα, όμως, συνελήφθη αιχμάλωτος μαζί με άλλους μοναχούς αλλά και κατοίκους της περιοχής από εχθρική φυλή και υπέστη για μεγάλο διάστημα βασανιστήρια. Γι’ αυτό και επονομάσθηκε Σουκόι, δηλαδή Ξηρός, επειδή το δέρμα του έγινε ξερό λόγω των μεγάλων ταλαιπωριών που υπέστη. Έπειτα, μετά από συνθήκη ειρήνης αφέθηκε μαζί με άλλους αιχμαλώτους ελεύθερος και επέστρεψε στην λαύρα, ενώ αργότερα απεβίωσε εκεί ειρηνικά.

12.
Σπυρίδωνος επισκόπου και θαυματουργού, Αλεξάνδρου αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων, Αιθερίου και Συνετού των μαρτύρων, Ευφημιανής αγίας, οσίων Άνθου, Αμμωναθά και Ιωάννου επισκόπου.

Ο Άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός καταγόταν από την Κύπρο, προερχόταν από πτωχή οικογένεια και ήταν βοσκός προβάτων. Μετά την κοίμηση της συζύγου του, με την οποία είχαν αποκτήσει μία κόρη, εξελέγη επίσκοπος Τριμυθούντος στην Κύπρο. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πλήθος θαυμάτων. Έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 28 Μαΐου), όπου με θαύμα απέδειξε την τριαδικότητα του Θεού και κατατρόπωσε τον αιρετικό Άρειο. Απεβίωσε ειρηνικά, πιθανόν το 344 ή το 350 μ.Χ.. Το τίμιο λείψανό του μεταφέρθηκε κατά τον 7ο αι. μ.Χ. στην Κων/πολη, αλλά κατά την άλωση της πόλης από τους Τούρκους μεταφέρθηκε στην Πάργα της Ηπείρου και από εκεί στην Κέρκυρα το 1456 μ.Χ.. Τιμάται ως ο πολιούχος Άγιος της Κέρκυρας.
Ο Άγιος Αλέξανδρος υπήρξε αρχικά επίσκοπος Φλανιάδος στην Καππαδοκία, ενώ μετά την κοίμηση του Αγίου Ναρκίσσου (βλ. 7 Αυγούστου) εξελέγη στην θέση του αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων. Συνελήφθη, όμως, από τον άρχοντα της Καισαρείας στην Παλαιστίνη και στάλθηκε σιδηροδέσμιος στην Ρώμη ενώπιον του διώκτη των χριστιανών αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Εκεί ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη πολλά βασανιστήρια και έπειτα ρίφθηκε ως βορά στα άγρια θηρία μέσα σε στάδιο. Αυτά, όμως, παρέμειναν ήρεμα πλησίον του χωρίς να τον πειράξουν, ενώ ο Άγιος προσευχήθηκε και απεβίωσε μετά από λίγο εξουθενωμένος από τις πληγές των βασανιστηρίων.
Ο Άγιος Αιθέριος συνελήφθη κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.) και επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Συνετός ζούσε στην Ρώμη και χειροτονήθηκε εκεί αναγνώστης. Συνελήφθη, όμως, από τον αυτοκράτορα Αυρηλιανό (270-275 μ.Χ.), όταν ανακάλυψε ότι τον περιέπαιξε υποσχόμενος ότι θα προσέφερε κι αυτός θυσία στα είδωλα. Έπειτα υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Για την Αγία Ευφημιανή δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ζωή και την δράση της.
Ο Όσιος Άνθος μετά από ευσεβή και ενάρετο βίο απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Αμμωναθάς έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Ιωάννης έγινε ορφανός σε νηπιακή ηλικία και γι’ αυτό παρελήφθη από τον θείο του Ιωαννίκιο, ηγούμενο της μονής του Τιμίου Προδρόμου στις Σέρρες, όπου αργότερα έγινε μοναχός. Κατόπιν έγινε ιερέας, ενώ λόγω των πολλών αρετών του εξελέγη έπειτα επίσκοπος Ζιχνών, κοντά στην Δράμα, μετά από την απαίτηση των κατοίκων, όπου και παρέμεινε μέχρις ότου απεβίωσε ο θείος του. Τότε επανήλθε στην μονή, την ανακαίνισε και απεβίωσε εκεί ειρηνικά το 1333 μ.Χ..

13.
Ευστρατίου, Αυξεντίου, Ευγενίου, Μαρδαρίου και Ορέστου των μαρτύρων, Λουκίας μάρτυρος, Αρσενίου και Άρεως των οσίων, Γαβριήλ ιερομάρτυρος, Ιουβεναλίου, Πέτρου του Αλεουτίου και πάντων των εν Αλάσκα αγίων.

Οι Άγιοι Ευστράτιος, ο οποίος ήταν αξιωματικός, Αυξέντιος, ο οποίος ήταν ιερέας, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης συνελήφθησαν από τον άρχοντα Λυσία επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 296 μ.Χ..
Η Αγία Λουκία καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας, έμεινε σε μικρή ηλικία ορφανή από πατέρα, ενώ η μητέρα της έπασχε από αιμόρροια. Τότε μετέβησαν μαζί στην Κατάνη, όπου φυλασσόταν το τίμιο λείψανο της Αγίας Αγάθης (βλ. 5 Φεβρουαρίου) και μετά από θερμή προσευχή η μητέρα της θεραπεύθηκε θαυματουργικά. Αργότερα αρραβωνιάσθηκε, αλλά επειδή ο μνηστήρας της δεν αποδεχόταν την χριστιανική πίστη, απέφευγε τον γάμο μαζί του. Γι’ αυτό έπειτα κατηγορήθηκε από τον ίδιο τον μνηστήρα της στον άρχοντα Πασχάσιο ως χριστιανή, συνελήφθη και κλείσθηκε σε πορνείο. Επειδή, όμως, παρέμενε αμετακίνητη στην πίστη της, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος γύρω στο 304 μ.Χ..
Ο Όσιος Αρσένιος καταγόταν από την Κων/πολη, προερχόταν από οικογένεια ευγενών, έγινε στρατηγός και έπειτα ναύαρχος. Όταν, όμως, ο στόλος του καταποντίσθηκε από τρικυμία και σώθηκε μόνον αυτός, αφιέρωσε την υπόλοιπη ζωή του στον Θεό και έγινε μοναχός. Έπειτα μετέβη για μεγαλύτερη άσκηση στο όρος Λάτρο, κοντά στην Μίλητο της Μ. Ασίας, ύστερα διετέλεσε ηγούμενος στην μονή Κελλιβάρων, αλλά κατόπιν επανήλθε στο όρος ζώντας σε σπήλαιο. Αργότερα τον επανέφεραν στην μονή και έζησε ασκούμενος σε ένα στενό κελί έως ότου απεβίωσε εκεί ειρηνικά κατά τον 12ο αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Άρης υπήρξε σπουδαίος ασκητής στην έρημο της Αιγύπτου, έζησε ευσεβή και ενάρετο βίο και απεβίωσε ειρηνικά, άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Άγιος Γαβριήλ ήταν αρχιεπίσκοπος Σερβίας αλλά κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ρωσία και την Βλαχία με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων, συκοφαντήθηκε στους Τούρκους από τον Βούλγαρο επίτροπο στον θρόνο του, τον Μάξιμο, ότι επιβουλευόταν την τουρκική εξουσία. Τότε τον εκάλεσαν στην Προύσα της Μ. Ασίας, όπου απέδειξε την αθωότητά του ενώπιον του βεζίρη αλλά επειδή δεν αρνήθηκε την πίστη του στον Χριστό, όπως του αξίωσε, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με απαγχονισμό το 1659 μ.Χ..
Οι Άγιοι Ιουβενάλιος και Πέτρος από τις Αλεούτες νήσους της Αλάσκας τιμώνται εδώ μαζί με τους υπόλοιπους Αγίους που έζησαν στην Αλάσκα διάγοντας βίο ευσεβή και ενάρετο.

14.
Θύρσου, Λευκίου, Καλλινίκου, Απολλωνίου, Υπατίου, Φιλήμονος, Αρριανού και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων.

Οι Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος και Καλλίνικος (ή Κορωνάτος, σύμφωνα με άλλες πηγές) κατάγονταν από την Βιθυνία της Μ. Ασίας, προέρχονταν από επιφανείς οικογένειες και κατοικούσαν στην Καισάρεια. Το 250 μ.Χ., επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου, παρουσιάσθηκε ο Λεύκιος με την θέλησή του ενώπιον του άρχοντα Κουμβρικίου στην Απολλωνιάδα της Μ. Ασίας, ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, ενώ δεν εδίστασε να τον κατηγορήσει για την απάνθρωπη συμπεριφορά του απέναντι στους χριστιανούς. Τότε συνελήφθη, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Η γενναία του στάση οδήγησε μπροστά στον ηγεμόνα και τον Θύρσο, ο οποίος κατηγόρησε τον άρχοντα για τις πράξεις του και ομολόγησε με θάρρος την πίστη του. Γι’ αυτό και συνελήφθη, υπέστη φοβερά βασανιστήρια, παρέμεινε όμως με την χάρη του Θεού αβλαβής, γεγονός που έκανε τον ειδωλολάτρη ιερέα Καλλίνικο να πιστεύσει στον Χριστό. Έπειτα, όμως, απεβίωσαν μαρτυρικά και οι δύο, ο Θύρσος με πριονισμό, ενώ ο Καλλίνικος με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Απολλώνιος και άλλοι 35 Άγιοι, μεταξύ των οποίων ήταν ο Άγιος Υπάτιος, κατάγονταν από την Θήβα της Αιγύπτου και κατά τον μεγάλο διωγμό του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, το έτος 290 μ.Χ., συνελήφθησαν ως χριστιανοί από τον τοπικό ηγεμόνα Αρριανό και φυλακίσθηκαν. Ο Απολλώνιος, όμως, σε μια στιγμή δειλίας χρημάτισε τον κιθαριστή Φιλήμονα, ο οποίος τους φρουρούσε, για να ντυθεί με τα ρούχα του και να προσφέρει αντ’ αυτού θυσία στα είδωλα, όπως τον εξανάγκαζαν. Αλλά ο Φιλήμων, ενώ μετέβαινε για την θυσία, μετεστράφη και ομολόγησε ότι επίστευσε κι αυτός στον Χριστό. Τότε συνελήφθη, οι στρατιώτες τον εκρέμασαν σε ένα δένδρο και ετόξευσαν κατεπάνω του βέλη, ένα όμως από αυτά λοξοδρόμησε και ετύφλωσε τον ηγεμόνα Αρριανό. Έπειτα οι δύο Άγιοι και οι υπόλοιποι μάρτυρες απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Ο άρχοντας Αρριανός, όμως, όπως του προείπε ο Φιλήμων, πήγε και εζήτησε επάνω από τον τάφο του να τον θεραπεύσει και όταν η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε, ο έως πριν λίγο διώκτης επίστευσε στον Χριστό! Αλλά, ο Διοκλητιανός, όταν έμαθε αυτή την μεταστροφή του, τον συνέλαβε και διέταξε να ριφθεί δεμένος με πέτρα σε χάσμα της γης. Όμως, ο Άγιος, πλέον, Αρριανός σώθηκε με την χάρη του Θεού, αλλά στην συνέχεια απεβίωσε μαρτυρικά με πνιγμό στην θάλασσα, μαζί με άλλους 4 Αγίους, οι οποίοι ήταν προτεκτοράτοι, δηλαδή αξιωματούχοι, και επίστευσαν στον Χριστό όταν είδαν την θαυματουργική διάσωσή του.

15.
Ελευθερίου ιερομάρτυρος, Ανθίας της μητρός αυτού και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, Ελευθερίου του κουβικουλαρίου και Βάκχου του νέου και Σωσάννης των μαρτύρων, οσίου Παύλου του εν Λάτρω, Στεφάνου αρχιεπισκόπου Σουρόζης, μνήμη της εις αρχιεπίσκοπον χειροτονίας Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

Ο Άγιος Ελευθέριος καταγόταν από την Ρώμη, σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα, ενώ διδάχθηκε τον θείο λόγο από τον επίσκοπο Ρώμης. Σε ηλικία 15 ετών χειροτονήθηκε από αυτόν διάκονος, έπειτα πρεσβύτερος, ενώ κατόπιν σε ηλικία 20 μόλις ετών εξελέγη λόγω των σπουδαίων του χαρισμάτων επίσκοπος Ιλλυρικού, οδηγώντας στην χριστιανική πίστη πλήθος ειδωλολατρών. Γι’ αυτό και ο αυτοκράτορας Αδριανός τον εκάλεσε στην Ρώμη το 126 μ.Χ. και όταν ο Άγιος εκήρυξε ενώπιόν του την χριστιανική πίστη, συνελήφθη και υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Κατόπιν οδηγήθηκε στην αρένα και δόθηκε ως βορά στα άγρια θηρία, αλλά επειδή τα ζώα δεν τον άγγιξαν, απεβίωσε στην συνέχεια μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Έπειτα, όμως, η μητέρα του Αγία Ανθία την ώρα που αγκάλιασε και καταφιλούσε το τίμιο λείψανό του, θανατώθηκε εκεί με ξίφος. Αλλά και ο Άγιος Κορρέμων, ο οποίος ήταν έπαρχος της Ρώμης, καθώς και 2 Άγιοι, οι οποίοι ήταν δήμιοι αλλά επίστευσαν στον Χριστό εξαιτίας των θαυμάτων του Αγίου Ελευθερίου, απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Ελευθέριος ήταν κουβικουλάριος, δηλαδή θαλαμηπόλος, στο παλάτι, αλλά παραμένει άγνωστο ποιον αυτοκράτορα υπηρετούσε, ίσως τον Μαξιμιανό (286-305 μ.Χ.) ή πιθανότερον τον Ιουλιανό Παραβάτη (361-363 μ.Χ.). Επειδή, όμως, ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη, προφασίσθηκε λόγους υγείας και απομακρύνθηκε από το παλάτι. Μετέβη σε ένα χωριό κοντά στον ποταμό Σαγγάριο της Μ. Ασίας, έκτισε εκεί έναν υπόγειο ναό και βαπτίσθηκε χριστιανός. Προδόθηκε, όμως, αργότερα στον αυτοκράτορα, ο οποίος προσπάθησε να τον μεταπείσει και επειδή ο Άγιος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του, απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Βάκχος ο νέος καταγόταν από την Παλαιστίνη και προερχόταν από χριστιανούς γονείς. Αργότερα, όμως, ο πατέρας του ασπάσθηκε μαζί με την οικογένειά του τον μωαμεθανισμό επί αυτοκρατορίας Κων/νου ΣΤ΄ (780-797 μ.Χ.). Αλλά, ο Άγιος με προτροπή της μητέρας του αποφάσισε να επανέλθει στην χριστιανική πίστη, κατέφυγε στα Ιεροσόλυμα και βαπτίσθηκε χριστιανός στην μονή του Αγίου Σάββα, όπου και έγινε μοναχός. Κατόπιν επανέφερε στην αρχική τους πίστη την μητέρα του και τα αδέλφια του, εκτός από έναν ο οποίος τον κατέδωσε στους μωαμεθανούς και τότε απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Η Οσία Σωσάννα καταγόταν από την Παλαιστίνη και ήταν κόρη ενός ειδωλολάτρη ιερέα και της Εβραίας συζύγου του. Όταν, όμως, απεβίωσαν οι γονείς της, βαπτίσθηκε χριστιανή από τον επίσκοπο Σιλουανό, αλλά επειδή εξαγριώθηκαν οι συμπολίτες της, εμοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς, εφόρεσε ανδρική ενδυμασία και εμόνασε σε ανδρική μονή των Ιεροσολύμων ως ευνούχος με το όνομα Ιωάννης. Αργότερα, όταν συκοφαντήθηκε για παρενόχληση μιας ασκήτριας, αποκάλυψε την αλήθεια και αναγκάσθηκε να μεταβεί στην Ελευθερούπολη της Παλαιστίνης. Εκεί χειροτονήθηκε διακόνισσα από τον επίσκοπο της πόλης, αλλά αργότερα επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) συνελήφθη από τον ηγεμόνα της περιοχής, φυλακίσθηκε και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Ο Όσιος Παύλος καταγόταν από την κωμόπολη Ελαία, κοντά στην Πέργαμο της Μ. Ασίας, έμεινε σε μικρή ηλικία ορφανός και από τους δύο γονείς του και εργαζόταν ως χοιροβοσκός. Τότε ο μεγαλύτερος αδελφός του και μοναχός Όσιος Βασίλειος (βλ. 26 Μαρτίου) τον έφερε στην μονή του και τον παρέδωσε ως μαθητή στον ονομαστό ασκητή Πέτρο. Αργότερα, επειδή δεν θέλησε να γίνει ηγούμενος παρά τις παρακλήσεις των εκεί μοναχών, οι οποίοι εκτίμησαν τις αρετές του, κατέφυγε στο όρος Λάτρο κοντά στην Μίλητο της Μ. Ασίας. Εκεί έζησε ασκητικά, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά, πιθανόν το 896 μ.Χ..
Ο Άγιος Στέφανος υπήρξε αρχιεπίσκοπος Σουρόζας στην Ρωσία, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Η χειροτονία του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (βλ. 13 Νοεμβρίου) σε αρχιεπίσκοπο Κων/πολης έγινε το 397 μ.Χ. με κοινή ψήφο του αυτοκράτορα Αρκαδίου και του κλήρου, λόγω της μεγάλης φήμης που απέκτησε στην Αντιόχεια, όπου ήταν πρεσβύτερος, για τον θερμό του ζήλο, τα ψυχικά του χαρίσματα αλλά και την σπάνια ευγλωττία του.

16.
Αγγαίου του προφήτου, Θεοφανούς της βασιλίσσης και θαυματουργού, Μαρίνου, Πρόμου και Ιλαρίου των μαρτύρων, Μοδέστου πατριάρχου Ιεροσολύμων, Νικολάου Χρυσοβέργου πατριάρχου Κων/πόλεως, Συμεών και Μέμνονος των αρχιεπισκόπων.

Ο Προφήτης Αγγαίος, ο οποίος ανήκει στους λεγόμενους μικρούς προφήτες, γεννήθηκε και έζησε στη Βαβυλώνα την εποχή της αιχμαλωσίας των Ιουδαίων, όπου και προφήτευσε την επιστροφή των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ. Αργότερα, όταν οι Εβραίοι επανήλθαν στην πατρίδα τους, συνέχισε το προφητικό του έργο από το 520 π.Χ. για 36 ολόκληρα χρόνια μαζί με τον Προφήτη Ζαχαρία (βλ. 8 Φεβρουαρίου), εμψυχώνοντας τον λαό τους προκειμένου να ανοικοδομήσει τον Ναό του Σολομώντα. Απεβίωσε ειρηνικά.
Η Αγία Θεοφανώ η θαυματουργός καταγόταν από την Κων/πολη και προερχόταν από οικογένεια ευγενών. Εξελέγη από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ Μακεδόνα ανάμεσα σε άλλες κοπέλες και δόθηκε ως σύζυγος στον γιο του και μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό. Ο Λέων, όμως, συμπαθούσε άλλη κοπέλα και επειδή αναγκάσθηκε να παντρευθεί την Θεοφανώ, η συμβίωσή τους δεν ήταν ταιριαστή. Η Αγία παρά την δυστυχισμένη ζωή της ασχολήθηκε με αγαθοεργίες και ελεημοσύνες προς τους ασθενείς και τους πτωχούς ζώντας ασκητικά, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει και θαύματα. Το 892 μ.Χ. απεβίωσε σε μικρή ηλικία το μοναδικό τους παιδί, η Ευδοκία, και έπειτα η Αγία, κλονισμένη από την υγεία της, απεσύρθη στην μονή των Βλαχερνών, όπου μετά από ένα χρόνο απεβίωσε σε ηλικία 30 ετών.
Ο Άγιος Μαρίνος καταγόταν από την Ρώμη και ήταν μέλος της συγκλήτου επί αυτοκρατορίας Καρίνου (283-285 μ.Χ.). Συνελήφθη, όμως, λόγω της χριστιανικής του πίστης και επειδή αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Οι γονείς του, μάλιστα, τον προέτρεπαν να αντέξει το μαρτύριό του, ενώ ο ίδιος παραπλάνησε τον αυτοκράτορα, ζητώντας να θυσιάσει σε ειδωλολατρικό βωμό, τον οποίο και συνέτριψε όταν βρέθηκε ενώπιόν του. Κατόπιν απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Οι Άγιοι Πρόμος (ή Πρόβος) και Ιλάριος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Μόδεστος υπήρξε πατριάρχης Ιεροσολύμων από το 632 έως το 634 μ.Χ., εποχή κατά την οποία ανοικοδόμησε τα κατεστραμμένα από τους Πέρσες ιερά προσκυνήματα (βλ. 17 Μαΐου, άλωσις Ιερουσαλήμ) με την χρηματική συνδρομή των πιστών. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Νικόλαος ο Χρυσοβέργης εξελέγη το 984 μ.Χ. πατριάρχης Κων/πολης, ενώ από το 989 μ.Χ. και μετά, επί αυτοκρατορίας Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου, βοήθησε ουσιαστικά την εκχριστιάνιση των Ρώσων στέλνοντας εκεί ιεραποστολές για την διδασκαλία του θείου λόγου και την ίδρυση ναών (π.β. 15 Ιουλίου, Άγιος Βλαδίμηρος). Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά το 996 μ.Χ..
Ο Άγιος Συμεών υπήρξε αρχιεπίσκοπος στην Αντιόχεια, άγνωστο  σε ποια  εποχή, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Μέμνων υπήρξε αρχιεπίσκοπος Εφέσου, άγνωστο σε ποια εποχή, και μετά από βίο ευσεβή απεβίωσε ειρηνικά.

17.
Δανιήλ του προφήτου και των 3 παίδων εν τη καμίνω, Δουνάλε (Στεφάνου) του ομολογητού, Ιάκχου του Τριγλινού, Νικήτα του νέου, Πατερμουθίου, Κόπρεως και Αλεξάνδρου των μαρτύρων, Διονυσίου αρχιεπισκόπου Αιγίνης του εκ Ζακύνθου.

Ο Προφήτης Δανιήλ υπήρξε ένας από τους 4 μεγάλους προφήτες του Ισραήλ. Προφήτευσε για 70 συνολικά έτη, προλέγοντας τον ερχομό του Μεσσία. Όταν ο Ασσύριος βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ το 605 π.Χ. κυρίευσε την Ιερουσαλήμ, οδήγησε τους Εβραίους αιχμάλωτους στη Βαβυλώνα. Μεταξύ αυτών ήταν σε νηπιακή ηλικία ο Δανιήλ και τα 3 παιδιά και αδέλφια Άγιοι Ανανίας, Αζαρίας και Μισαήλ. Έπειτα, όταν ο Δανιήλ εξήγησε ένα όνειρο του βασιλιά, έλαβε μεγάλο αξίωμα αυτός και οι 3 φίλοι του. Αλλά, επειδή αρνήθηκαν να προσκυνήσουν μια χρυσή εικόνα του βασιλιά, τους έριξαν όλους μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, από την οποία όμως εξήλθαν αβλαβείς, γιατί τους προστάτευσε ένας Άγγελος. Αργότερα ο Δανιήλ εξήγησε στον βασιλιά ένα όραμα που περιελέμβανε 3 λέξεις, το οποίο αποδείχθηκε αληθινό την ίδια ημέρα, γιατί η χώρα του κυριεύθηκε από τον Πέρση βασιλιά Δαρείο. Κοντά στον νέο βασιλιά ο Δανιήλ διατήρησε μεγάλο αξίωμα, αλλά επειδή συνέχισε να λατρεύει τον εβραϊκό Θεό, πράγμα που είχε απαγορεύσει ο βασιλιάς, ρίχθηκε μέσα σε λάκκο με λιοντάρια, απ’ όπου όμως εξήλθε πάλι σώος. Απεβίωσε ειρηνικά στην Βαβυλώνα σε βαθιά γηρατειά (εορτάζει και την Κυριακή των Προπατόρων).
Ο Όσιος Δουνάλε (ή Δοναλέ) ο ομολογητής ήταν αρχικά άρχοντας του νησιού Νιβερτίδα (ή Βερόη), κοντά στα Γάδειρα του Γιβραλτάρ, αλλά αργότερα μετέβη στην Ρώμη και εκάρη μοναχός από τον πάπα Αγαπητό (946-955 μ.Χ.). Έπειτα μετέβη στην Κων/πολη και από εκεί στην Ιερουσαλήμ, όπου μετονομάσθηκε Στέφανος. Κατόπιν μετέβη μαζί με δύο ιερείς στην Αίγυπτο, αλλά συνελήφθη από τους Σαρακηνούς πειρατές και ταλαιπωρήθηκε για 6 μήνες από την πείνα και την δίψα. Ύστερα στάλθηκε στον άρχοντα της Αιγύπτου, ο οποίος τον φυλάκισε και τον εξανάγκαζε να αλλαξοπιστήσει. Ο Άγιος, όμως, ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και μετά από νέες ταλαιπωρίες που υπέστη, ασθένησε και απεβίωσε εκεί μαρτυρικά.
Ο Άγιος Ίακχος καταγόταν από την Τρίγλια της Βιθυνίας στην Μ. Ασία, συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Ο Άγιος Νικήτας ο νέος απεβίωσε μαρτυρικά για την χριστιανική του πίστη, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Άγιοι Πατερμούθιος, Κόπρις και Αλέξανδρος ήταν ασκητές στην έρημο της Αιγύπτου, αλλά συνελήφθησαν από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363 μ.Χ.) και επειδή δεν αρνήθηκαν την πίστη τους στον Χριστό, απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Διονύσιος καταγόταν από την αρχοντική οικογένεια των Σιγούρων της Ζακύνθου. Σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στη μονή των νήσων Στροφάδων, έπειτα διάκονος, πρεσβύτερος, ενώ κατόπιν διετέλεσε ηγούμενος στην μονή του. Αργότερα μετέβη στην Αθήνα με σκοπό να ταξιδεύσει για προσκύνημα στα Ιεροσόλυμα, όμως ο επίσκοπος Αθηνών Νικάνωρ άκουσε το κήρυγμά του, τον εκτίμησε και τον χειροτόνησε επίσκοπο στην Αίγινα. Μετά από μερικά χρόνια, όμως, επανήλθε στην Ζάκυνθο και εμόνασε στην μονή Θεοτόκου Αναφωνητρίας, όπου και απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά το 1624 μ.Χ.. Ετάφη στη μονή Στροφάδων, αλλά μετά από επιδρομή και λεηλασία της μονής από τους πειρατές το θαυματουργό λείψανό του μεταφέρθηκε στις 24 Αυγούστου 1717 μ.Χ. στην Ζάκυνθο, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Τιμάται ως ο πολιούχος Άγιος της Ζακύνθου.

18.
Σεβαστιανού και των συν αυτώ αγίων μαρτύρων, Ευβιότου, Ζακχαίου, Αλφαίου, Φωκά και Ερμύλου των μαρτύρων, Μοδέστου πατριάρχου Ιεροσολύμων, οσίων Μιχαήλ του συγκέλλου του ομολογητού, Φλώρου επισκόπου και Σοφίας της θαυματουργού.

Ο Άγιος Σεβαστιανός καταγόταν από τα Μεδιόλανα, το σημερινό Μιλάνο, της Ιταλίας και ήταν μέλος της Συγκλήτου. Συνελήφθη, όμως, λόγω της χριστιανικής του δράσης από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανό (284-305 μ.Χ.) και ρίφθηκε στην φυλακή. Εκεί βρίσκονταν φυλακισμένοι και οι αδελφοί Άγιοι Μαρκελλίνος και Μάρκος, οι οποίοι υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και όταν επρόκειτο να τους εκτελέσουν, παρενέβησαν οι γονείς τους προσπαθώντας να τους πείσουν να αρνηθούν τον Χριστό για να σωθούν. Αλλά, τότε επενέβη ο Άγιος Σεβαστιανός, ο οποίος εμψύχωσε τους νέους και μάλιστα οδήγησε στη χριστιανική πίστη τους γονείς τους Αγίους Τραγκυλίνο και Μαρκία. Έπειτα ο Τραγκυλίνος οδήγησε στην πίστη του Χριστού τον έπαρχο της πόλης Χρωμάτιο και γι’ αυτό όλοι οι κρατούμενοι απελευθερώθηκαν έπειτα από αυτόν. Αργότερα, όμως, όταν ο διωγμός εντάθηκε, ο Σεβαστιανός, ο Τραγκυλίνος, ο οποίος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και οι γιοι του, οι οποίοι έγιναν διάκονοι, συνελήφθησαν και πάλι. Μαζί με αυτούς συνελήφθη και ο γιος του επάρχου Άγιος Τιβούρτιος, αλλά και οι Άγιοι Νικόστρατος, η σύζυγός του Ζωή, Κλαύδιος, Κάστουλος και Κάστωρ. Υπέστησαν όλοι βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 288 μ.Χ., ενώ για την Αγία Μαρκία δεν υπάρχει πληροφορία ότι εμαρτύρησε. Ο Άγιος Σεβαστιανός υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από τοξοβολία και διαμελισμό του σώματός του.
Ο Άγιος Ευβίοτος καταγόταν από το χωριό Πωκετώ κοντά στην Κύζικο της Μ. Ασίας, οδήγησε στην χριστιανική πίστη με το έργο του και τα θαύματα που επετέλεσε πολλούς ανθρώπους αλλά και καταδιώχθηκε από τους ειδωλολάτρες. Επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) συνελήφθη από τον ηγεμόνα της Κυζίκου Λεόντιο, κρεμάσθηκε σε ξύλο, μαστιγώθηκε και ρίφθηκε στην φυλακή. Αλλά, όταν έφθασε εκεί η φήμη ότι εξεστράτευσε εναντίον της Μ. Ασίας ο Μέγας Κων/νος, ο Άγιος αφέθηκε ελεύθερος, επέστρεψε στην πατρίδα του και απεβίωσε εκεί ειρηνικά το 320 μ.Χ..
Για τους Αγίους Ζακχαίο και Αλφαίο Αλφειό) βλ. 18 Νοεμβρίου.
Οι Άγιοι Φωκάς και Έρμυλος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Για τον Άγιο Μόδεστο βλ. 16 Δεκεμβρίου.
Ο Όσιος Μιχαήλ ο ομολογητής ήταν σύγκελλος στο αξίωμα κοντά στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Θωμά. Καταγόταν από την Παλαιστίνη, εμόνασε στην τοπική μονή του Αγίου Σάββα, ενώ αργότερα χειροτονήθηκε από τον πατριάρχη πρεσβύτερος. Έπειτα, ως σύγκελλος απεστάλη από αυτόν στην Ρώμη μαζί με τους αδελφούς Οσίους Θεόδωρο και Θεοφάνη Γραπτό (βλ. 27 Δεκεμβρίου και 11 Οκτωβρίου αντίστοιχα) και μετέφεραν στον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ επιστολές του πατριάρχη σχετικά με την ιερότητα των αγίων εικόνων. Τότε συνελήφθη και αυτός και φυλακίσθηκε για πολλά χρόνια. Απελευθερώθηκε επί αυτοκρατορίας Μιχαήλ Β΄, αλλά φυλακίσθηκε και πάλι, όπως και επί αυτοκρατορίας Θεοφίλου, λόγω των φιλικών σχέσεών του με τον Άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη (βλ. 11 Νοεμβρίου). Μετά την οριστική αναστήλωση των εικόνων από την αυτοκράτειρα Αγία Θεοδώρα (βλ. 11 Φεβρουαρίου) το 842 μ.Χ. μετέβη στην Κων/πολη, αρνήθηκε να γίνει πατριάρχης λόγω των γηρατειών του και μετέβη στην τοπική μονή της Χώρας, όπου και απεβίωσε ειρηνικά το 846 μ.Χ. σε ηλικία 80 ετών.
Ο Όσιος Φλώρος είχε σπουδαία μόρφωση, ήταν βασιλικός γραμματέας στην Κων/πολη και κατείχε το αξίωμα του πατρικίου επί αυτοκρατορίας Ιουστίνου Β΄ (565-578 μ.Χ.) έως και Μαυρικίου (582-602 μ.Χ.). Μετά την κοίμηση της συζύγου του και των τριών παιδιών τους από επιδημία, αποσύρθηκε και ζούσε σε ένα κτήμα του στην τοποθεσία Ανάπλουν, ενώ αργότερα εξελέγη επίσκοπος στην Αμινσό του Πόντου. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Η Οσία Σοφία η θαυματουργός έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.

19.
Βονιφατίου μάρτυρος και Αγλαΐδος της Ρωμαίας, Ευτυχίου, Θεσσαλονίκης και των συν αυτοίς 270 αγίων μαρτύρων, Ηλιού, Πρόβου, Άρεως, Πολυεύκτου, Τρύφωνος και Τιμοθέου των μαρτύρων, Γρηγεντίου επισκόπου Αιθιοπίας, οσίου Ηλιού Μουρόμας του θαυματουργού του εν τω Σπηλαίω.

Ο Άγιος Βονιφάτιος ήταν δούλος της Αγίας Αγλαΐδας, η οποία ήταν Ρωμαία ευγενικής καταγωγής, ήταν αρχικά μέθυσος και είχε μαζί της ερωτικό δεσμό, αλλά αργότερα διέκοψαν την σχέση τους και ασπάσθηκαν την χριστιανική πίστη. Ο Βονιφάτιος στάλθηκε κάποτε με συνοδεία άλλων δούλων στην Κιλικία της Μ. Ασίας μετά από εντολή της κυρίας του, για να της προσκομίσει λείψανα μαρτύρων για ευλογία. Εκεί βλέποντας τα βασανιστήρια των μαρτύρων ένιωσε αμέσως την ανάγκη να συμμαρτυρήσει μαζί τους. Γι’ αυτό παρουσιάσθηκε με την θέλησή του στον ηγεμόνα της περιοχής, ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Στην συνέχεια, το ιερό του λείψανο μεταφέρθηκε από τους συνοδούς του στη Ρώμη, όπου η Αγία το ενταφίασε με τιμές και ίδρυσε ναό στο όνομά του. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Οι Άγιοι Ευτύχιος και Θεσσαλονίκη συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν. Μαζί τους απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος 270 Άγιοι, από τους οποίους 200 άνδρες και 70 γυναίκες.
Οι Άγιοι Ηλίας, Πρόβος (ή Πρόμος) και Άρης κατάγονταν από την Αίγυπτο και όταν μετέβησαν στην Κιλικία της Μ. Ασίας, συνελήφθησαν στην Ασκάλωνα από τον άρχοντα Φιρμιλιανό. Ομολόγησαν ενώπιόν του την πίστη τους στον Χριστό και απεβίωσαν μαρτυρικά οι δύο πρώτοι με αποκεφαλισμό, ενώ ο τρίτος με θάνατο στην πυρά.
Ο Άγιος Πολύευκτος καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης και συνελήφθη από τον ηγεμόνα της πόλης σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών. Επειδή αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Ο Άγιος Τρύφων συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με απαγχονισμό σε δένδρο, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Τιμόθεος ήταν διάκονος στην Μαυριτανία, συνελήφθη όμως από τον τοπικό ηγεμόνα σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών, υπέστη βασανιστήρια και επειδή αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Ο Άγιος Γρηγέντιος καταγόταν από τα Μεδιόλανα, το σημερινό Μιλάνο της Ιταλίας, χειροτονήθηκε εκεί διάκονος και έζησε για ένα διάστημα κοντά σε γέροντα ασκητή. Έπειτα μετέβη στην Αλεξάνδρεια, απ’ όπου κατόπιν ο πατριάρχης Προτέριος τον απέστειλε ως επίσκοπο στην Αιθιοπία, μετά από παράκληση του βασιλιά της χώρας. Εκεί ο Άγιος μαζί με αρκετούς πρεσβυτέρους και διακόνους επιδόθηκε στην διάδοση του θείου λόγου, βαπτίζοντας πλήθος ανθρώπων, ιδρύοντας ναούς και χειροτονώντας ιερείς. Οδήγησε στην χριστιανική πίστη αρκετούς από τους εκεί Ιουδαίους και μάλιστα εβάπτισε χριστιανό τον ραβίνο τους Ερβάν. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά το 552 μ.Χ..
Ο Όσιος Ηλίας ο θαυματουργός εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο, έζησε βίο ευσεβή στην Μουρόμα της Ρωσίας, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.

20.
Ιγνατίου του Θεοφόρου, Φιλογονίου πατριάρχου Αντιοχείας, νεομάρτυρος Ιωάννου του ράπτου του εκ Θάσου, Ιωάννου της Κροστάνδης.

Ο Άγιος Ιγνάτιος, ο οποίος επονομάσθηκε θεοφόρος λόγω της μεγάλης του αγιότητας, υπήρξε μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και εξελέγη δεύτερος κατά σειράν επίσκοπος Αντιοχείας. Όταν ο αυτοκράτορας και διώκτης των χριστιανών Τραϊανός (98-117 μ.Χ.) μετέβη στην Αντιόχεια κατά την εκστρατεία του εναντίον των Πάρθων, ο Ιγνάτιος παρουσιάσθηκε ενώπιόν του και ομολόγησε ενώπιόν του την πίστη του στον Χριστό. Τότε υπέστη πολλά βασανιστήρια, αλλά επειδή παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του, ο Τραϊανός διέταξε να μεταφερθεί στην Ρώμη. Κατά την διαδρομή του προς την Ρώμη ο Άγιος συνέγραψε προς τους χριστιανούς διάφορες επιστολές, οι οποίες σώθηκαν μέχρι σήμερα. Κατόπιν απεβίωσε μαρτυρικά στον ιππόδρομο της Ρώμης, όταν δόθηκε ως βορά στα άγρια θηρία, ενώ οι εκεί χριστιανοί περισυνέλεξαν έπειτα τα τίμια λείψανά του και τα μετέφεραν στην Αντιόχεια.
Ο Άγιος Φιλογόνιος καταγόταν από την Αντιόχεια και ήταν διάσημος δικηγόρος, ο οποίος υπερασπιζόταν τους πτωχούς και τους αδικουμένους. Μετά το τέλος των διωγμών εναντίον των χριστιανών εξελέγη εκεί πατριάρχης λόγω των αρετών του, ενώ καταπολέμησε τις αιρέσεις που άρχισαν να εμφανίζονται αργότερα. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά το 323 μ.Χ..
Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από το χωριό Μαρίες της Θάσου και σε ηλικία 14 ετών μετέβη στην συνοικία Γαλατάς της Κων/πολης, όπου εργαζόταν κοντά σε έναν ράπτη. Όταν, όμως, κάποτε μετέβη στο κατάστημα ενός Εβραίου για να αγοράσει νήματα, φιλονίκησε μαζί του, ενώ έπειτα συκοφαντήθηκε από αυτόν στις τουρκικές αρχές ότι δήθεν εξύβρισε τον χότζα, ο οποίος την ώρα της διαμάχης τους έψαλλε από τον μιναρέ. Τότε ο Άγιος συνελήφθη, δικάσθηκε και επειδή δεν δέχθηκε να γίνει μωαμεθανός, όπως του επρότειναν για να απαλλαγεί από την κατηγορία, απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 1652 μ.Χ..
Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από το χωριό Σούρα κοντά στην πόλη Αρχάγγελος της Ρωσίας και ήταν γιος ιεροψάλτη. Εσπούδασε στην Πετρούπολη, έπειτα νυμφεύθηκε και κατόπιν χειροτονήθηκε ιερέας στην Κροστάνδη. Ίδρυσε εκεί πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα, συνέγραψε πολλά συγγράμματα, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα. Απεβίωσε ειρηνικά το έτος 1908 σε ηλικία 80 ετών.

21.
Ιουλιανής μάρτυρος και των συν αυτή 630 αγίων μαρτύρων, Θεμιστοκλέους μάρτυρος, Πέτρου μητροπολίτου Ρωσίας του θαυματουργού.

Η Αγία Ιουλιανή καταγόταν από την Νικομήδεια της Μ. Ασίας, προερχόταν από εύπορη οικογένεια και είχε αρραβωνιασθεί με τον ειδωλολάτρη άρχοντα και μέλος της Συγκλήτου Ελεύσιο. Επειδή πιεζόταν από τους γονείς της να τον παντρευθεί, ενώ εκείνη απαιτούσε πρώτα να ασπασθεί και αυτός την χριστιανική πίστη, παραδόθηκε ως χριστιανή από τον πατέρα της σ’ αυτόν. Τότε υπέστη βασανιστήρια, ρίφθηκε στην πυρά και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το έτος 299 μ.Χ.. Μαζί της, όμως, απεβίωσαν μαρτυρικά άλλοι 630 Άγιοι, 500 άνδρες και 130 γυναίκες, οι οποίοι επίστευσαν στον Χριστό εξαιτίας των θαυμάτων που έγιναν κατά την διάρκεια του μαρτυρίου της.
Ο Άγιος Θεμιστοκλής καταγόταν από τα Μύρα της Λυκίας στην Μ. Ασία και ήταν βοσκός προβάτων. Συνελήφθη, όμως, κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.) από στρατιώτες οι οποίοι αναζητούσαν στα όρη τους χριστιανούς. Έπειτα, επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό ενώπιον του άρχοντα Ασκληπιού, υπέστη βασανιστήρια από τα οποία και απεβίωσε μαρτυρικά.
Ο Άγιος Πέτρος ο θαυματουργός υπήρξε μητροπολίτης Ρωσίας, έζησε βίο ευσεβή, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.

22.
Αναστασίας μεγαλομάρτυρος της φαρμακολυτρίας, μαρτύρων Χρυσογόνου, Ζωΐλου, Θεοδότης και των 3 αγίων τέκνων αυτής, θυρανοίξια και φωτοδρόμιον της μεγάλης του Χριστού εκκλησίας (Αγίας Σοφίας).

Η Αγία Αναστασία η μεγαλομάρτυς και φαρμακολύτρια καταγόταν από την Ρώμη και με την παρότρυνση της μητέρας της Φαύστας διδάχθηκε από νεαρή ηλικία μαζί με άλλους συμπολίτες της την χριστιανική πίστη από τον Άγιο Χρυσόγονο. Αργότερα παντρεύθηκε, παρά την θέλησή της, με τον ειδωλολάτρη Πούπλιο, τον οποίο δεν συμπαθούσε. Έτσι ασχολήθηκε με αγαθοεργίες και ελεημοσύνες, ενώ κατά τον μεγάλο διωγμό του αυτοκράτορα Διοκλητιανού επισκεπτόταν συχνά τις φυλακές, ενθάρρυνε και περιέθαλπε τους χριστιανούς μαζί την φίλη της Αγία Θεοδότη, η οποία καταγόταν από την Βιθυνία της Μ. Ασίας και ήταν μαθήτρια του Αγίου. Όταν, όμως, ο άνδρας της έμαθε για την δράση της, την κατήγγειλε και η Αγία φυλακίσθηκε, αλλά μετά τον θάνατό του απελευθερώθηκε, εμοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς και συνέχισε το έργο της, φροντίζοντας μεταξύ άλλων και τον φυλακισμένο διδάσκαλό της. Αργότερα συνελήφθη πάλι και αφού υπέστη πολλά βασανιστήρια, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά το έτος 290 μ.Χ.. Έπειτα, επειδή ο Διοκλητιανός πρότεινε στην Αγία Θεοδότη να παντρευθεί τον άρχοντα Λευκάδιο, με σκοπό να την μεταπείσει από την χριστιανική της πίστη, και εκείνη αρνήθηκε, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά μαζί με τα 3 παιδιά της. Ο Άγιος Χρυσόγονος, όμως, μεταφέρθηκε στην Νίκαια της Μ. Ασίας και αφού ανακρίθηκε από τον ίδιο τον Διοκλητιανό, απεβίωσε εκεί μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Κατόπιν, το ιερό λείψανό του ρίφθηκε σε παρακείμενη λίμνη, απ’ όπου το ανέσυραν οι Αγίες Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία (βλ. 16 Απριλίου) μαζί με τον Άγιο Ζωΐλο, ο οποίος αργότερα συνελήφθη και αυτός και απεβίωσε μαρτυρικά.
Τα θυρανοίξια της μεγάλης του Χριστού εκκλησίας, δηλαδή του ναού της του Θεού Σοφίας στην Κων/πολη, έγιναν με μεγαλοπρέπεια το 537 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό και τον πατριάρχη Ευτύχιο, 5 μόλις χρόνια μετά την έναρξη της οικοδόμησής του από τους αρχιτέκτονες Ανθέμιο και Ισίδωρο. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας αναφώνησε τότε: «Δόξα τω Θεώ, τω καταξιώσαντί με τελέσαι το τοιούτον έργον. Νενίκηκά σε Σολομών!».
Αργότερα, όμως, εξαιτίας των καταστροφών που προκάλεσε ένας σεισμός, έγιναν τα δεύτερα εγκαίνια του ναού (βλ. 23 Δεκεμβρίου, εγκαίνια ναού).

23.
Των εν Κρήτη 10 αγίων μαρτύρων, Σχίνωνος και Χρυσογόνου των μαρτύρων, Παύλου επισκόπου, οσίων Νήφωνος επισκόπου και Ναούμ του θεοφόρου και θαυματουργού, εγκαίνια της μεγάλης του Χριστού εκκλησίας (Αγίας Σοφίας).

Οι 10 Άγιοι, των οποίων τα ονόματα ήταν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος, Ευνικιανός, καταγόμενοι από την Γόρτυνα της Κρήτης, Ζωτικός από την Κνωσό, Πόντιος (ή Μόμπιος ή Μόβιος) από την Λεοβένη, Αγαθόπους από την Πάνορμο, Βασιλίδης από την Κυδωνία και Ευάρεστος από το Ηράκλειο, συνελήφθησαν από τον άρχοντα της Κρήτης επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου, υπέστησαν βασανιστήρια και διαπόμπευση για ένα μήνα. Επειδή, όμως, όλο αυτό το διάστημα δεν δέχθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, δικάσθηκαν, υπέστησαν νέα βασανιστήρια και απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 250 μ.Χ..
Ο Άγιος Σχίνων συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Χρυσόγονος ήταν έπαρχος στην Θεσ/νίκη, συνελήφθη όμως ως χριστιανός σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά.
Ο Άγιος Παύλος ήταν επίσκοπος στην Νεοκαισάρεια του Πόντου, συνελήφθη όμως από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Λικίνιο και επειδή δεν αρνήθηκε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη καυτηριασμό στα χέρια του, ο οποίος του προκάλεσε νέκρωση των νεύρων του. Έπειτα εξορίσθηκε σε φρούριο κοντά στον Ευφράτη ποταμό, αργότερα όμως απελευθερώθηκε, όταν αυτοκράτορας έγινε ο Μέγας Κων/νος και επέστρεψε στην Νεοκαισάρεια. Κατόπιν έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 28 Μαΐου) το 325 μ.Χ., ενώ μετά από μερικά χρόνια απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νήφων ασκήτευσε στην Κων/πολη, αργότερα εξελέγη επίσκοπος στην Κωνσταντιανή της Αιγύπτου, άγνωστο σε ποια  εποχή, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ναούμ ο θεοφόρος και θαυματουργός καταγόταν από την Μακεδονία και υπήρξε μαθητής των ιεραποστόλων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου (βλ. 11 Μαΐου), οι οποίοι είχαν σταλεί από τον πατριάρχη Μέγα Φώτιο (βλ. 6 Φεβρουαρίου) για να κηρύξουν τον θείο λόγο στην Βουλγαρία. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, ενώ υπέστη κοντά τους τις διώξεις και τις ταλαιπωρίες που υπέστησαν και αυτοί κατά την αποστολής τους. Κατόπιν μετέβη μαζί τους στην Ρώμη, όπου το 869 μ.Χ. απεβίωσε ειρηνικά ο Κύριλλος, ενώ έπειτα επανήλθε στην Βουλγαρία, συνέχισε μαζί με τον Μεθόδιο την ιεραποστολή και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.
Μετά από παρέλευση 25 ετών από τα θυρανοίξια της μεγάλης του Χριστού εκκλησίας, δηλαδή της Αγίας Σοφίας στην Κων/πολη (βλ. 23 Δεκεμβρίου, θυρανοίξια ναού), ο τρούλος του ναού κατέπεσε εξαιτίας ενός φοβερού σεισμού και κατέστρεψε την αγία τράπεζα. Στην συνέχεια, όμως, αφού έγινε η επιδιόρθωση του ναού, ακολούθησαν τα δεύτερα εγκαίνιά του το 562 μ.Χ., όταν ο Ιουστινιανός ήταν πλέον σε γεροντική ηλικία.

24.
Ευγενίας οσιομάρτυρος, Φιλίππου, Βασίλλας, Πρωτά, Υακίνθου, Αχαϊκού, Σοσσίου, Θεοκλείου και Καστούλου των μαρτύρων, οσίων Αντιόχου, Αφροδισίου, Βιτιμίωνος, Νικολάου του από στρατιωτών και Αγαπίου του νεωτέρου, Αχμέτ νεομάρτυρος.

Η Οσία Ευγενία καταγόταν από την Ρώμη και επί αυτοκρατορίας Κομμόδου (180-192 μ.Χ.) βρέθηκε στην Αλεξάνδρεια, επειδή διορίσθηκε εκεί ως έπαρχος ο πατέρας της. Έλαβε εκεί καλή μόρφωση αλλά και εγνώρισε την χριστιανική πίστη. Αποφάσισε τότε να μονάσει και κάποιο βράδυ εφόρεσε ανδρική ενδυμασία και μαζί με 2 υπηρέτες της έφυγε κρυφά από τους γονείς της και μετέβη ως ευνούχος σε κάποια μονή της πόλης, όπου βαπτίσθηκε από τον επίσκοπο Έλενο. Έπειτα δέχθηκε το μοναχικό σχήμα με το όνομα Ευγένιος, χωρίς να υποψιασθεί κανείς τίποτε, ενώ αργότερα της προσφέρθηκε και η ηγεμονία της μονής λόγω της ενάρετης ζωής που επέδειξε. Όταν, όμως, έπειτα από χρόνια κατηγορήθηκε στον έπαρχο από την εύπορη Μελανθία ότι προσπάθησε ως ηγούμενος να επιβουλευθεί την τιμή της, η Αγία αποκάλυψε την πραγματική φύση της, και τότε επίστευσε στον Χριστό πλήθος ανθρώπων αλλά και ο πατέρας της Άγιος Φίλιππος, ο οποίος έγινε επίσκοπος και αργότερα απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Αλλά και η Αγία συνελήφθη, οδηγήθηκε στην Ρώμη υπέστη φρικτά βασανιστήρια και ρίφθηκε στον ποταμό Τίβερη, όμως επέζησε από τον πνιγμό. Στο τέλος, απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό, όπως και η μητέρα της Αγία Βασίλλα αλλά και οι Άγιοι Πρωτάς και Υάκινθος, οι οποίοι ήταν οι δύο υπηρέτες της ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή οι αδελφοί της.
Ο Άγιος Αχαϊκός συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Άγιοι Σόσσιος και Θεόκλειος συνελήφθησαν από τον ηγεμόνα της Αδριανούπολης Βαύδο επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.). Έπειτα, επειδή δεν αρνήθηκαν την πίστη τους στον Χριστό, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Κάστουλος συνελήφθη επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Λικινίου (307-323 μ.Χ.), υπέστη βασανιστήρια και επειδή δεν αρνήθηκε την πίστη του στον Χριστό, παραδόθηκε στον άρχοντα Ζηλικίνθιο. Έπειτα υπέστη νέα βασανιστήρια και στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Όσιος Αφροδίσιος ήταν ασκητής στην έρημο και μετά από βίο ευσεβή και ενάρετο απεβίωσε ειρηνικά, άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Βιτιμίων υπήρξε ασκητής της ερήμου, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Αντίοχος καταγόταν από την κωμόπολη Μοδοσαγά, κοντά στην Άγκυρα, και εμόνασε στην μονή Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα. Ήταν λόγιος μοναχός και συνέγραψε, γύρω στο 620 μ.Χ., την «Πανδέκτη της Αγίας Γραφής», δηλαδή απάνθισμα που περιείχε τις θείες εντολές και διδασκαλίες. Περιέγραψε, επίσης, την άλωση της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες και τον φόνο των αββάδων της μονής (βλ. 20 Μαρτίου) από τους επιδρομείς. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νικόλαος ήταν στρατιώτης και έλαβε μέρος στο πόλεμο κατά των Βουλγάρων επί αυτοκρατορίας Νικηφόρου Α΄ (802-811 μ.Χ.). Κατά την διαμονή του, όμως, σε ένα ξενοδοχείο, η κόρη του ξενοδόχου προσπάθησε να τον παρασύρει με τα θέλγητρά της και επειδή εκείνος αντιστάθηκε, αξιώθηκε από τον Θεό με μια οπτασία. Έπειτα έγινε μοναχός, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Αγάπιος, ο οποίος επονομάσθηκε νεότερος προς διάκριση από τον ομώνυμο συμπατριώτη του Όσιο Αγάπιος τον πρεσβύτερο (βλ. 6 Νοεμβρίου), καταγόταν από την Δημητσάνα της Αρκαδίας και ονομαζόταν αρχικά Αντώνιος Αντωνόπουλος. Εσπούδασε στην περίφημη σχολή της πατρίδας του, αλλά κατά την εποχή των Ορλωφικών, της ατυχούς εξέγερσης που έγινε το 1770 μ.Χ. με την συνεργασία των Ρώσων αδελφών Ορλώφ, οι Τούρκοι εξαπέστειλαν στην Πελοπόννησο τους Τουρκαλβανούς για να την καταπνίξουν. Τότε καταστράφηκε και η Δημητσάνα, η σχολή της έκλεισε και ο Όσιος κατέφυγε μαζί με τον συμπατριώτη του λόγιο ιερομόναχο Γεράσιμο Γούνα στην Σμύρνη. Εκεί, αφού εσπούδασε, έγινε κατόπιν μοναχός, ενώ έπειτα μετέβη στην Χίο. Ύστερα επέστρεψε στην Δημητσάνα, όπου το 1781 μ.Χ. έγινε διευθυντής της εκεί σχολής, θέση την οποία διατήρησε για 32 ολόκληρα χρόνια, ανυψώνοντας την φήμη της και προσφέροντας σπουδαίο εκπαιδευτικό έργο. Απεβίωσε ειρηνικά το 1812 μ.Χ. σε ηλικία 59 ετών.
Για τον Άγιο Αχμέτ βλ. 3 Μαΐου.

25.
Η κατά σάρκα γέννησις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, η των ποιμένων και Μάγων προσκύνησις.


Η κατά σάρκα Γέννηση του Ιησού Χριστού συνέβη 9 μήνες μετά τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ (βλ. 25 Μαρτίου). Την περίοδο εκείνη ο αυτοκράτορας Αύγουστος (31 π.Χ.-13 μ.Χ.) πραγματοποιούσε απογραφή του πληθυσμού του ρωμαϊκού κράτους, κατά την οποία κάθε οικογένεια έπρεπε να απογραφεί στον τόπο καταγωγής της. Γι’ αυτό και ο Ιωσήφ με την έγκυο Μαρία ξεκίνησαν από την πόλη Ναζαρέτ, όπου ζούσαν, για να μεταβούν και να απογραφούν στην πόλη Βηθλεέμ, επειδή κατάγονταν από το γένος του Δαβίδ. Εκεί, όμως, δεν κατάφεραν να βρουν κατάλυμα παρά μόνο ένα φτωχικό σπήλαιο, όπου μέσα σε μια φάτνη γεννήθηκε από την Παναγία ο Σωτήρας του κόσμου Ιησούς Χριστός, διδάσκοντας με αυτό τον τρόπο έμπρακτα την ταπεινοφροσύνη. Ένας Άγγελος ειδοποίησε τους ποιμένες, τους βοσκούς που εφύλασσαν τα κοπάδια τους στην ύπαιθρο για το χαρμόσυνο νέο και αυτοί μετέβησαν για να προσκυνήσουν το Θείο Βρέφος. Έπειτα, προσήλθαν εκεί από περιοχή της Ανατολής, την Χαλδαία, τρεις Μάγοι, δηλαδή ιερείς και αστρονόμοι, καθοδηγημένοι από ένα ιδιαίτερο άστρο, πιθανόν άγγελος μετασχηματισμένος, το οποίο ήταν γι’ αυτούς σημάδι βασιλικής γέννησης. Το άστρο μετεκινείτο στον ουρανό έως ότου ήλθε και στάθηκε επάνω από το σημείο όπου βρισκόταν ο Ιησούς. Τότε ενώπιον του Θείου Βρέφους συνέβη η προσκύνηση των Μάγων, οι οποίοι Του προσέφεραν ως δώρα χρυσό, λιβάνι και σμύρνα και έπειτα αναχώρησαν για την πατρίδα τους.
Η καθιέρωση της εορτής αυτής έγινε το 397 μ.Χ. από τον πατριάρχη Κων/πολης Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ενώ σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος διαίρεσε τις δύο εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων, οι οποίες έως τότε τελούνταν στις 6 Ιανουαρίου.

26.
Σύναξις της Υπεραγίας Θεοτόκου ήτοι τα επιλόχια και η φυγή εις Αίγυπτον, Ευθυμίου επισκόπου Σάρδεων του ομολογητού, οσίων Ευαρέστου και Κωνσταντίνου του εξ Ιουδαίων, Κωνσταντίου ιερομάρτυρος του Ρώσου.

Η Σύναξη αυτή, δηλαδή η συνάθροιση των πιστών προς εορτασμό, γίνεται από την Εκκλησία την επομένη των Χριστουγέννων προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία εγέννησε τον Σωτήρα του κόσμου και λυτρωτή του ανθρωπίνου γένους Ιησού Χριστό. Εκτός από τα επιλόχια της Παναγίας γίνεται μνήμη και της γενομένης φυγής στην Αίγυπτο από τον Ιωσήφ, την Θεοτόκο και το Θείο Βρέφος, για να αποφύγουν την σφαγή την οποία διέταξε στην Βηθλεέμ ο Ηρώδης για όλα τα αγόρια κάτω των δύο ετών (βλ. 28 Δεκεμβρίου, των 14.000 αναιρεθέντων αγίων νηπίων).
Ο Άγιος Ευθύμιος ο ομολογητής καταγόταν από την Λυκαονία της Μ. Ασίας και εσπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Έπειτα έγινε μοναχός, αλλά λόγω των αρετών του χειροτονήθηκε επίσκοπος στις Σάρδεις της Μ. Ασίας. Έλαβε μέρος στην Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 11 Οκτωβρίου), η οποία αναστήλωσε τις ιερές εικόνες, και διακρίθηκε για την θεολογική του κατάρτιση. Επί αυτοκρατορίας Νικηφόρου Α΄ (802-811 μ.Χ.) εξορίσθηκε στην νήσο Παττάλαρα, όπου ταλαιπωρήθηκε αρκετά, ενώ επανήλθε στην Κων/πολη το 814 μ.Χ.. Κατόπιν, επί αυτοκρατορίας του εικονομάχου Λέοντος Γ΄, εξορίσθηκε εκ νέου στην Άσσο της Μ. Ασίας, επειδή ομολόγησε την πίστη του στις ιερές εικόνες,. Επανήλθε επί Μιχαήλ Τραυλού (820-829 μ.Χ.), αλλά επειδή επανέλαβε ενώπιόν του ότι είναι εικονολάτρης, εξορίσθηκε στον Ακρίτα του Πόντου και φυλακίσθηκε. Εκεί μετά από 8 ημέρες απεβίωσε μαρτυρικά, το 840 μ.Χ., λόγω οιδήματος σε όλο του το σώμα από την μαστίγωση που υπέστη.
Ο Όσιος Ευάρεστος καταγόταν από την Γαλατία και προερχόταν από οικογένεια ευγενών. Επί αυτοκρατορίας Λέοντος Ισαύρου (813-820 μ.Χ.) βρέθηκε στην Κων/πολη και αργότερα, όταν μετέβη στην Βουλγαρία, όπου ο πατέρας του στάλθηκε ως πρέσβης από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα, εγνώρισε εκεί έναν γέροντα ασκητή και έγινε μοναχός. Έπειτα επέστρεψε στην Κων/πολη και με τις συστάσεις του ασκητή έγινε δεκτός στην τοπική μονή Στουδίου, όπου ξεχώρισε για την αρετή του βίου του ζώντας ασκητικά. Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 79 ετών.
Ο Όσιος Κωνσταντίνος καταγόταν από τα Σύναδα της Φρυγίας στην Μ. Ασία, ήταν Ιουδαίος αλλά βαπτίσθηκε χριστιανός στην μονή Φουρβουτίου, όπου κατόπιν εμόνασε. Αργότερα μετέβη σε μονή στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας στην Μ. Ασία, έπειτα στα Μύρα, στην Κύπρο, στην Αττάλεια, ενώ κατόπιν επανήλθε στον Όλυμπο, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Ύστερα μετέβη στην Ατρώα της Μ. Ασίας και απεβίωσε εκεί ειρηνικά κατά τον 10ο αι. μ.Χ..
Ο Άγιος Κωνστάντιος καταγόταν από την Ρωσία και υπηρετούσε ως ιερομόναχος στην ρωσική πρεσβεία της Κων/πολης. Κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο μετέβη στην μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους και στα Ιεροσόλυμα, ενώ μετά την λήξη του πολέμου επανήλθε στην Κων/πολη. Για κάποιο λόγο, όμως, φιλονίκησε με τον πρεσβευτή, εγκατέλειψε την πρεσβεία, εμφανίσθηκε ενώπιον του σουλτάνου και ομολόγησε ότι ασπάζεται τον μωαμεθανισμό λαμβάνοντας μεγάλες τιμές από αυτόν. Αλλά, μερικές ημέρες αργότερα μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή, εμφανίσθηκε πάλι ενώπιόν του και τον διαβεβαίωσε ότι επανήλθε στην χριστιανική πίστη κατηγορώντας την πλάνη του μωαμεθανισμού. Τότε απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό μπροστά στο παλάτι το 1743 μ.Χ..

27.
Στεφάνου του πρωτομάρτυρος, Μαυρικίου, Φωτεινού και των συν αυτοίς 70 αγίων στρατιωτών μαρτύρων, Θεοδώρου πατριάρχου Κων/πόλεως, οσίων Θεοδώρου του Γραπτού και Λουκά του Τριγλινού.

Ο Άγιος Στέφανος ο πρωτομάρτυς υπήρξε ένας από τους 7 διακόνους τους οποίους εξέλεξαν οι πρώτοι χριστιανοί και χειροτόνησαν οι Άγιοι Απόστολοι, με σκοπό να επιβλέπουν την διαχείριση των τροφίμων και των χρημάτων των χριστιανικών κοινοτήτων. Άσκησε αξιόλογη φιλανθρωπική δράση και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και να θεραπεύει ασθενείς. Όταν, όμως, κάποτε σε συνομιλία που είχε με Ιουδαίους συκοφαντήθηκε ότι δε σεβόταν τον Θεό και τον νόμο του Μωυσή, οδηγήθηκε ενώπιον των αρχιερέων και εκήρυξε την πίστη του στον Χριστό. Μετά την απολογία του σύρθηκε από τους οργισμένους Ιουδαίους έξω από το δικαστήριο και έπειτα απεβίωσε μαρτυρικά με λιθοβολισμό το 36 μ.Χ.. Έγινε με τον τρόπο αυτό ο πρώτος μάρτυρας για την πίστη του Χριστού.
Ο Άγιος Μαυρίκιος και άλλοι 70 στρατιώτες συνελήφθησαν στην Απάμεια της Μ. Ασίας από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανό (286-305 μ.Χ.) και φυλακίσθηκαν. Υπέστησαν βασανιστήρια, ενώ ο γιος του Μαυρικίου Άγιος Φωτεινός απεβίωσε μαρτυρικά ενώπιόν του με αποκεφαλισμό. Έπειτα οδηγήθηκαν όλοι σε μια ελώδη περιοχή, δέθηκαν σε πασσάλους, αλείφθηκαν με μέλι και απεβίωσαν μαρτυρικά από τα τσιμπήματα των εντόμων μετά από 10 ημέρες.
Ο Άγιος Θεόδωρος καταγόταν από την Κων/πολη, όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και σκευοφύλακας του ναού της Αγίας Σοφίας. Το 676 μ.Χ. εξελέγη εκεί πατριάρχης και διακρίθηκε για την σύνεση και την ελεημοσύνη του. Μετά από 2 χρόνια, όμως, τον εξεδίωξε ο αυτοκράτορας Κων/νος Δ΄, αλλά μετά από 5 χρόνια επανήλθε και παρέμεινε στον θρόνο μέχρις ότου απεβίωσε ειρηνικά το 686 μ.Χ..
Ο Όσιος Θεόδωρος ο Γραπτός καταγόταν από την Παλαιστίνη, ήταν αδελφός του Οσίου Θεφάνους του Γραπτού (βλ. 11 Οκτωβρίου), μαζί με τον οποίο έγινε μοναχός στην τοπική μονή του Αγίου Σάββα. Ήταν και οι δύο γιοι του Οσίου Ιωνά του Σαββαΐτου (βλ. 21 Σεπτεμβρίου), ο οποίος τους ακολούθησε και έγινε κι αυτός μοναχός στην ίδια μονή, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και απεβίωσε εκεί ειρηνικά. Όταν τα δύο αδέλφια μετέβησαν στην Κων/πολη μαζί με τον Άγιο Μιχαήλ τον σύγκελλο (βλ. 18 Δεκεμβρίου) και μετέφεραν στον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ επιστολές του πατριάρχη Ιεροσολύμων Θωμά σχετικά με την ιερότητα των αγίων εικόνων, συνελήφθησαν, φυλακίσθηκαν και εξορίσθηκαν. Αργότερα επανήλθαν στην Κων/πολη, αλλά σε μια συζήτηση με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο (829-842 μ.Χ.) διεφώνησαν μαζί του σχετικά με την προσκύνηση των ιερών εικόνων. Τότε διέταξε να τους μαστιγώσουν και να χαράξουν στο πρόσωπό τους επίγραμμα από ιαμβικούς στίχους οι οποίοι εδήλωναν την αιτία της τιμωρίας τους, γι’ αυτό και επονομάσθηκαν Γραπτοί. Έπειτα, εξορίσθηκαν για πολλά χρόνια, ο Θεοφάνης στο νησί Αφουσία, ενώ ο Θεόδωρος στην Απάμεια της Μ. Ασίας, όπου και απεβίωσε από τις κακουχίες. Έπειτα ο Θεοφάνης, ο οποίος υπήρξε και σπουδαίος εκκλησιαστικός υμνογράφος, μετά τον θάνατο του Θεοφίλου και την οριστική αποκατάσταση των ιερών εικόνων από την σύζυγό του Αγία Θεοδώρα (βλ. 11 Φεβρουαρίου), εξελέγη μητροπολίτης στην Νίκαια της Μ. Ασίας, όπου και απεβίωσε ειρηνικά το 845 μ.Χ. σε ηλικία 65 ετών.
Ο Όσιος Λουκάς ο Τριγλινός είναι πιθανόν ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Όσιο ο οποίος εορτάζει στις 7 Σεπτεμβρίου (βλ.λ.).

28.
Των εν Νικομηδεία 20.000 αγίων μαρτύρων, Δόμνης, Πλουτοδώρου και Σεκούνδου των μαρτύρων, Σίμωνος του μυροβλύτου, Βαβύλα οσιομάρτυρος, οσίων Σίμωνος του μυροβλύτου και Αθωνίτου και Στεφάνου του θαυματουργού.

Όταν ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός επέστρεψε από νικηφόρο εκστρατεία στην Αιθιοπία, διέταξε να γίνουν σε όλη την αυτοκρατορία εορτές και θυσίες στα είδωλα. Όμως, η ημέρα της εορτής αυτής συνέπεσε με την εορτή των Χριστουγέννων και όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε ότι στην Νικομήδεια της Μ. Ασίας οι χριστιανοί αγνόησαν το πρόσταγμά του, εξαγριώθηκε. Διέταξε ένα μεγάλο αριθμό στρατιωτών να περικυκλώσει τον ναό της πόλης στον οποίο είχαν συγκεντρωθεί 20.000 χριστιανοί και να βάλουν εκεί φωτιά. Τότε ο επίσκοπος της πόλης Άγιος Άνθιμος εβάπτισε τους κατηχούμενους και μετέδωσε τα άχραντα μυστήρια σε όλους τους πιστούς. Κατόπιν απεβίωσαν εκεί μαρτυρικά όλοι με θάνατο από την πυρά, εκτός από ελάχιστους οι οποίοι κατέφυγαν μαζί με τον επίσκοπο στα γειτονικά όρη. Συνελήφθησαν, όμως, εκεί αργότερα ο επίσκοπος Άγιος Άνθιμος (εορτάζει και στις 3 Σεπτεμβρίου) αλλά και ο πρεσβύτερος Άγιος Γλυκέριος και οδηγήθηκαν ενώπιον του αυτοκράτορα. Ομολόγησαν με θάρρος την πίστη τους στον Χριστό, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 288 μ.Χ., ο πρώτος με αποκεφαλισμό ενώ ο δεύτερος με θάνατο στην πυρά. Παράλληλα, συνελήφθη και ο διάκονος Άγιος Θεόφιλος, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Έξω από τον ναό, όμως, βρέθηκαν και οι Άγιοι Γοργόνιος, Πέτρος, ο αξιωματούχος Δωρόθεος, Ίνδης, Ζήνων και Μαρδόνιος (ή Μυγδόνιος), οι οποίοι ήταν μέλη της Συγκλήτου, αλλά συνελήφθησαν αργότερα και απεβίωσαν μαρτυρικά με πνιγμό στην θάλασσα ή αποκεφαλισμό.
Η Αγία Δόμνα ήταν αρχικά ιέρεια των ειδώλων στο παλάτι του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.) στην Νικομήδεια της Μ. Ασίας, αλλά όταν διάβασε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, βαπτίσθηκε χριστιανή από τον τοπικό επίσκοπο Κύριλλο. Όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε την αλλαγή αυτή της Αγίας, διέταξε να τιμωρηθεί, αλλά εκείνη προσποιήθηκε την παράφρονα, εφόρεσε ανδρική ενδυμασία και έθαπτε τα λείψανα των μαρτύρων. Όταν, όμως, ο αυτοκράτορας διέταξε την θανάτωση των χριστιανών, η Αγία αναγνωρίσθηκε, συνελήφθη και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Πλουτόδωρος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Σεκούνδος μετέβη στην σημερινή πόλη Κάδιξ της Ισπανίας σταλμένος από τους Αποστόλους για να κηρύξει εκεί τον θείο λόγο. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και οδήγησε στην χριστιανική πίστη πολλούς ανθρώπους σε διάφορες περιοχές της χώρας. Συνελήφθη, όμως, από τους ειδωλολάτρες και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Ο Όσιος Βαβύλας μετά από βίο ευσεβή και ενάρετο απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Σίμων ο Αθωνίτης υπήρξε κτήτορας της μονής του Αγίου Όρους η οποία επονομάσθηκε προς τιμήν του μονή Σίμωνος Πέτρας ή Σιμωνόπετρα, επειδή κτίσθηκε ολόκληρη επάνω σε τεράστιο βράχο που βρίσκεται σε απότομη πλαγιά. Έδρασε γύρω στο 1256 μ.Χ., έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ έπειτα ανέβλυζε μύρο από το τίμιο λείψανό του, γι’ αυτό και επονομάσθηκε μυροβλύτης.
Ο Όσιος Στέφανος ο θαυματουργός ήταν ασκητής, έζησε βίο ευσεβή, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ σύμφωνα με μία εκδοχή υπάρχει η πιθανότητα να πρόκειται για τον Όσιο Στέφανο τον Σαββαΐτη (βλ. 28 Οκτωβρίου). Εορτάζει και στις 31 Μαρτίου.

29.
Των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων 14.000 αγίων νηπίων, Γεωργίου επισκόπου Νικομηδείας, οσίων Αθηνοδώρου, Μαρκέλλου, Βενιαμίν και Θαδδαίου του ομολογητού, μνήμη πάντων χριστιανών των εν λιμώ και δίψη και κρύει και μαχαίρα τελειωθέντων.

Όταν ο βασιλιάς της Παλαιστίνης Ηρώδης πληροφορήθηκε από τους τρεις Μάγους ότι αναζητούσαν την γέννηση ενός νεογέννητου βασιλιά, τους εζήτησε μόλις τον ανακαλύψουν να επιστρέψουν και να τον πληροφορήσουν ώστε να τον προσκυνήσει δήθεν και αυτός. Όμως, μετά την προσκύνηση του Θείου Βρέφους στην Βηθλεέμ (βλ. 25 Δεκεμβρίου), ένας Άγγελος εμφανίσθηκε και τους προέτρεψε να μην περάσουν από τον Ηρώδη, αλλά να επιστρέψουν κατευθείαν στην πατρίδα τους. Έπειτα ο Ηρώδης, όταν κατάλαβε ότι οι Μάγοι τον εξαπάτησαν, διέταξε τους στρατιώτες του να θανατώσουν όλα τα νήπια μέχρι 2 ετών που ζούσαν στη Βηθλεέμ και στα γύρω χωριά, για να μην διαφύγει τον θάνατο ο μικρός Ιησούς. Αλλά, μετά από ειδοποίηση Αγγέλου ο Ιωσήφ παρέλαβε την Παναγία και τον Ιησού Χριστό και κατέφυγαν στην Αίγυπτο, ενώ στην περιοχή της Βηθλεέμ απεβίωσαν μαρτυρικά 14.000 νήπια περίπου με θάνατο από ξίφος.
Ο Όσιος Γεώργιος χειροτονήθηκε επίσκοπος στη Νικομήδεια της Μ. Ασίας και ήταν φίλος με τον πατριάρχη Μέγα Φώτιο (βλ. 6 Φεβρουαρίου). Υπήρξε ποιητής και ρήτορας της Εκκλησίας και συνέθεσε πολλούς ασματικούς κανόνες, τροπάρια και λόγους. Απεβίωσε ειρηνικά στα τέλη του 9ου αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Αθηνόδωρος ήταν ασκητής και μετά από βίο ευσεβή και ενάρετο απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Μάρκελλος καταγόταν από την Απάμεια της Συρίας και προερχόταν από εύπορη και επιφανή οικογένεια. Μετά τις σπουδές του κατευθύνθηκε στην Έφεσο της Μ. Ασίας, όπου έγινε μοναχός σε κάποια μονή, ενώ έπειτα μετέβη στην μονή των Ακοιμήτων στην Κων/πολη. Αργότερα διετέλεσε εκεί ηγούμενος, ενώ μετά από 5 χρόνια, το 465 μ.Χ., απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Βενιαμίν ήταν ασκητής, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε πιθανόν από ασθένεια, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Θαδδαίος ο ομολογητής καταγόταν από την χώρα της Σκυθίας και ήταν υπηρέτης του ηγουμένου της μονής του Στουδίου Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτη (βλ. 11 Νοεμβρίου), ενώ αργότερα έγινε εκεί μοναχός ζώντας με αυστηρή άσκηση. Την εποχή της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών) συνοδεύοντας τον ηγούμενό του στο παλάτι κατηγόρησε ενώπιον της Συγκλήτου τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄ Τραυλό (820-829 μ.Χ.) για την ασέβειά του απέναντι στις ιερές εικόνες. Τότε συνελήφθη, σύρθηκε από τα πόδια στους δρόμους της πόλης και απεβίωσε μαρτυρικά μετά από 3 ημέρες.
Η μνήμη πάντων των χριστιανών οι οποίοι απεβίωσαν μαρτυρικά λόγω πείνας, δίψας, κρύου ή μαχαίρας ετελείτο στον ναό της Θεοτόκου της συνοικίας των Χαλκοπρατείων στην Κων/πολη.

30.
Ανυσίας μάρτυρος, οσίας Θεοδώρας της από καισαρίδος, Φιλεταίρου μάρτυρος και των συν αυτώ 7 αγίων μαρτύρων, Ανυσίου επισκόπου, οσίου Λέοντος του αρχιμανδρίτου, Γεδεών νεομάρτυρος.

Η Οσία Ανυσία καταγόταν από την Θεσ/νίκη και μετά την κοίμηση των γονέων της δαπάνησε αρκετό μέρος από την μεγάλη περιουσία της σε έργα φιλανθρωπίας. Μια ημέρα, όμως, κατά την οποία μετέβαινε στο ναό για να προσευχηθεί, ένας στρατιώτης την έσυρε βίαια σε ειδωλολατρικό ναό και την εξανάγκαζε να θυσιάσει στα είδωλα. Όταν εκείνη αρνήθηκε, ο στρατιώτης βλασφήμησε τον Θεό, οπότε εκείνη τον έπτυσε κατά πρόσωπο. Τότε αυτός τράβηξε το σπαθί του και η Αγία απεβίωσε μαρτυρικά το 298 μ.Χ..
Η Οσία Θεοδώρα προερχόταν από ευσεβή οικογένεια ευγενών και μάλιστα η μητέρα της, η οποία αρχικά ήταν στείρα, είχε παρακαλέσει τον Θεό να την αξιώσει να τεκνοποιήσει με την υπόσχεση να Του αφιερώσει το παιδί της. Έτσι, όταν η Οσία ενηλικιώθηκε, αφιερώθηκε από τους γονείς της στην μονή Αγίας Άννης του Ριγιδίου. Από εκεί την απέσπασε βίαια ο εικονομάχος αυτοκράτορας Λέων Γ΄ (717-741 μ.Χ.), για να την παντρέψει με το γιο του Χριστοφόρο και την μετέφερε στην Κων/πολη. Όμως, την ίδια ημέρα του γάμου τους ο Χριστοφόρος αναγκάσθηκε να εκστρατεύσει εναντίον των Σκυθών και σε μία συμπλοκή που έγινε φονεύθηκε. Τότε η καισαρίδα, δηλαδή πριγκήπισσα, Θεοδώρα διέφυγε από το ανάκτορο κρυφά και επέστρεψε στη μονή της, όπου έγινε μοναχή, έζησε με μεγάλη άσκηση και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.
Ο Άγιος Φιλεταίρος καταγόταν από την Νικομήδεια της Μ. Ασίας και ήταν γιος του επάρχου Τατιανού. Συνελήφθη, όμως από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανό (284-305 μ.Χ.), ανακρίθηκε από αυτόν, αλλά στο τέλος αφέθηκε ελεύθερος, επειδή εθαύμασε την μεγαλοπρεπή εμφάνιση του Αγίου. Όμως, αργότερα, συνελήφθη από τον αυτοκράτορα και διώκτη Μαξιμιανό (286-305 μ.Χ.), υπέστη πολλά βασανιστήρια, αλλά επέζησε και εξορίσθηκε στην Προικόννησο της Προποντίδας. Κατόπιν μετέβη στο χωριό Πωκετώ, κοντά στην Κύζικο της Μ. Ασίας, όπου τον ακολούθησαν ως εξόριστο 6 στρατιώτες και ένας κόμης, οι οποίοι επίστευσαν εξαιτίας του στον Χριστό. Φιλοξενήθηκαν εκεί από τον Όσιο Ευβίοτο (βλ. 18 Δεκεμβρίου), ενώ μετά από μερικές ημέρες ο Άγιος απεβίωσε ειρηνικά. Ειρηνικά απεβίωσαν και οι υπόλοιποι Άγιοι.
Ο Άγιος Ανύσιος χειροτονήθηκε επίσκοπος Θεσ/νίκης και υπήρξε υποστηρικτής του πατριάρχη Κων/πολης Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (βλ. 13 Νοεμβρίου), όταν αυτός εδιώκετο από τους αντιπάλους του. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά το 406 ή το 407 μ.Χ..
Ο Όσιος Λέων χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Γεδεών καταγόταν από το χωριό Κάπουρνα, κοντά στην Μακρινίτσα του Πηλίου, και σε νεαρή ηλικία μετέβη για εργασία κοντά στον θείο του στο Βελεστίνο. Εκεί, όμως, ο Τούρκος αγάς τον απέσπασε από τον θείο του και τον έκανε με την βία μωαμεθανό, αλλά μετά από 2 μήνες ο Άγιος δραπέτευσε και κατέφυγε στην οικία ενός ιερέα στην Κρήτη. Μετά από 3 χρόνια μετέβη στο Άγιον Όρος και έγινε μοναχός στην μονή Καρακάλλου, όπου παρέμεινε για 35 χρόνια. Κατόπιν, επειδή θέλησε να ομολογήσει την επιστροφή του στον Χριστό, μετέβη στην Θεσσαλία, όπου προκαλούσε τους Τούρκους κατηγορώντας την μωαμεθανική θρησκεία. Τότε συνελήφθη, στάλθηκε στον πασά του Τυρνάβου και αφού ομολόγησε ενώπιόν του την πίστη του, φυλακίσθηκε, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με διαμελισμό και αποκεφαλισμό το 1818 μ.Χ..

31.
Μελάνης οσίας, Ολυμπιοδώρας, Βούσιρι, Γαυδεντίου και Νέμη των μαρτύρων, των εν Νικομηδεία 10 αγίων παρθενομαρτύρων, οσίων Γαΐου, Γελασίου και Γεωργίου του θαυματουργού, Ζωτικού ιερομάρτυρος του ορφανοτρόφου, απόδοσις Χριστουγέννων.

Η Οσία Μελάνη καταγόταν από την Ρώμη και προερχόταν από εύπορη και επιφανή οικογένεια. Παντρεύθηκε παρά την θέλησή της και απέκτησε 2 παιδιά, τα οποία απεβίωσαν όμως σε μικρή ηλικία. Αργότερα, όταν έμεινε χήρα, αποσύρθηκε σε εξοχικό κτήμα και αφοσιώθηκε στη φροντίδα των πτωχών, των ασθενών και των εξορίστων, ενώ αξιοποίησε την ικανότητά της στην καλλιγραφία και αντέγραφε ιερά βιβλία. Κατόπιν εμοίρασε την περιουσία της στους πτωχούς, ύστερα μετέβη στην Αλεξάνδρεια και έπειτα έγινε μοναχή στα Ιεροσόλυμα. Εκεί ίδρυσε μονή, όπου συγκεντρώθηκαν 90 μοναχές και αργότερα απεβίωσε μετά από ασθένεια το 439 μ.Χ..
Η Αγία Ολυμπιοδώρα συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Βούσιρις συνελήφθη ως χριστιανός σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από χτυπήματα που δέχθηκε από γυναίκες που κρατούσαν σαΐτες αργαλειού, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Γαυδέντιος ήταν επίσκοπος στο Ρίμινι της Ιταλίας και επειδή ήταν πολέμιος της αίρεσης των αρειανισμού, συνελήφθη από τον αρειανιστή διοικητή της πόλης και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 359 μ.Χ..
Ο Άγιος Νέμης συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι 10 Αγίες ήταν νεαρές κοπέλες, όταν συνελήφθησαν στην Νικομήδεια της Μ. Ασίας, πιθανόν επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.), υπέστησαν βασανιστήρια, από τα οποία και απεβίωσαν μαρτυρικά.
Ο Όσιος Γάιος μετά από βίο ευσεβή και ενάρετο απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Γελάσιος υπήρξε αββάς της ερήμου, άγνωστο σε ποια εποχή, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Γεώργιος ο θαυματουργός, ο επικαλούμενος και μαχαιρωμένος, υπήρξε μοναχός στην Κύπρο, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά, άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Ζωτικός καταγόταν από την Ρώμη, προερχόταν από επιφανή οικογένεια και έγινε αξιωματούχος του αυτοκράτορα Μεγάλου Κων/νου (324-337 μ.Χ.), όταν αυτός μετέφερε την πρωτεύουσα του ρωμαΐκού κράτους στην Κων/πολη. Αργότερα, όταν έπεσε επιδημία λέπρας στην πόλη, ο έπαρχος διέταξε να ρίπτονται στην θάλασσα όσοι προσβάλλονταν από αυτήν. Τότε ο Όσιος εζήτησε χρήματα από τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, γιο του Μεγάλου Κων/νου, δήθεν για αγορά πολύτιμων λίθων και τα χρησιμοποιούσε για να εξαγοράζει τους μελλοθάνατους ασθενείς. Έπειτα τους μετέφερε σε έναν τόπο, όπου εφρόντιζε για την τροφή και την διαμονή σε σκηνές αυτών των ασθενών αλλά και των ορφανών, γι’ αυτό και επονομάσθηκε ορφανοτρόφος. Συκοφαντήθηκε, όμως, για όλα αυτά στον αυτοκράτορα, συνελήφθη και απεβίωσε μαρτυρικά συρόμενος στο έδαφος από άγριους ημίονους.