Νοέμβριος

NΟΕΜΒΡΙΟC


1.
Κοσμά και Δαμιανού των Αναργύρων και θαυματουργών, Ερμηνιγγίλδου, Θεολήπτης, Κυριαίνης και Ιουλιανής των μαρτύρων, Καισαρίου, Δασίου και των συν αυτοίς 5 αγίων μαρτύρων, ιερομαρτύρων Ιωάννου και Ιακώβου του ζηλωτού, οσίου Δαβίδ του εν Ευβοία, Ιακώβου του Ιβηροσκητιώτου, Ιακώβου διακόνου και Διονυσίου μοναχού των νέων οσιομαρτύρων, νεομάρτυρος Ελένης Μπεκιάρη της εκ Σινώπης.

Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός οι θαυματουργοί κατάγονταν από την Ασία, ήταν αδέλφια, έμειναν ορφανοί σε μικρή ηλικία, αλλά η μητέρα τους Οσία Θεοδότη (βλ. 2 Ιανουαρίου) εφρόντισε να αποκτήσουν καλή μόρφωση. Ασκούσαν σε όλη τους την ζωή το λειτούργημα του ιατρού χωρίς να δέχονται χρήματα, γι’ αυτό και επονομάσθηκαν Ανάργυροι (π.β. Άγιοι Ανάργυροι, 1 Ιουλίου και 17 Οκτωβρίου), ενώ αξιώθηκαν από τον Θεό να θεραπεύουν θαυματουργικά τους ασθενείς. Απεβίωσαν ειρηνικά.
Ο Άγιος Ερμηνιγγίλδος ήταν γιος του βασιλιά των Βησιγότθων Λιουβιγγέλδου, ο οποίος ήταν οπαδός της αίρεσης του αρειανισμού. Ο Άγιος, όμως, ο οποίος τοποθετήθηκε από αυτόν διοικητής της Ανδαλουσίας, απαρνήθηκε τον αρειανισμό και με την μεσολάβηση του επισκόπου Λεάνδρου ασπάσθηκε την ορθόδοξη πίστη. Έπειτα συμμάχησε με την Βυζαντινή αυτοκρατορία εναντίον του πατέρα του, αλλά νικήθηκε, αιχμαλωτίσθηκε, αποκληρώθηκε από αυτόν και ρίφθηκε στην φυλακή. Τότε ο πατέρας του έστειλε έναν αρειανιστή ιερέα για να τον κοινωνήσει και επειδή εκείνος αρνήθηκε, οργίσθηκε και ύστερα από διαταγή του ο γιος του απεβίωσε εκεί μαρτυρικά το 585 μ.Χ.. Σύμφωνα με μια παράδοση, ο πατέρας του έπειτα μεταμελήθηκε για την πράξη του αυτή, κάλεσε τον επίσκοπο Λέανδρο να διδάξει και στον άλλο του γιο την ορθόδοξη πίστη, ενώ στην συνέχεια και οι υπήκοοί του έγιναν ορθόδοξοι.
Η Αγία Θεολήπτη συνελήφθη λόγω της χριστιανικής της πίστης, ρίφθηκε στην φυλακή και απεβίωσε εκεί μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Αγίες Κυρίαινα, η οποία καταγόταν από την Ταρσό της Μ. Ασίας, και Ιουλιανή, από την πόλη των Ρωσών της Κιλικίας στην Μ. Ασία, συνελήφθησαν από τον ηγεμόνα Κιλικίας Μαρκιανό επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού. Επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα, διαπομπεύθηκαν στους δρόμους και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά το 305 μ.Χ..
Οι Άγιοι Καισάριος, Δάσιος, Σάββας, Σαββινιανός, Αγρίππας και Αδριανός κατάγονταν από την Δαμασκό. Συνελήφθησαν σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών, υπέστησαν βασανιστήρια και μαζί με το νήπιο Άγιο Θωμά απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Οι Άγιοι Ιωάννης, ο οποίος ήταν επίσκοπος στα Άρβηλα της Περσίας, και ο πρεσβύτερος Ιάκωβος ο ζηλωτής συνελήφθησαν από τον Πέρση βασιλιά και διώκτη των χριστιανών Σαπώρ Β΄, επειδή εδίδασκαν τον θείο λόγο και οδήγησαν πολλούς ανθρώπους στην χριστιανική πίστη. Υπέστησαν πολλά βασανιστήρια για ένα έτος και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 332 μ.Χ..
Ο Όσιος Δαβίδ ο θαυματουργός, ο επικαλούμενος «γέροντας», γεννήθηκε το 1519 μ.Χ. στο χωριό Γαρδινίτσα, το σημερινό Κυπαρίσσι, κοντά στην Αταλάντη, και ήταν γιος ιερέα. Σε ηλικία 15 ετών έγινε μοναχός σε μονή της Μαγνησίας κοντά στον ηγούμενο Ακάκιο. Έπειτα μετέβη μαζί του στην μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, ενώ αργότερα χειροτονήθηκε ιερέας στην μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτας. Κατόπιν διετέλεσε ηγούμενος στην τοπική μονή Βαρνάκοβας, αλλά λόγω της απείθειας των μοναχών αναχώρησε από εκεί και ίδρυσε μικρή μονή στο όρος Στείριο της Βοιωτίας. Συκοφαντήθηκε, όμως, στον διοικητή της Λιβαδειάς για κάποιες αποδράσεις χριστιανών παιδιών που υπηρετούσαν σε τουρκικές οικογένειες και υπέστη ξυλοδαρμό και φυλάκιση. Έπειτα ελευθερώθηκε με χρήματα των πιστών και αναγκάστηκε να μεταβεί στην Εύβοια, όπου ίδρυσε μονή κοντά στην πόλη Λίμνη μετά από περιοδείες για την συγκέντρωση των χρημάτων. Εκεί έζησε ενάρετα το υπόλοιπο του βίου του, επετέλεσε πολλά θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά. Το τίμιο λείψανό του φυλάσσεται μέχρι σήμερα στην μονή αυτή.
Ο Όσιος Ιάκωβος καταγόταν από το χωριό Κορησός της Καστοριάς, όπου αρχικά εργαζόταν εκεί ως βοσκός, ενώ έπειτα ως κρεοπώλης στην Κων/πολη. Κατόπιν, όμως, έγινε μοναχός στην μονή Δοχειαρίου του Αγίου Όρους, ενώ στην συνέχεια ασκήτευσε στην σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, η οποία ανήκει στην μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Αργότερα μετέβη μαζί με 6 μαθητές του, για να κηρύξουν τον θείο λόγο, στο Κάστρο Πέτρα και από εκεί στα Μετέωρα, ενώ κατόπιν στην μονή Τιμίου Προδρόμου στην Δερβέκιστα, κοντά στην Ναύπακτο. Εκεί, όμως, συκοφαντήθηκε από τους Τούρκους και συνελήφθη μαζί με τους δύο μαθητές του Οσίους Ιάκωβο, ο οποίος ήταν διάκονος, και τον μοναχό Διονύσιο. Τότε στάλθηκαν στα Τρίκαλα, όπου φυλακίσθηκαν για 40 ημέρες, έπειτα στο Διδυμότειχο, όπου υπέστησαν πολλά βασανιστήρια, και κατόπιν στην Αδριανούπολη της Θράκης, όπου πιέσθηκαν από τον σουλτάνο να αλλαξοπιστήσουν. Επειδή, όμως, οι Όσιοι παρέμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους, υπέστησαν βασανιστήρια για 17 ημέρες και απεβίωσαν μαρτυρικά με απαγχονισμό το 1520 μ.Χ..
Η Αγία Ελένη Μπεκιάρη καταγόταν από την πόλη Σινώπη του Πόντου, ήταν ωραία κοπέλα και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Όταν κάποτε μετέβη στην αγορά της πόλης, συνελήφθη από τον Τούρκο διοικητή της πόλης, ο οποίος την επεθύμησε σφοδρά καθώς την έβλεπε να περνάει κοντά από την οικία του, και προσπάθησε να την βιάσει χωρίς επιτυχία. Τότε η Αγία υπέστη βασανισμούς από αυτόν και στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό σε ηλικία 15 ετών κατά τον 18ο αι. μ.Χ.. Έπειτα, το τίμιο λείψανό της ρίφθηκε στην θάλασσα, αλλά κατόπιν βρέθηκε θαυματουργικά από ναυτικούς και μεταφέρθηκε στην Σινώπη, ενώ το 1924 μ.Χ. μεταφέρθηκε στον ναό της Αγίας Μαρίνας στην Άνω Τούμπα Θεσ/νίκης.

2.
Ακινδύνου, Πηγασίου και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, Αττικού, Ευδοξίου και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, αγίων συγκλητικών μαρτύρων, Κυριακής, Δομνίνης και Δόμνης των μαρτύρων, Μαρκιανού οσίου, νεομάρτυρος Ιακώβου του Ιβηροσκητιώτου.

Οι Άγιοι Ακίνδυνος, Πηγάσιος και Ανεμπόδιστος κατάγονταν από την Περσία και συνελήφθησαν από τον Πέρση βασιλιά και διώκτη των χριστιανών Σαπώρ Β΄, επειδή εδίδασκαν την χριστιανική πίστη. Υπέστησαν βασανιστήρια, κατά την διάρκεια των οποίων επίστευσε στον Χριστό ο στρατιώτης Αφθόνιος, αλλά απεβίωσε μαρτυρικά μετά από λίγο. Έπειτα οι Άγιοι ρίφθηκαν στην θάλασσα μέσα σε δέρματα βοδιών, αλλά με την χάρη του Θεού εξήλθαν αβλαβείς. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην χριστιανική πίστη τον αξιωματούχο Ελπιδηφόρο (ή Ελπιδοφόρο) καθώς και άλλους ανθρώπους, οι οποίοι ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, όταν είδαν το θαύμα. Έπειτα, όμως, με εντολή του βασιλιά απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά το 330 μ.Χ., οι περισσότεροι με αποκεφαλισμό, ενώ οι 3 ανωτέρω αρχικοί Άγιοι μαζί με άλλους μάρτυρες μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο.
Οι Άγιοι Αττικός, Ευδόξιος, Αγάπιος, Μαρίνος, Ωκεανός, Ευστράτιος, Καρτέριος, Νικοπολιτιανός, Στύραξ, Τωβίας και άλλοι 2 Άγιοι κατάγονταν από την Σεβάστεια της Καππαδοκίας και ήταν στρατιώτες. Αλλά, επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Λικινίου (307-323 μ.Χ.) συνελήφθησαν από τρεις άρχοντες, ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Οι ανώνυμοι Άγιοι ήταν συγκλητικοί στο αξίωμα και συνελήφθησαν από τρεις άρχοντες επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Λικινίου. Υπέστησαν βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά το 315 μ.Χ.. Είναι πιθανόν, όμως, ότι πρόκειται για τους ανωτέρω 12 Αγίους μάρτυρες.
Οι Αγίες Κυριακή, Δομνίνα και Δόμνα συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Όσιος Μαρκιανός καταγόταν από την πόλη Κύρου της Παλαιστίνης και προερχόταν από επιφανή οικογένεια. Έγινε αναχωρητής της ερήμου, έζησε ασκητικά σε στενό κελί, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Για τον Όσιο Ιάκωβο τον νεομάρτυρα βλ. 1 Νοεμβρίου.

3.
Ακεψιμά, Ιωσήφ και Αειθαλά, Δασίου, Σεβήρου, Ανδρωνά, Θεοδότου και Θεοδότης των μαρτύρων, αγίων 28 μαρτύρων, αγίων 9 μαρτύρων, οσίων Θεοδώρου επισκόπου και ομολογητού, Ακεψιμά, Αχεμενίδου του ομολογητού, Ηλιού, Ευθυμίου και Νεοφύτου, νεομάρτυρος Γεωργίου του νέου του Νεαπολίτου, ανακομιδή και κατάθεσις των τιμίων λειψάνων αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου εν Λύδδη, ανακομιδή τιμίας κάρας αγίου Αποστόλου του νέου.

Οι Άγιοι Ακεψιμάς, ο οποίος ήταν επίσκοπος της πόλης Ανιθά, ο πρεσβύτερος Ιωσήφ και ο διάκονος Αειθαλάς κατάγονταν από την Περσία και όταν βασιλιάς της ήταν ο διώκτης των χριστιανών Σαπώρ Β΄, συνελήφθησαν από τον αρχιμάγο Αδαρχόσχαρ λόγω της χριστιανικής τους δράσης και φυλακίσθηκαν. Ο Ακεψιμάς και ο Ιωσήφ, γέροντες στην ηλικία, αρνήθηκαν μαζί με τον Ιωσήφ να θυσιάσουν στα είδωλα και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Τότε υπέστησαν πολλά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 330 μ.Χ., ο πρώτος και ο τρίτος με ραβδισμό, ενώ ο δεύτερος με λιθοβολισμό.
Οι Άγιοι Δάσιος, Σεβήρος, Ανδρωνάς, Θεόδοτος και Θεοδότη συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Οι 28 Άγιοι συνελήφθησαν σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Οι 9 Άγιοι συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Όσιος Θεόδωρος ο ομολογητής υπήρξε επίσκοπος Αγκύρας κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών), δηλαδή κατά τον 8ο με 9ο αι. μ.Χ., και επειδή ομολόγησε την πίστη του στις ιερές εικόνες, υπέστη από τους εικονομάχους πολλούς διωγμούς και εξορίες σε διάφορους τόπους.
Ο Όσιος Ακεψιμάς ασκήτευσε στην Συρία για 60 χρόνια έγκλειστος σε μικρό κελί, ζώντας με αυστηρή άσκηση. Όταν προαισθάνθηκε την κοίμησή του, χειροτονήθηκε ιερέας, ενώ μετά από 50 ημέρες απεβίωσε εκεί ειρηνικά επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.).
Ο Όσιος Αχεμενίδης (ή Αχαιμενίδης) ο ομολογητής καταγόταν από την Περσία και προερχόταν από οικογένεια ευγενών. Συνελήφθη, όμως, λόγω της χριστιανικής του πίστης από τον Πέρση βασιλιά Ισδιγέρδο, ο οποίος τον ανάγκασε να οδηγεί ημίγυμνος τις καμήλες του στρατού κάτω από τον καυτό ήλιο. Όταν μετά από μερικές ημέρες τον έντυσε για να προστατευθεί, επειδή ήλπιζε ότι τον είχε λυγίσει, ο Όσιος έσχισε τα ενδύματα ενώπιόν του και ομολόγησε ότι δεν αρνείται τον Χριστό. Τότε εκδιώχθηκε από την χώρα του, το 412 μ.Χ., ενώ δημεύθηκε η περιουσία του. Έζησε με ευσέβεια την υπόλοιπη ζωή του και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ηλίας έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Για τους Οσίους Ευθύμιο και Νεόφυτο βλ. 9 Νοεμβρίου.
Ο Άγιος Γεώργιος καταγόταν από την Νεάπολη της Μ. Ασίας και ήταν ιερέας. Όταν, όμως, κάποτε μετέβη σε γειτονικό χωριό για να λειτουργήσει, συνελήφθη στον δρόμο από μερικούς Τούρκους βοσκούς, ληστεύθηκε, υπέστη βασανιστήρια και στο τέλος απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 1797 μ.Χ..
Η ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου (βλ. 23 Απριλίου) έγινε μετά την επικράτηση του χριστιανισμού επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Κων/νου (324-337 μ.Χ.) και την οριστική κατάπαυση των διωγμών κατά των χριστιανών. Επακολούθησε η κατάθεση των λειψάνων στον φερώνυμο ναό του, ο οποίος ιδρύθηκε στην Λύδδα της Παλαιστίνης.
Η ανακομιδή της τιμίας κάρας του Αγίου Αποστόλου του νέου (βλ. 16 Αυγούστου) από την Κων/πολη, όπου εμαρτύρησε, στο χωριό Άγιο Λαυρέντιο του Πηλίου, πατρίδα του Αγίου, έγινε το 1796 μ.Χ..

4.
Ιωαννικίου οσίου του μεγάλου, ιερομαρτύρων Νικάνδρου επισκόπου και Ερμαίου πρεσβυτέρου, Πορφυρίου του μίμου, Ιωάννου Δούκα του Βατάτζη, θρήνος προφήτου Ιερεμίου.

Ο Όσιος Ιωαννίκιος ο Μέγας καταγόταν από την Βιθυνία της Μ. Ασίας, ήταν αξιωματικός του στρατού και σε ηλικία 43 ετών επολέμησε κατά των Βουλγάρων επί αυτοκρατορίας Κων/νου ΣΤ΄ (780-797 μ.Χ.) και τους κατετρόπωσε. Κατόπιν, όμως, επειδή αποφάσισε να μονάσει, μετέβη σε μονή του όρους Όλυμπος της Μ. Ασίας, ενώ αργότερα εμόνασε στην μονή Αυγάρων, αλλά και σε άλλες περιοχές επιτελώντας θαύματα και προλέγοντας τα μέλλοντα. Στο τέλος κατέληξε στην μονή Αντιδίου, όπου απεβίωσε ειρηνικά γύρω στο 838 μ.Χ. σε ηλικία 94 ετών.
Οι Άγιοι Νίκανδρος, επίσκοπος Μύρων της Μ. Ασίας, και ο πρεσβύτερος Έρμαιος (ή Ερμείας) χειροτονήθηκαν από τον Απόστολο Τίτο (βλ. 25 Αυγούστου), μαθητή του Αποστόλου Παύλου, και εδίδασκαν τον θείο λόγο στους ειδωλολάτρες. Συνελήφθησαν, όμως, λόγω της χριστιανικής τους δράσης από τον άρχοντα Λιβάνιο, υπέστησαν βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά κλεισμένοι σε τάφο.
Για τον Άγιο Πορφύριο, ο οποίος ήταν μίμος και γελωτοποιός στο επάγγελμα, αναφέρεται το ίδιο γεγονός με τον ομώνυμο Άγιο ο οποίος εορτάζει στις 15 Σεπτεμβρίου (βλ.λ.). Υπάρχει, όμως, η διαφορά ότι συνέβη επί αυτοκρατορίας Αυρηλιανού (270-275 μ.Χ.) και ότι ο Άγιος προσεκλήθη στην Καισάρεια της Παλαιστίνης από τον άρχοντα της Αλεξάνδρειας.
Ο Άγιος Ιωάννης Δούκας ο Βατάτζης καταγόταν από το Διδυμότειχο (ή από την Αδριανούπολη) της Θράκης, αλλά μετά την άλωση της Κων/πολης από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ. κατέφυγε στην τότε ιδρυμένη αυτοκρατορία της Νίκαιας στην Μ. Ασία. Εκεί προσελήφθη στην υπηρεσία του βασιλιά Θεοδώρου Λάσκαρη, ενώ αργότερα νυμφεύθηκε την κόρη του Ειρήνη. Κατόπιν τον διαδέχθηκε στον θρόνο το 1222 μ.Χ., επολέμησε εναντίον διαφόρων εχθρών και κατέστησε ισχυρή την αυτοκρατορία του. Υπήρξε αγαπητός στον λαό του λόγω της ευσεβείας, της ελεημοσύνης και της προστασίας του προς τους αδυνάτους. Απεβίωσε ειρηνικά το 1255 μ.Χ..
Για τους Θρήνους του Προφήτη Ιερεμία βλ. 1 Μαΐου.

5.
Γαλακτίωνος και Επιστήμης των μαρτύρων, Ερμά, Πατρόβα, Γαΐου, Λίνου και Φιλολόγου των αποστόλων, Δομνίνου και των συν αυτώ αγίων μαρτύρων, Αγαθαγγέλου και Κάστορος των μαρτύρων, Παύλου επισκόπου και Δομεντίου, Γρηγορίου πατριάρχου Αλεξανδρείας του ομολογητού, Ιωνά του θαυματουργού και αρχιεπισκόπου Νοβογοροδίας.

Ο Άγιος Γαλακτίων καταγόταν από την Έμεσα της Συρίας και προερχόταν από Έλληνες γονείς, οι οποίοι αρχικά ήταν ειδωλολάτρες αλλά έπειτα ασπάσθηκαν την χριστιανική πίστη. Νυμφεύθηκε την Αγία Επιστήμη, η οποία ήταν ειδωλολάτρισσα, αφού προηγουμένως την κατήχησε στη χριστιανική πίστη. Κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Δεκίου κατέφυγαν στα ασκητήρια της ερήμου του Σινά και έζησαν εκεί ασκητικά με μεγάλες στερήσεις. Αλλά, όταν ο Άγιος συνελήφθη από τους στρατιώτες, τότε προσήλθε η Αγία και παραδόθηκε σ’ αυτούς. Ομολόγησαν ενώπιον του άρχοντα Ούρσου την πίστη τους στον Χριστό και απεβίωσαν μαρτυρικά με ακρωτηριασμό των άνω και κάτω άκρων τους και στην συνέχεια με αποκεφαλισμό γύρω στο 250 μ.Χ. σε ηλικία 30 και 16 ετών αντίστοιχα.
Οι Απόστολοι Ερμάς, Πατρόβας, Γάιος, Λίνος και Φιλόλογος ανήκαν στον ευρύτερο κύκλο των 70 μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Ο Ερμάς χειροτονήθηκε επίσκοπος Φιλίππων (ή Φιλιππούπολης), ο Πατρόβας επίσκοπος Ποτιόλων της Ιταλίας, ο Γάιος επίσκοπος Εφέσου, ο Λίνος επίσκοπος Ρώμης διαδεχόμενος τον Απόστολο Πέτρο, ενώ ο Φιλόλογος χειροτονήθηκε από τον Απόστολο Ανδρέα επίσκοπος Σινώπης στην Μ. Ασία. Εκήρυξαν τον θείο λόγο και οδήγησαν πολλούς ειδωλολάτρες στην χριστιανική πίστη, υπέστησαν όμως και πολλές θλίψεις στο έργο τους και απεβίωσαν όλοι ειρηνικά.
Ο Άγιος Δομνίνος συνελήφθη επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού από τον άρχοντα της Παλαιστίνης Ουρβανό, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά το 298 μ.Χ.. Από τον ίδιο συνελήφθησαν και οι Άγιοι Ευψύχιος, Καρτέριος και Πάμφιλος, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά στην φυλακή από τις πληγές τους, ενώ ο πρεσβύτερος Άγιος Δωρόθεος δόθηκε ως βορά σε άγρια θηρία. Επιπλέον, συνελήφθησαν οι Άγιοι Τιμόθεος, Φιλόθεος και Θεότιμος και απεβίωσαν μαρτυρικά από συνεχή γρονθοκοπήματα, καθώς και οι Άγιοι Θεόφιλος και Σιλβανός, ο οποίος είναι πιθανόν το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Άγιο που εορτάζει στις 14 Οκτωβρίου (βλ.λ.), όπως επίσης και μερικοί άλλοι Άγιοι και Αγίες, οι οποίοι απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά.
Ο Άγιος Αγαθάγγελος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Κάστωρ, ο οποίος σε μερικά χειρόγραφα αναφέρεται ως επίσκοπος αλλά άγνωστο σε ποια περιοχή, συνελήφθη σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Για τους Αγίους Παύλο, ο οποίος υπήρξε επίσκοπος, και Δομέντιο δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ζωή και την δράση τους.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο ομολογητής έγινε μοναχός σε νεαρή ηλικία, ενώ αργότερα, κατά την εποχή της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών), εξελέγη πατριάρχης Αλεξανδρείας. Συνελήφθη, όμως, από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ (813-820 μ.Χ.), τον οποίο κατηγόρησε για την πολιτική του ενώπιον της συγκλήτου, ενώ ομολόγησε την πίστη του προς τις ιερές εικόνες. Έπειτα υπέστη μαστίγωση και στάλθηκε στην εξορία, όπου και απεβίωσε ειρηνικά μετά από 3 χρόνια.
Ο Άγιος Ιωνάς ο θαυματουργός υπήρξε αρχιεπίσκοπος Νοβογοροδίας στην Ρωσία, έζησε βίο ευσεβή, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά το 1470 μ.Χ..

6.
Παύλου πατριάρχου Κων/πόλεως του ομολογητού, Νικάνδρου μάρτυρος, Δημητριανού επισκόπου, οσίων Λουκά, Παύλου του δια Χριστόν σαλού, Βαρλαάμ του εν Χουτινή, Λουκά του εν τω Σπηλαίω και Αγαπίου του πρεσβυτέρου.

Ο Άγιος Παύλος ο ομολογητής καταγόταν από την Θεσ/νίκη, υπήρξε διάκονος και γραμματέας του πατριάρχη Κων/πολης Αλεξάνδρου, τον οποίο και διαδέχθηκε στον θρόνο. Όμως, ένα χρόνο αργότερα απομακρύνθηκε από τον αυτοκράτορα και οπαδό της αίρεσης του αρειανισμού Κωνστάντιο. Τότε ο Άγιος κατέφυγε στην Ρώμη, όπου συνάντησε τον εξόριστο Μέγα Αθανάσιο (βλ. 18 Ιανουαρίου), ενώ έπειτα, με την επέμβαση του πάπα Λιβερίου, επανήλθαν και οι δύο στα πατριαρχεία τους. Αργότερα, όμως, εξορίσθηκε και πάλι, αλλά κατόπιν επέστρεψε με την επέμβαση του Κώνστα, αδελφού του αυτοκράτορα. Αλλά, όταν ο Κώνστας απεβίωσε, ο Κωνστάντιος εξόρισε για τρίτη φορά τον Άγιο και τον έστειλε στον Κουκουσό της Αρμενίας, όπου και απεβίωσε μαρτυρικά με στραγγαλισμό από τους αιρετικούς της περιοχής.
Ο Όσιος Νίκανδρος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από μάχαιρα, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Δημητριανός καταγόταν από το χωριό Συκά της Κυθρίας στην Κύπρο. Έγινε αρχικά μοναχός, έπειτα πρεσβύτερος και αργότερα επίσκοπος Κυθηρίας επί αυτοκρατορίας Θεοφίλου (829-842 μ.Χ.). Όταν οι Αιγύπτιοι κατέλαβαν την περιοχή, τον συνέλαβαν ως αιχμάλωτο μαζί με τους άλλους κατοίκους, αλλά αργότερα επέστρεψε ελεύθερος στο νησί μαζί τους. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά.
Ο Όσιος Λουκάς καταγόταν από την Ταυρομενία της Σικελίας και σε ηλικία 18 ετών έγινε μοναχός σε μονή του νησιού. Έπειτα ασκήτευσε μαζί με έναν άλλο μοναχό στο όρος Αίτνα, ενώ κατόπιν μετέβη σε άλλη περιοχή, όπου εμόνασε μαζί με 12 μαθητές του. Αργότερα μετέβη σε μονή της Κων/πολης, ενώ ύστερα κατευθύνθηκε σε χωριό της Κορίνθου, όπου μετά από λίγο καιρό ασθένησε και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Παύλος καταγόταν από την Κόρινθο, έγινε σημειοφόρος και υπήρξε δια Χριστόν σαλός, δηλαδή υποκρινόταν ότι ήταν τρελός για να μην γίνει αντιληπτή στους ανθρώπους η αγιότητά του. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Βαρλαάμ έζησε στην Χουτινή της Ρωσίας βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Λουκάς εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Αγάπιος, ο οποίος επονομάσθηκε πρεσβύτερος προς διάκριση από τον ομώνυμο συμπατριώτη του Όσιο Αγάπιος τον νεότερο (βλ. 24 Δεκεμβρίου), καταγόταν από την Δημητσάνα της Αρκαδίας και ονομαζόταν αρχικά Ασημάκης Λεονάρδος. Εσπούδασε αρχικά στην πατρίδα του, έπειτα στην Τρίπολη και κατόπιν στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Ύστερα έγινε εκεί μοναχός, ενώ έπειτα επέστρεψε μαζί με τον συμπατριώτη του λόγιο ιερομόναχο Γεράσιμο Γούνα στην Δημητσάνα, όπου το 1764 μ.Χ. ίδρυσαν εκεί την περίφημη σχολή της. Υπήρξε διαπρεπής λόγιος και εκκλησιαστικός συγγραφέας. Την εποχή, όμως, των Ορλωφικών, της ατυχούς εξέγερσης που έγινε το 1770 μ.Χ. με την συνεργασία των Ρώσων αδελφών Ορλώφ, οι Τούρκοι εξαπέστειλαν στην Πελοπόννησο τους Τουρκαλβανούς για να την καταπνίξουν. Τότε καταστράφηκε και η Δημητσάνα, η σχολή της έκλεισε, ενώ ο Όσιος κατέφυγε στην Ζάκυνθο και έπειτα στην Πάργα. Αργότερα επέστρεψε στην σχολή της Δημητσάνας, ενώ μετά από ένα χρόνο έγινε διευθυντής στην σχολή της Σμύρνης. Κατόπιν μετέβη στα Ιεροσόλυμα, έπειτα στην Κων/πολη όπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ενώ στην συνέχεια εδίδαξε τον θείο λόγο σε διάφορες περιοχές ολόκληρης της Ελλάδας, στην Μ. Ασία, στην Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο και στην Αραβία. Ύστερα επέστρεψε στην Δημητσάνα, ενώ μετά από 3 χρόνια απεβίωσε ειρηνικά στο Άργος το 1815 μ.Χ. σε ηλικία 75 ετών.

7.
Των εν Μελιτηνή 33 αγίων μαρτύρων, Ματρωνιανού, Αντωνίου, Αλεξάνδρου, Θεσσαλονίκης, Αύκτου, Ταυρίωνος, Αθηνοδώρου, Μελασίππου, Κασινής και Αντωνίου των μαρτύρων, Ευθυμίου πατριάρχου Ιεροσολύμων, οσίου Λαζάρου του εν τω Γαλησίω του θαυματουργού.

Οι 33 Άγιοι ζούσαν στην Μελιτηνή της Αρμενίας επί αυτοκρατορίας των διωκτών κατά των χριστιανών Διοκλητιανού και Μαξιμιανού. Ο Άγιος Ιέρων καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας, ήταν αδελφός των Αγίων Ματρωνιανού και Αντωνίου (βλ. κατωτέρω) και εργαζόταν ως γεωργός. Όταν, όμως, έμαθε ότι τον αναζητούσαν οι διώκτες του για να τον συλλάβουν, προσήλθε με την θέλησή του στον άρχοντα Αγρικόλα και ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Τότε συνελήφθη, υπέστη πολλά βασανιστήρια, τα οποία υπέμεινε με υποδειγματική καρτερία, ενώ έπειτα του απέκοψαν το ένα του χέρι. Μερικές ημέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι υπόλοιποι Άγιοι, των οποίων τα ονόματα ήταν Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, Θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ιέρων β΄ και Ανίκητος, οι οποίοι μαζί με τον Ιέρωνα απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 290 μ.Χ..
Οι Άγιοι Ματρωνιανός και Αντώνιος ήταν αδελφοί του Αγίου Ιέρωνα (βλ. ανωτέρω), οι οποίοι συνελήφθησαν ως χριστιανοί στην Μελιτηνή της Αρμενίας και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 290 μ.Χ..
Ο Άγιος Αλέξανδρος καταγόταν από την Θεσ/νίκη και συνελήφθη κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, επειδή κατέρριψε τις σπονδές από τον βωμό ειδωλολατρικού ναού, ενώ στην συνέχεια απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 298 μ.Χ..
Η Αγία Θεσσαλονίκη ζούσε στην Αμφίπολη της Μακεδονίας και ήταν κόρη του ειδωλολάτρη ιερέα Κλέωνα, ο οποίος επειδή δεν κατάφερε να την πείσει με τα λόγια να αρνηθεί την χριστιανική της πίστη, την εμαστίγωσε τόσο πολύ, ώστε να της θραύσει τα πλευρά, ενώ έπειτα την αποκλήρωσε και την εξόρισε. Τότε, όμως, οι Άγιοι Αύκτος και Ταυρίων διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πατέρα της, επειδή δεν ανέχθηκαν την σκληρή συμπεριφορά του, αλλά αυτός τους κατέδωσε ως χριστιανούς στον άρχοντα Θορύβιο. Τότε οι Άγιοι συνελήφθησαν, μαστιγώθηκαν, λιθοβολήθηκαν και ρίχθηκαν σε γειτονική λίμνη, απ’ όπου όμως εξήλθαν με την χάρη του Θεού σώοι, αλλά στην συνέχεια απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Όσιος Αθηνόδωρος (ή Γρηγόριος, σύμφωνα με μερικά χειρόγραφα) ήταν αδελφός του Αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας του θαυματουργού (βλ. 17 Νοεμβρίου), χειροτονήθηκε επίσκοπος σε περιοχή του Πόντου και απεβίωσε μαρτυρικά για την χριστιανική του πίστη κατά τον 3ο αι. μ.Χ..
Οι Άγιοι Μελάσιππος και Κασινά (ή Κασσίνα) καταγόταν από την Άγκυρα, ήταν σύζυγοι, συνελήφθησαν από τον αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363 μ.Χ.), υπέστησαν πολλά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά. Όμως, ο γιος τους Άγιος Αντώνιος, ο οποίος ήταν σε ηλικία 13 ετών, επειδή προσέβαλε τον αυτοκράτορα και καλοτύχισε τους γονείς του για τα μαρτύριά τους, συνελήφθη από τον άρχοντα Αγριππίνο και αφού υπέστη πολλά βασανιστήρια, απεβίωσε στην συνέχεια μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Ευθύμιος υπήρξε πατριάρχης Ιεροσολύμων, ενώ παραμένουν άγνωστα άλλα στοιχεία για την ζωή και την δράση του.
Ο Όσιος Λάζαρος ο θαυματουργός καταγόταν από ένα χωριό της Μαγνησίας στην Μ. Ασία και σε νεαρή ηλικία μετέβη για εκπαίδευση στην μονή Ορόβων. Έπειτα κατευθύνθηκε στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους, ενώ κατόπιν έγινε μοναχός και ύστερα ιερέας στην μονή του Αγίου Σάββα. Όταν, όμως, αργότερα οι Άραβες απείλησαν την περιοχή, αναγκάσθηκε να καταφύγει στο όρος Γαλήσιο, απέναντι από την Έφεσο της Μ. Ασίας, όπου και ασκήτευσε μαζί με μερικούς ακόμα μοναχούς. Εκεί έπειτα ίδρυσε μονή με την βοήθεια του αυτοκράτορα Κων/νου Θ΄, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν εξόριστος στην Μυτιλήνη. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, ενώ τα υπόλοιπα χρόνια του βίου του έζησε ασκητικά ως στυλίτης, μένοντας δηλαδή επάνω σε εξέδρα που στηριζόταν σε ένα στύλο. Απεβίωσε ειρηνικά το 1054 μ.Χ..

8.
Η σύναξις των αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ, και των λοιπών ασωμάτων δυνάμεων.


Η Σύναξη των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ καθώς και των υπόλοιπων ασωμάτων δυνάμεων, δηλαδή των Αγγέλων, εορτάζεται από την Εκκλησία σε ανάμνηση ενός σημαντικού ουρανίου γεγονότος. Όταν ο άγγελος Σατάν αμάρτησε λογιζόμενος εναντίον του Θεού, εξέπεσε από την τιμή και την θέση που είχε κοντά Του, αλλά συμπαρέσυρε μαζί του και πολλούς αγγέλους, οι οποίοι δεχόμενοι τον κακό λογισμό μετετράπησαν, όπως και εκείνος, σε πονηρά πνεύματα. Τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ σταμάτησε την πτώση των αγγέλων, προτρέποντάς τους να μην παρασυρθούν από το κακό και να υμνήσουν την δόξα του Θεού.

9.
Ονησιφόρου, Πορφυρίου, Αντωνίου, Ναρσή, Αρτέμονος, Χριστοφόρου και Μαύρας των μαρτύρων, Ματρώνης, Ευστολίας, Σωπάτρης, Θεοκτίστης, Ιωάννου του Κολοβού, Συμεών του μεταφραστού, Ελλαδίου, Νικηφόρου του εν τω Σπηλαίω, Ευθυμίου και Νεοφύτου των οσίων, Νεκταρίου Κεφαλά επισκόπου Πενταπόλεως.

Οι Άγιοι Ονησιφόρος και Πορφύριος συνελήφθησαν επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού, επειδή περισυνέλεγαν και ενταφίαζαν τα τίμια λείψανα μαρτύρων. Αφού ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, υπέστησαν πολλά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 290 μ.Χ. συρόμενοι στο έδαφος από άλογα.
Ο Άγιος Αντώνιος καταγόταν από την Αριβαζό της Συρίας, ήταν λιθοξόος στο επάγγελμα και απεβίωσε μαρτυρικά στην Απάμεια της Συρίας, όταν ένα βράδυ του επιτέθηκαν με ξύλα ή με μαχαίρια οι ειδωλολάτρες, επειδή έκτιζε εκεί χριστιανικό ναό.
Οι Άγιοι Ναρσής, ο οποίος καταγόταν από την Περσία, και Αρτέμων συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Οι Άγιοι Χριστοφόρος και Μαύρα συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών, υπέστησαν βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Η Οσία Ματρώνα καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας στην Μ. Ασία, όπου σε νεαρή ηλικία παντρεύθηκε και απέκτησε μία κόρη. Αργότερα, όμως, μετέβη οικογενειακώς στην Κων/πολη επί αυτοκρατορίας Λέοντος Α΄ (457-474 μ.Χ.), όπου όμως κατόπιν επεθύμησε να μονάσει. Γι’ αυτό εγκατέλειψε τον σύζυγό της, άφησε την κόρη της σε μια γνωστή της γυναίκα και έπειτα μετέβη σε ανδρική μονή μεταμφιεσμένη σε ευνούχο με το όνομα Βαβύλας. Όταν, όμως ο ηγούμενος Όσιος Βασιανός (βλ. 10 Οκτωβρίου) ανακάλυψε ότι ήταν γυναίκα, επειδή την αναζητούσε ο σύζυγός της, την απομάκρυνε και τότε αυτή μετέβη σε γυναικεία μονή στα Ιεροσόλυμα. Κατόπιν επισκέφθηκε και άλλες μονές στην Έμεσα, στο Σινά και στην Βηρυτό, ενώ σε γεροντική ηλικία επανήλθε στην Κων/πολη. Εκεί έγινε πλέον δεκτή από τον Όσιο Βασιανό και την τοποθέτησε σε γειτονικό μέρος, όπου ίδρυσε γυναικεία μονή. Απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία περίπου 100 ετών.
Η Οσία Ευστολία καταγόταν από την Ρώμη, προερχόταν από ευσεβείς γονείς και από νεαρή ηλικία μετέβη σε μονή και έγινε μοναχή. Αργότερα, όταν μετέβη στην Κων/πολη, γνωρίσθηκε στον ναό των Βλαχερνών με την Οσία Σωπάτρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαυρικίου (582-602 μ.Χ.), η οποία έπειτα θέλησε να μονάσει. Τότε με την άδεια του πατέρα της ίδρυσε μονή, στην οποία συγκεντρώθηκαν εκτός από την Σωπάτρα και άλλες μοναχές, ενώ η Ευστολία διετέλεσε εκεί ηγουμένη. Έζησαν ενάρετο βίο και απεβίωσαν εκεί ειρηνικά.
Η Οσία Θεοκτίστη καταγόταν από την Μήθυμνα της Λέσβου, έμεινε ορφανή σε μικρή ηλικία και σύντομα έγινε μοναχή. Σε ηλικία 18 ετών μετέβη σε γειτονική κωμόπολη για να επισκεφθεί την αδελφή της, συνελήφθη όμως αιχμάλωτη μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους από Σαρακηνούς πειρατές, οι οποίοι έκαναν επιδρομές στο Αιγαίο έχοντας ως ορμητήριο την Κρήτη. Μεταφέρθηκε μαζί με τους άλλους αιχμαλώτους στην Πάρο, η οποία εκείνη την εποχή ήταν έρημη από κατοίκους λόγω των πειρατών. Αλλά εκεί η Αγία κατόρθωσε να δραπετεύσει και κατέφυγε στο όρος του νησιού, όπου έζησε ασκητικά για 35 χρόνια ολομόναχη στο δάσος. Έπειτα, όταν κάποτε βρέθηκαν εκεί κυνηγοί προερχόμενοι από την Εύβοια, την συνάντησε τυχαία ένας από αυτούς και την επόμενη φορά που επανήλθε στο νησί μετέφερε, σύμφωνα με την παράκλησή της, θεία κοινωνία για να μεταλάβει. Μετά από μερικές ημέρες απεβίωσε εκεί ειρηνικά και ετάφη από τους κυνηγούς το 872 μ.Χ..
Ο Όσιος Ιωάννης, ο οποίος επονομάσθηκε Κολοβός λόγω του μικρού αναστήματός του, υπήρξε ονομαστός ασκητής στην έρημο της Αιγύπτου κατά τα τέλη του 4ου και στις αρχές του 5ου αι. μ.Χ.. Έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Συμεών ο επονομαζόμενος Μεταφραστής καταγόταν από την Κων/πολη, κατείχε ανώτερα πολιτικά αξιώματα και αποτελούσε έναν από τους πιο μορφωμένους άνδρες στα τέλη του 10ου αι. μ.Χ.. Το σπουδαιότερο έργο του υπήρξε η δημιουργία του «Συναξαρίου», δηλαδή η συλλογή βίων αγίων από την εκκαθάριση και συμπλήρωση των παλαιών αγιολογικών κειμένων. Συνέγραψε, επίσης, εκκλησιαστικούς ύμνους, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ελλάδιος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Νικηφόρος εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ευθύμιος καταγόταν από την Κων/πολη και αρχικά ίδρυσε μικρή μονή στο όνομα του Αγίου Νικολάου, αλλά έπειτα αυτή καταστράφηκε από πειρατές, ενώ ο ίδιος σώθηκε μετά βίας από αυτούς. Τότε μετέβη στο Άγιον Όρος και έγινε εκεί ιδρυτής και κτήτορας της μονής Δοχειαρίου, στην οποία ηγούμενο όρισε τον ανιψιό του Όσιο Νεόφυτο, ο οποίος ήταν γιος δούκα και πρώην αρχιγραμματέας στο παλάτι επί αυτοκρατορίας Νικηφόρου Φωκά και Ιωάννη Τσιμισκή (963-976 μ.Χ.). Ο Ευθύμιος έζησε εκεί βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 100 ετών, ενώ ο Νεόφυτος επέκτεινε και ενίσχυσε την μονή, αργότερα παραιτήθηκε από ηγούμενος και έπειτα απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Νεκτάριος Κεφαλάς καταγόταν από την Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης και προερχόταν από ευσεβή οικογένεια. Σε ηλικία 14 ετών μετέβη στην Κων/πολη όπου εργάσθηκε ως υπάλληλος για 6 χρόνια. Έπειτα έγινε μοναχός και μετά διάκονος στην Νέα Μονή της Χίου, ενώ κατόπιν εσπούδασε θεολογία στην Αθήνα. Ύστερα μετέβη στην Αλεξάνδρεια, όπου χειροτονήθηκε επίσκοπος στην Πεντάπολη της Λιβύης και απέκτησε μεγάλη φήμη λόγω του ήθους του αλλά και για τα κηρύγματά του. Συκοφαντήθηκε, όμως, από κάποιους που δεν ήθελαν να γίνει πατριάρχης στην Αλεξάνδρεια και αναγκάσθηκε να επανέλθει στην Ελλάδα. Εργάσθηκε ως ιεροκήρυκας στην Φθιώτιδα, στην Φωκίδα και στην Εύβοια, κατόπιν έγινε διευθυντής στην Ριζάρειο Σχολή της Αθήνας, ενώ συνέγραψε και πολλά συγγράμματα. Έπειτα ίδρυσε στην Αίγινα γυναικεία μονή, όπου και διήγε το υπόλοιπο του βίου του. Απεβίωσε ειρηνικά το έτος 1920 σε ηλικία 74 ετών, διακρίθηκε για την ταπεινοφροσύνη και την φιλανθρωπία του, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει θαύματα πριν αλλά και μετά την κοίμησή του.

10.
Ολυμπά, Ροδίωνος, Σωσιπάτρου, Τερτίου, Εράστου και Κουάρτου των αποστόλων, Ορέστου του Τυανέως, Μίλου ιερομάρτυρος και των συν αυτώ αγίων μαθητών, Δημητριανού ιερομάρτυρος, Καλλιοπίου, Νίρου και Ωρίωνος των μαρτύρων, οσίων Νόννου και Μαρτίνου των επισκόπων, οσίων Θεοστηρίκτου του εν Συμβόλοις και Αρσενίου του Καππαδόκου.

Οι Απόστολοι Ολυμπάς, Ροδίων, Σωσίπατρος, Τέρτιος, Έραστος και Κουάρτος ανήκαν στον ευρύτερο κύκλο των 70 μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Εκήρυξαν τον θείο λόγο και οδήγησαν πολλούς ειδωλολάτρες στην χριστιανική πίστη. Ο Σωσίπατρος ήταν συγγενής του Αποστόλου Παύλου και χειροτονήθηκε επίσκοπος Ικονίου, ο Τέρτιος υπήρξε συνοδός και γραμματέας του Παύλου. Ο Έραστος χειροτονήθηκε επίσκοπος Πανεάδος, ενώ ο Κουάρτος χειροτονήθηκε από τον Παύλο επίσκοπος Βηρυτού. Έζησαν βίο ευσεβή και απεβίωσαν ειρηνικά, ενώ οι Άγιοι Ολυμπάς και Ροδίων, οι οποίοι ήταν ακόλουθοι του Αποστόλου Πέτρου, απεβίωσαν μαζί του μαρτυρικά στην Ρώμη με αποκεφαλισμό το 64 μ.Χ., επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Νέρωνα.
Ο Άγιος Ορέστης καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το λειτούργημα του ιατρού. Συνελήφθη, όμως, από τον ηγεμόνα Μαξιμίνο επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού, υπέστη βασανιστήρια και επειδή αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα φυλακίσθηκε. Εκεί έζησε για 7 ημέρες χωρίς να του δοθεί τροφή, ενώ στην συνέχεια απεβίωσε μαρτυρικά το 289 μ.Χ. συρόμενος στο έδαφος από άλογα.
Ο Άγιος Μίλος (ή Μίλης) καταγόταν από την Περσία, ήταν αρχικά στρατηγός, αλλά κατόπιν έγινε επίσκοπος Τελέπολης από τον ιερομάρτυρα επίσκοπο Άγιο Γέδιο τον ομολογητή. Αργότερα, όμως, εκδιώχθηκε από εκεί και κατέφυγε στα Ιεροσόλυμα, ενώ έπειτα μετέβη στην Αλεξάνδρεια, όπου συνάντησε τον Μέγα Αντώνιο (βλ. 17 Ιανουαρίου). Μετά από 2 χρόνια επέστρεψε στην Περσία, αλλά κατόπιν συνελήφθη στην πόλη Μιλιγέρδα από τον ηγεμόνα Μισθοφάρη μαζί με τους μαθητές του Αγίους Εβόρη, Πάπα και Σενοεί (ή Σωνοεί ή Σεβόρη) και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από μάχαιρα, ενώ οι μαθητές από λιθοβολισμό και ξυλοδαρμό.
Ο Άγιος Δημητριανός υπήρξε επίσκοπος Αντιοχείας, αλλά συνελήφθη αιχμάλωτος και μεταφέρθηκε στην Περσία, όπου απεβίωσε μαρτυρικά το 256 μ.Χ..
Ο Άγιος Καλλιόπιος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Νίρος συνελήφθη ως χριστιανός σε εποχή διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Ωρίων συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά, όταν τον έθαψαν ζωντανό, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Νόννος ήταν επίσκοπος στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά. Κάποτε προσείλκυσε στην χριστιανική πίστη με το κήρυγμά του στην Αντιόχεια την Οσία Πελαγία (βλ. 8 Οκτωβρίου), η οποία έως τότε ασκούσε την πορνεία.
Για τον Όσιος Μαρτίνο τον επίσκοπο Ταρακίνης βλ. 12 Νοεμβρίου.
Ο Όσιος Θεοστήρικτος ήταν μοναχός στην περιοχή των Συμβόλων και κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών) αγωνίσθηκε με σθένος για την πίστη προς τις ιερές εικόνες, γι’ αυτό και υπέστη διώξεις από τους αντιπάλους του. Απεβίωσε ειρηνικά κατά τον 8ο ή 9ο αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Αρσένιος καταγόταν από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, ήταν γιος διδασκάλου και εσπούδασε στην Σμύρνη. Σε ηλικία 26 ετών έγινε μοναχός στην μονή Φλαβιανών, έπειτα χειροτονήθηκε διάκονος και εργαζόταν ως διδάσκαλος στα Φάρασα, ενώ αργότερα έγινε πρεσβύτερος. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, ενώ απέκτησε και προφητικό χάρισμα. Μετά την μικρασιατική καταστροφή κατέφυγε μαζί με τους πρόσφυγες στην Ελλάδα το έτος 1924 και μέσα στο ίδιο έτος απεβίωσε ειρηνικά στην Κέρκυρα σε ηλικία 84 ετών.

11.
Μηνά μεγαλομάρτυρος, Βίκτωρος, Στεφανίδος, Βικεντίου του διακόνου και Δρακώνου των μαρτύρων, Αβίβου ιερομάρτυρος, οσίου Θεοδώρου του Στουδίτου, Μαξίμου του θαυματουργού του δια Χριστόν σαλού.

Ο Άγιος Μηνάς ο μεγαλομάρτυς καταγόταν από την Αίγυπτο και προερχόταν από γονείς ειδωλολάτρες, αλλά σε νεαρή ηλικία ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη. Υπηρετούσε ως στρατιώτης στα Νούμερα, κοντά στο Κοτύαιο της Φρυγίας στην Μ. Ασία, αλλά επειδή δεν ανεχόταν την ειδωλολατρία, κατέφυγε σε ένα όρος της Φρυγίας, όπου και ασκήτευσε. Αργότερα, όμως, εμφανίσθηκε στον ηγεμόνα της περιοχής και ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στο Χριστό. Τότε συνελήφθη, φυλακίσθηκε, υπέστη φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 304 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού. Τα τίμια λείψανά του μεταφέρθηκαν από χριστιανούς συστρατιώτες του στην Αίγυπτο και ετάφησαν κοντά στην λίμνη Μαρεώτιδα.
Ο Άγιος Βίκτωρ μετέβαινε σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας και εκήρυττε τον θείο λόγο. Γι’ αυτό και συνελήφθη επί αυτοκρατορίας Αντωνίνου και επειδή δεν αρνήθηκε την πίστη του στον Χριστό, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 160 μ.Χ.. Η Αγία Στεφανίς, η οποία ήταν χριστιανή και χήρα ενός στρατιώτη, βλέποντας το μαρτύριο του Αγίου τον καλοτύχισε, αλλά τότε συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και απεβίωσε μαρτυρικά με διαμελισμό του σώματός της.
Ο Άγιος Βικέντιος ήταν διάκονος στην Αυγουστόπολη (την σημερινή Σαραγόσα) της Ισπανίας, αλλά συνελήφθη ως χριστιανός και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 211 μ.Χ.. Είναι πιθανόν, όμως, ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Άγιο ο οποίος εορτάζει στις 22 Ιανουαρίου (βλ.λ.).
Ο Άγιος Δράκωνας ήταν ηγεμόνας της Νίκαιας στην Μ. Ασία επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Επειδή έκρινε άδικο τον διωγμό κατά των χριστιανών, εμφανίσθηκε ενώπιον του Δεκίου και ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Τότε συνελήφθη, υπέστη βασανιστήρια, φυλακίσθηκε και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Άβιβος υπήρξε επίσκοπος Γεωργίας, συνελήφθη όμως ως χριστιανός και απεβίωσε μαρτυρικά κατά τον 6ο αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης και ομολογητής καταγόταν από την Κων/πολη και ήταν ανιψιός του Οσίου Πλάτωνα (βλ. 4 Απριλίου), ιδρυτού της μονής του Σακκουδίωνος. Εκεί εμόνασε μαζί με τον αδελφό του Άγιο Ιωσήφ τον ομολογητή (βλ. 14 Ιουλίου), ενώ αργότερα, όταν ασθένησε ο θείος του, διετέλεσε εκεί ηγούμενος. Έπειτα, λόγω των εχθρικών επιδρομών στην περιοχή επέστρεψε στην Κων/πολη μαζί με όλους τους μοναχούς και εμόνασε στην ανακαινισμένη από τον θείο του μονή του Στουδίου, η οποία απέβη σπουδαίο πνευματικό κέντρο. Όταν ο θείος του ήλθε σε ρήξη με τον αυτοκράτορα Κων/νο ΣΤ΄, εξορίσθηκε και αυτός και μετέβη στην Θεσ/νίκη. Αργότερα επανήλθε στην μονή και έγινε ηγούμενός της, αλλά όταν αντέδρασε σε αντικανονική απόφαση του πατριάρχη Νικηφόρου, εξορίσθηκε και πάλι μαζί με τον θείο του. Έπειτα, κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών), εξορίσθηκε δύο φορές, όπως και ο θείος του και ο αδελφός του, και απεβίωσε εξόριστος στην χερσόνησο του Ακρίτα της Μ. Ασίας το 826 μ.Χ. σε ηλικία 67 ετών. Υπήρξε σπουδαίος εκκλησιαστικός συγγραφέας και ποιητής, ενώ με την σχολή αντιγραφέων που ίδρυσε, διέσωσε πολλά παλαιά χειρόγραφα.
Ο Άγιος Μάξιμος ο θαυματουργός καταγόταν από την Μόσχα, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, ενώ υπήρξε δια Χριστόν σαλός, δηλαδή υποκρινόταν ότι ήταν τρελός για να μην γίνει αντιληπτή στους ανθρώπους η αγιότητά του. Απεβίωσε ειρηνικά το 1434 μ.Χ..

12.
Ιωάννου Ελεήμονος πατριάρχου Αλεξανδρείας, οσίου Νείλου του ασκητού, Αχιά του προφήτου, Λέοντος πατριάρχου Κων/πόλεως, επισκόπων Μαρτίνου Φραγκίας και Μαρτίνου Ταρακίνης, Αρσακίου, Αντωνίου, Ζεβινά, Γερμανού, Νικηφόρου και Μαναθώς των μαρτύρων, οσίου Νείλου του μυροβλύτου, Σάββα Νιγδελή του Σαμολαδά και Νικολάου των νεομαρτύρων.

Ο Όσιος Ιωάννης, ο οποίος επονομάσθηκε Ελεήμων εξαιτίας της μεγάλης του φροντίδας προς τους πτωχούς, καταγόταν από την Αμαθούντα της Κύπρου και ήταν γιος του άρχοντα του νησιού Επιφανίου, ο οποίος ήταν ευσεβής άνδρας. Αργότερα, όταν η σύζυγός του Αγίου αλλά και τα παιδιά τους απεβίωσαν, εμοίρασε την μεγάλη περιουσία του στους πτωχούς και αφοσιώθηκε στον Θεό. Εξαιτίας των πολλών του αρετών και ύστερα από απαίτηση των κατοίκων της Αλεξάνδρειας εξελέγη εκεί πατριάρχης το 606 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας Ηρακλείου. Υπήρξε πολύ αγαπητός στους πιστούς αλλά και στους ειδωλολάτρες, πολλούς από τους οποίους οδήγησε στην πίστη του Χριστού. Εφρόντιζε καθημερινά περισσότερους από 7.000 πτωχούς και αδυνάτους, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πολλά θαύματα. Απεβίωσε ειρηνικά το 620 μ.Χ. σε ηλικία 64 ετών.
Ο Όσιος Νείλος διετέλεσε αρχικά έπαρχος στην γενέτειρά του Κων/πολη, αλλά αργότερα εγκατέλειψε τα αξιώματα και μετέβη μαζί με την σύζυγό του στην Αλεξάνδρεια, όπου αυτός μαζί με τον γιο τους έγιναν ασκητές στο όρος Σινά, ενώ εκείνη μαζί με την κόρη τους μετέβησαν σε γυναικεία μονή. Όταν κάποτε έγινε επίθεση στην περιοχή από μια αραβική φυλή, τους Βλέμμυες, ο γιος του Όσιος Θεόδουλος αιχμαλωτίσθηκε (βλ. 14 Ιανουαρίου, Όσιος Θεόδουλος), γεγονός που λύπησε αρκετά τον πατέρα του, αλλά αργότερα εξαγοράσθηκε με λύτρα και ασκήτευσε εκεί μαζί του. Ο Όσιος Νείλος συνέγραψε αρκετά συγγράμματα και απεβίωσε ειρηνικά κατά τον 5ο αι. μ.Χ..
Ο Προφήτης Αχιά έζησε επί βασιλείας του σοφού Σολομώντα και προφήτευσε μεταξύ άλλων την διαίρεση του κράτους του μετέπειτα βασιλιά Ιεροβοάμ αλλά και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Λέων ήταν αρχικά πρεσβύτερος και οικονόμος στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κων/πολη, ενώ το 1134 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας Ιωάννου Β΄ Κομνηνού εξελέγη εκεί πατριάρχης, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά το 1143 μ.Χ..
Ο Άγιος Μαρτίνος ο θαυματουργός ήταν στρατηγός και κόμης επί αυτοκρατορίας Τραϊανού (98-117 μ.Χ.). Κάποτε, όμως, εγκατέλειψε τα αξιώματα και έγινε μοναχός, ενώ μετά από 7 χρόνια εξελέγη επίσκοπος στην πόλη Κωνσταντίνη της Φραγκίας (Γαλλίας). Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά. Σύμφωνα, όμως, με άλλη εκδοχή ο Άγιος ήταν στρατιωτικός επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Κων/νου (324-337 μ.Χ.), ενώ κατόπιν χειροτονήθηκε ιερέας και έπειτα επίσκοπος στην γαλλική πόλη Τουρ και απεβίωσε μετά από ασθένεια σε ηλικία 82 ετών.
Ο Όσιος Μαρτίνος καταγόταν από την Σαβαρία της Παννονίας, χώρας κοντά στον Δούναβη. Εκδιώχθηκε, όμως, από εκεί από οπαδούς της αίρεσης του αρειανισμού, αφού πρώτα υπέστη διαπόμπευση και κατέφυγε στο Μιλάνο της Ιταλίας. Αλλά αναγκάσθηκε και πάλι να φύγει από εκεί λόγω του επισκόπου της πόλης, ο οποίος ήταν οπαδός της αίρεσης του αρειανισμού. Τότε μετέβη στο νησί Γαλλαρία του Τυρρηνικού πελάγους, όπου έγινε επίσκοπος στην πόλη Ταρακίνη, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Αρσάκιος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι Άγιοι Αντώνιος, γέροντας στην ηλικία, και οι νέοι Ζεβινάς, Γερμανός και Νικηφόρος συνελήφθησαν στην Καισάρεια της Παλαιστίνης από τον άρχοντα Μάζο επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.), ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Για την Αγία Μαναθώ (ή Μαραθώ) βλ. 20 Οκτωβρίου.
Ο Όσιος Νείλος ο μυροβλύτης καταγόταν από τον Άγιο Πέτρο της Κυνουρίας στην Αρκαδία και έγινε μοναχός στην τοπική μονή Μαλεβής μαζί με τον θείο και διδάσκαλό του Μακάριο. Αργότερα μετέβη στο Άγιον Όρος, ασκήτευσε στα περίχωρα της μονής Μεγίστης Λαύρας και απεβίωσε ειρηνικά το 1651 μ.Χ., ενώ μετά την κοίμησή του ανέβλυσε μύρο από το τίμιο λείψανό του.
Ο Άγιος Σάββας ο Σαμολαδάς καταγόταν από την πόλη Νίγδη της Μ. Ασίας, αλλά διέμενε στην Κων/πολη, όπου συνελήφθη από τους Τούρκους, επειδή εφθονούσαν την περιουσία του και επειδή παρέμεινε ακλόνητος στην χριστιανική του πίστη, απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 1726 μ.Χ..
Ο Άγιος Νικόλαος καταγόταν από την Κων/πολη, συνελήφθη εκεί από τους Τούρκους και επειδή δεν αρνήθηκε την χριστιανική του πίστη, απεβίωσε μαρτυρικά το 1732 μ.Χ..

13.
Ιωάννου του Χρυσοστόμου πατριάρχου Κων/πόλεως, οσίου Ιλαρίωνος του Ίβηρος, οσιομαρτύρων Δαμασκηνού και Δαμιανού του εκ Μυριχόβου.

Ο Άγιος Ιωάννης, ο οποίος επονομάσθηκε Χρυσόστομος εξαιτίας της εξαιρετικής ευγλωττίας και ρητορικής του δεινότητας, καταγόταν από την Αντιόχεια, προερχόταν από ευσεβείς γονείς, από τους οποίους ο πατέρας του ήταν στρατηγός. Διακρίθηκε στα γράμματα και στις επιστήμες, ενώ απέκτησε και βαθιά θεολογική κατάρτιση. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αντιόχεια και στην Αθήνα, μετέβη στην έρημο, όπου ασκήθηκε για 6 χρόνια. Έπειτα χειροτονήθηκε στην Αντιόχεια αρχικά διάκονος και το 387 μ.Χ. πρεσβύτερος, συγκινώντας βαθύτατα με τους υπέροχους λόγους του τους πιστούς. Γι’ αυτό και το 397 μ.Χ. εξελέγη πατριάρχης Κων/πολης. Υπήρξε έξοχος ποιμένας αλλά και ερμηνευτής των ιερών γραφών, αφήνοντας ανεκτίμητο και πολυπληθές συγγραφικό έργο καθώς και την δική του συγγραφή της Θείας Λειτουργίας. Ήταν, όμως, και αυστηρός και θαρραλέος κριτής κάθε παρανομίας, γι’ αυτό και δημιούργησε πολλούς εχθρούς, άρχοντες, κληρικούς και λαϊκούς, ανάμεσά τους και την Ευδοξία, σύζυγο του αυτοκράτορα Αρκαδίου, με την μεσολάβηση της οποίας καθαιρέθηκε και εξορίσθηκε στην Πραινετό της Βιθυνίας στην Μ. Ασία. Αλλά, λόγω της μεγάλης αντίδρασης του λαού αναγκάσθηκε μετά από μερικές ημέρες να τον επαναφέρει, όμως τον εξόρισε και πάλι ένα χρόνο αργότερα στον Κουκουσό της Αρμενίας και από εκεί στα Κόμανα της Καππαδοκίας, όπου και απεβίωσε το 407 μ.Χ. εξαντλημένος από τις ταλαιπωρίες και τις κακουχίες που υπέστη (εορτάζει και στις 30 Ιανουαρίου, των Τριών Ιεραρχών).
Ο Όσιος Ιλαρίων, ο οποίος καταγόταν από την Ιβηρία, την σημερινή Γεωργία, είναι πιθανόν το ίδιο πρόσωπο με τον ομώνυμο Όσιο ο οποίος εορτάζει στις 19 Νοεμβρίου (βλ.λ.).
Ο Όσιος Δαμασκηνός καταγόταν από την συνοικία Γαλατάς της Κων/πολης και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Όταν, όμως, κάποτε έμεινε ορφανός σε νεαρή ηλικία, αναγκάσθηκε να γίνει μωαμεθανός, για να αποφύγει την τιμωρία των Τούρκων για κάποιο παράπτωμά του. Αλλά αργότερα μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή και μετέβη στην μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, όπου εμόνασε για 12 χρόνια. Κατόπιν επανήλθε στην Κων/πολη κηρύττοντας δημόσια την χριστιανική πίστη, όταν όμως ετόλμησε να εισέλθει σε τζαμί για να κηρύξει, συνελήφθη εκεί από τους Τούρκους, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά το 1681 μ.Χ. με αποκεφαλισμό μπροστά στην πύλη του πατριαρχείου.
Για τον Όσιο Δαμιανό βλ. 23 Φεβρουαρίου.

14.
Φιλίππου του αποστόλου, Στάχυος επισκόπου, Γρηγορίου του Παλαμά αρχιεπισκόπου Θεσ/νίκης, Θωμά πατριάρχου Κων/πόλεως του νέου, νεομαρτύρων Κωνσταντίνου του Υδραίου και Παντελεήμονος του εν Κρήτη.

Ο Απόστολος Φίλιππος καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν ένας από τους 12 μαθητές του Ιησού Χριστού. Όταν ο Χριστός τον εκάλεσε κοντά Του, όχι μόνο δέχθηκε, αλλά προέτρεψε τον φίλο του και αργότερα Απόστολο Ναθαναήλ (βλ. 22 Απριλίου) να Τον ακολουθήσει κι εκείνος. Μετά την Πεντηκοστή εκήρυξε τον θείο λόγο στην Μ. Ασία έχοντας ως συμπαραστάτες στο έργο του τον Απόστολο Βαρθολομαίο και την αδελφή του Μαριάμνη (βλ. 11 Ιουνίου και 17 Φεβρουαρίου αντίστοιχα), αντιμετωπίζοντας καθημερινά πολλούς κινδύνους και κακουχίες. Συνελήφθη, όμως επί αυτοκρατορίας Τραϊανού (98-117 μ.Χ.) στην Ιεράπολη της Μ. Ασίας από τους ειδωλολάτρες, διαπομπεύθηκε στους δρόμους της πόλης και κρεμάσθηκε ανάποδα από ένα ξύλο στην πλατεία μαζί με τον Βαρθολομαίο και την Μαριάμνη, Τότε αυτός μεν απεβίωσε εκεί μαρτυρικά, ενώ οι ακόλουθοί του επέζησαν από το μαρτύριο αυτό. Κατόπιν ο Απόστολος Βαρθολομαίος χειροτόνησε εκεί τον Άγιο Στάχυ επίσκοπο Ιεράπολης.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς καταγόταν από την Κων/πολη, ενώ ο πατέρας του ήταν μέλος της Συγκλήτου. Έλαβε σπουδαία μόρφωση και σε ηλικία 20 ετών μετέβη μαζί με τους 2 αδελφούς του στο Άγιον Όρος. Εκεί έγινε μοναχός αρχικά στην μονή Βατοπαιδίου και υπήρξε μαθητής του Οσίου Νικηφόρου (βλ. 11 Ιουλίου), ενώ κατόπιν μετέβη στην Μεγίστη Λαύρα, όπου έγινε μαθητής του Οσίου Γρηγορίου (βλ. 6 Απριλίου) και έπειτα ασκήτευσε σε ερημικές τοποθεσίες του Αγίου Όρους. Ύστερα κατέφυγε στην Σκήτη του Προδρόμου στην Βέροια και κατόπιν στην Θεσ/νίκη, όπου έγινε ιερέας. Έπειτα επέστρεψε στο Άγιον Όρος και έγινε ιδρυτής του ησυχασμού, ασκητικής πρακτικής και θεολογίας κατά την οποία με την απόλυτη ησυχία, περισυλλογή και νέκρωση των αισθήσεων ο ασκητής καθίσταται ικανός να δει το άκτιστο φως του Θεού. Ως δεινός θεολόγος κατετρόπωσε με συγγράμματα και αγώνες τον λόγιο μοναχό από την Καλαβρία Βαρλαάμ, ο οποίος εμφανίστηκε ως αντίπαλος του ησυχασμού. Κατόπιν εξελέγη αρχιεπίσκοπος Θεσ/νίκης, αλλά η πόλη αυτή ήταν διχασμένη από δύο πολιτικά κινήματα και έτσι αναγκάστηκε να καταφύγει στην Λήμνο. Αργότερα επέστρεψε στην πόλη πανηγυρικά, αλλά έπειτα, κατά την μετάβασή του στην Κων/πολη, συνελήφθη από Τούρκους πειρατές και μεταφέρθηκε στην Προύσα της Μ. Ασίας. Στο τέλος, όμως, κατάφερε να επιστρέψει στην Θεσ/νίκη, όπου και απεβίωσε ειρηνικά το 1360 μ.Χ. σε ηλικία 64 ετών.
Ο Άγιος Θωμάς ο νέος ήταν αρχικά διάκονος στον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κων/πολη, έπειτα έγινε πρεσβύτερος, ενώ αργότερα εξελέγη εκεί πατριάρχης από το 665 έως το 668 μ.Χ.. Έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος καταγόταν από την Ύδρα και σε ηλικία 18 ετών μετέβη στην Ρόδο, όπου έγινε υπηρέτης στην οικία του Τούρκου πασά Χασάν. Εκεί, όμως, αλλαξοπίστησε και έγινε μωαμεθανός, αλλά μετά από 3 χρόνια μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή και κατέφυγε στην Κριμαία (ή στην πόλη Κρίμι). Μετά από 3 χρόνια μετέβη στην Κων/πολη και έπειτα εστάλη από τον πατριάρχη Άγιο Γρηγόριο Ε΄ (βλ. 10 Απριλίου) στην μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Ύστερα επανήλθε στην Ρόδο, όπου ομολόγησε ενώπιον του πασά ότι επέστρεψε στην χριστιανική πίστη. Τότε συνελήφθη, υπέστη βασανιστήρια για 5 μήνες, ενώ έπειτα απεβίωσε μαρτυρικά με απαγχονισμό το 1800 μ.Χ..
Ο Άγιος Παντελεήμων καταγόταν από τις Σπέτσες, συνελήφθη όμως από τους Τούρκους και απεβίωσε μαρτυρικά για την χριστιανική του πίστη στην Κρήτη το 1848 μ.Χ..

15.
Γουρία, Σαμωνά, Αβίβου, Δημητρίου του εν Δαβουδίω, Ελπιδίου, Μαρκέλλου, Ευστοχίου, Ευψυχίου, Νεάρχου και Καρτερίου των μαρτύρων, Κυντιανού επισκόπου, Ιουστινιανού και Θεοδώρας των βασιλέων, οσίου Παΐσίου Βελιτσκόφσκυ.

Οι Άγιοι Γουρίας και Σαμωνάς κατάγονταν από τις κωμοπόλεις της Μεσοποταμίας Σαρκιγειτνά και Γάναδο αντίστοιχα και επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού ήταν ιερείς στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Συνελήφθησαν, όμως, από τον ηγεμόνα της Έδεσσας Αντωνίνο, επειδή οι ειδωλολάτρες τους κατήγγειλαν στις αρχές εξαιτίας του χριστιανικού έργου που επιτελούσαν εκεί. Έπειτα φυλακίσθηκαν από αυτόν, επειδή αρνήθηκαν να θυσιάσουν ενώπιόν του στα είδωλα, υπέστησαν σκληρά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το έτος 288 μ.Χ..
Ο Άγιος Άβιβος ήταν ιεροδιάκονος και μετέβαινε σε πόλεις και χωριά στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας κηρύττοντας τον θείο λόγο επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Λικινίου. Για την δράση του όμως αυτή συνελήφθη από τις αρχές, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά το 316 μ.Χ. με θάνατο στην πυρά.
Ο Άγιος Δημήτριος καταγόταν από το χωριό Δαβούδιο κοντά στην Αμαπασό της Μ. Ασίας, συνελήφθη από τον άρχοντα Πούπλιο επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού, υπέστη βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 298 μ.Χ..
Ο Άγιος Ελπίδιος ήταν μέλος της Συγκλήτου και ανώτερος αξιωματούχος του αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Ιουλιανού του Παραβάτη (361-363 μ.Χ.). Όταν, όμως, έγινε γνωστό σ’ εκείνον ότι ήταν χριστιανός, συνελήφθη μαζί με τους Αγίους Μάρκελλο και Ευστόχιο, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο στην πυρά.
Οι Άγιοι Ευψύχιος, Νέαρχος και Καρτέριος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Κυντιανός (ή Κυντίων ή Κυντιρίων ή Κυντιριανός) υπήρξε επίσκοπος στην Σεβάστεια της Καππαδοκίας και συμμετείχε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 28 Μαΐου). Έζησε βίο ασκητικό, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Ιουστινιανός υπήρξε αυτοκράτορας από το 527 έως το 565 μ.Χ.. Σύζυγός του ήταν η Αγία Θεοδώρα, η οποία αρχικά υπήρξε θεατρίνα του ιπποδρόμου και διήγε άστατη ζωή, ενώ έπειτα άλλαξε ριζικά στάση ζωής και εργαζόταν ως ράπτρια. Κατόπιν, ως αυτοκράτειρα βοήθησε σημαντικά τον Ιουστινιανό με την προσωπικότητά της στο έργο του αλλά κυρίως στην καταστολή της εξέγερσης των δήμων κατά την στάση του Νίκα και τον θλιβερό απολογισμό της σε νεκρούς. Ενίσχυσαν τον μοναχισμό και την ιεραποστολή, ίδρυσαν πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα και έργα κοινής ωφελείας, αλλά και πολλούς ναούς και μονές, όπως τον περίφημο ναό της Αγίας Σοφίας στην Κων/πολη (βλ. 22 Δεκεμβρίου, θυρανοίξια ναού) και την μονή του όρους Σινά. Απελευθέρωσε με συνεχείς πολέμους μεγάλες περιοχές από την κατοχή των Γότθων, Βανδάλων και Περσών, συνάντησε όμως και την δυσφορία του λαού από τις συνεχείς φορολογίες αλλά και λόγω των φοβερών θεομηνιών που συνέπεσαν. Επίσης, αναθεώρησε την ρωμαϊκή νομοθεσία με γνώμονα την χριστιανική πίστη και καταπολέμησε την αυθαιρεσία των δυνατών γαιοκτημόνων.
Σε μερικά, όμως, χειρόγραφα οι δύο Άγιοι αναφέρονται ως Ιουστίνος και ΘεοδώραΕυφημία), οπότε σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται για τον θείο του Ιουστιανιανού, ο οποίος ήταν αυτοκράτορας από το 518 έως το 527 μ.Χ., είχε ως σύζυγο την Λουπικία, η οποία κατόπιν επονομάσθηκε Ευφημία, ενώ μετά την κοίμησή της έλαβε ως δεύτερη σύζυγό του την Θεοδώρα.
Ο Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ εμόνασε στις μονές Λιούμπετζ και Μεντβεντόφσκυ κοντά στο Κίεβο της Ρωσίας. Κατόπιν μετέβη στις σκήτες της Βλαχίας και έπειτα στο Άγιον Όρος. Το 1758 μ.Χ. χειροτονήθηκε ιερέας και ίδρυσε την σκήτη του Προφήτη Ηλία, έπειτα μετέβη στην Δραγομίρνα, ενώ ύστερα στις μονές Σεκούλ και Νιαμέτς. Κατόπιν γίνεται αρχιμανδρίτης, ενώ το 1794 μ.Χ. απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 72 ετών.

16.
Ματθαίου του Αποστόλου και Ευαγγελιστού.


Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος καταγόταν από την Γαλιλαία και ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη, αλλά όταν ο Ιησούς Χριστός τον εκάλεσε κοντά Του ευρισκόμενος στην Καπερναούμ, Τον ακολούθησε αμέσως κι έγινε ένας από τους 12 μαθητές Του. Μετά την Πεντηκοστή ο Ματθαίος εκήρυξε τον θείο λόγο στους Πάρθους και στους Μήδους και επετέλεσε εκεί πλήθος θαυμάτων. Συνέγραψε το πρώτο Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης το 64 μ.Χ., ενώ εδίδαξε την χριστιανική πίστη και στην Ιεράπολη της Συρίας, όπου αργότερα απεβίωσε ειρηνικά ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή απεβίωσε μαρτυρικά στην Αιθιοπία με θάνατο στην πυρά.

17.
Γρηγορίου επισκόπου Νεοκαισαρείας του θαυματουργού, Γενναδίου και Μαξίμου πατριαρχών Κων/πόλεως, Σακ του Πέρσου, οσίων Γενναδίου του Βατοπαιδινού, Ζαχαρίου του σκυτοτόμου, Ιωάννου, Ιουστίνου, Λαζάρου του ζωγράφου, Ιωάννου του Δερμοκαΐτου, Λογγίνου του ασκητού και Νίκωνος του θαυματουργού.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο θαυματουργός καταγόταν από την Νεοκαισάρεια του Πόντου και προερχόταν από ειδωλολατρική οικογένεια, αλλά σε νεαρή ηλικία διδάχθηκε την χριστιανική πίστη, ενώ εσπούδασε την ρητορική και την νομική επιστήμη στην Αθήνα και στην Αλεξάνδρεια. Έπειτα διδάχθηκε την θεολογία από τον Ωριγένη στην Καισάρεια της Παλαιστίνης. Επέστρεψε κατόπιν στην πατρίδα του ζώντας εκεί ασκητικά και παρά τις αρνήσεις του εξελέγη επίσκοπος της πόλης του σε μια εποχή που υπήρχαν εκεί μόνον 17 χριστιανοί. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει πολλά θαύματα και οδήγησε πλήθος ανθρώπων στην χριστιανική πίστη, ώστε όταν απεβίωσε ειρηνικά γύρω στο 270 μ.Χ. να απομείνουν εκεί ελάχιστοι ειδωλολάτρες.
Ο Άγιος Γεννάδιος ήταν αρχικά πρεσβύτερος στην Εκκλησία της Κων/πολης, όπου αργότερα διετέλεσε πατριάρχης από το 458 έως το 471 μ.Χ.. Υπήρξε υπέρμαχος της Ορθοδοξίας και καταπολέμησε με τοπική σύνοδο την σιμωνία, την χειροτόνηση δηλαδή αρχιερέων με χρηματισμό. Ως πατριάρχης έζησε βίο ασκητικό, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Μάξιμος καταγόταν από την Πελοπόννησο και υπήρξε πατριάρχης Κων/πολης από το 1476 έως το 1482 μ.Χ.. Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά. Σύμφωνα, όμως, με άλλη εκδοχή πρόκειται για διαφορετικό πατριάρχη, τον Άγιο Μαξιμιανό (ή Μάξιμο), ο οποίος εορτάζει στις 21 Απριλίου (βλ.λ.).
Ο Άγιος Σακ καταγόταν από την Περσία, ενώ δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία για την ζωή και την δράση του. Ίσως πρόκειται για τον μάρτυρα Άγιο Σάκτο, ο οποίος εορτάζει στις 25 Ιουλίου (βλ.λ.).
Ο Όσιος Γεννάδιος ήταν μοναχός και δοχειάρης, δηλαδή αποθηκάριος, στην μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους. Έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο, ενώ αξιώθηκε από την Παναγία να ιδεί ένα θαύμα, κατά το οποίο ένα άδειο πιθάρι ανέβλυζε λάδι. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ζαχαρίας ήταν σκυτοτόμος, δηλαδή βυρσοδέψης, και ζούσε ενάρετο βίο με την οικογένειά του, ενώ τα μισά από τα χρήματα που εκέρδιζε τα έδινε στους πτωχούς. Όταν κάποτε ο εύπορος και αξιωματούχος Όσιος Ιωάννης αξιώθηκε να δει ένα θεϊκό φως που συνόδευε τον Ζαχαρία καθώς εξερχόταν από τον ναό της Αγίας Σοφίας στην Κων/πολη, τον ακολούθησε μέχρι να φθάσει στην οικία του και έμαθε για την αγιότητα του βίου του. Τότε εγκατέλειψε τα αξιώματα και την προηγούμενη ζωή του και έζησε ευσεβή και ασκητικό βίο. Απεβίωσαν και οι δύο ειρηνικά κατά τον 7ο αι. μ.Χ..
Ο Όσιος Ιουστίνος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Λάζαρος ο ζωγράφος, δηλαδή αγιογράφος, έγινε σε νεαρή ηλικία μοναχός, έπειτα χειροτονήθηκε ιερέας και ασχολήθηκε με την αγιογραφία. Επί αυτοκρατορίας του εικονομάχου Θεόφιλου (829-842 μ.Χ.), επειδή συνέχισε να αγιογραφεί εικόνες παρά τις απαγορεύσεις που υπήρχαν, υπέστη διώξεις, κακοποιήθηκε στα χέρια και εξορίσθηκε στην μονή Προδρόμου στον Πόντο. Μετά το τέλος της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών) αναστήλωσε ο ίδιος την εικόνα της Παναγίας στην Χαλκή πύλη της Κων/πολης (π.β. 29 Μαΐου, Οσία Θεοδοσία), ενώ στάλθηκε ως πρέσβυς στην Ρώμη για ζητήματα σχετικά με τις εικόνες. Αργότερα μετέβη για δεύτερη φορά στην Ρώμη, αλλά κατά την διάρκεια του ταξιδιού του ασθένησε και απεβίωσε το 867 μ.Χ..
Ο Όσιος Ιωάννης ο Δερμοκαΐτης ήταν ασκητής στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας στην Μ. Ασία επί αυτοκρατορίας Ρωμανού Λεκαπηνού (919-944 μ.Χ.). Έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Λογγίνος υπήρξε λόγιος ασκητής της ερήμου, έζησε εκεί βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νίκων ο θαυματουργός έζησε στην Ρωσία βίο ευσεβή, υπήρξε μαθητής του Αγίου Σεργίου και απεβίωσε ειρηνικά το 1427 μ.Χ..

18.
Πλάτωνος, Ζακχαίου, Αλφαίου, Ρωμανού και νηπίου των μαρτύρων, Ρωμανού μάρτυρος, Βασιλείου του οσίου, Αναστασίου νεομάρτυρος του εκ Παραμυθίας.

Ο Άγιος Πλάτων καταγόταν από την Άγκυρα της Μ. Ασίας και ήταν αδελφός του Αγίου Αντιόχου (βλ. 16 Ιουλίου). Συνελήφθη επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού από τον ηγεμόνα Αγριππίνο και ομολόγησε ενώπιόν του την πίστη του στον Χριστό. Υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 296 μ.Χ..
Οι Άγιοι Ζακχαίος, ο οποίος ήταν διάκονος στα Γάδειρα της Ισπανίας, και ο αναγνώστης Αλφαίος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης, φυλακίσθηκαν, υπέστησαν πολλά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 307 μ.Χ..
Ο Άγιος Ρωμανός, επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού, εφώναξε προς τον άρχοντα της Αντιόχειας Ασκληπιάδη που εισερχόταν σε ειδωλολατρικό ναό, λέγοντάς του πως μόνον ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός και ότι αυτό το διαλαλούν ακόμα και τα νήπια. Τότε, εσήκωσε ένα νήπιο στα χέρια του και όταν το ερώτησε, εκείνο ομίλησε θαυματουργικά για τον Χριστό. Τότε, όμως, ο Άγιος συνελήφθη και ρίφθηκε στη φυλακή, ενώ το νήπιο απεβίωσε εκείνη την στιγμή μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Έπειτα ο Άγιος υπέστη εκτομή της γλώσσας και απεβίωσε μαρτυρικά με πνιγμό μέσα στην φυλακή το 305 μ.Χ..
Ο Άγιος Ρωμανός καταγόταν από την Παλαιστίνη και ήταν διάκονος στην Καισάρεια. Τα υπόλοιπα, όμως, βιογραφικά του στοιχεία στα χειρόγραφα είναι όμοια με του ανωτέρω ομωνύμου Αγίου, εκτός από την αναφορά για το νήπιο. Απεβίωσε πάντως μαρτυρικά στην Αντιόχεια επί αυτοκρατορίας Διοκλητιανού με πνιγμό μέσα στην φυλακή το 298 μ.Χ.. Είναι, λοιπόν, πιθανόν ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο.
Ο Όσιος Βασίλειος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά. Είναι πιθανόν, όμως, ότι εμόνασε στην μονή Αγαύρων της Βιθυνίας στην Μ. Ασία, όπου αργότερα εμόνασε και διετέλεσε ηγούμενος ο ανιψιός του Όσιος Ευστράτιος (βλ. 9 Ιανουαρίου).
Ο Άγιος Αναστάσιος καταγόταν από την Παραμυθιά της Ηπείρου και όταν κάποτε εργαζόταν στους αγρούς, συνεπλάκη με μερικούς Τούρκους για να προστατεύσει την αδελφή του από επίθεσή τους. Έπειτα, όμως, συκοφαντήθηκε από αυτούς στις αρχές ότι θέλησε δήθεν να αλλαξοπιστήσει και γι’ αυτό συνελήφθη και φυλακίσθηκε. Επειδή, όμως, παρέμεινε ακλόνητος στην χριστιανική του πίστη, παρά τις κολακείες που δέχθηκε, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό κοντά σε μία μονή της Παραμυθιάς το 1750 μ.Χ..

19.
Αβδιού του προφήτου, Άζη του θαυματουργού και των συν αυτώ αγίων μαρτύρων, αγίων 12 στρατιωτών μαρτύρων, Βαρλαάμ, Αγαπίου, Ηλιοδώρου των μαρτύρων, Ανθίμου, Θαλλελαίου και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, οσίων Σίμωνος, Ιλαρίωνος του Ίβηρος και Βαρλαάμ του εν τω Σπηλαίω.

Ο Προφήτης Αβδιού Οβδιού), ο οποίος ανήκει στους λεγόμενους μικρούς προφήτες, έδρασε γύρω στο 586 μ.Χ.. Προφήτευσε μεταξύ άλλων την πτώση του Ισραήλ αλλά και την καταστροφή των Ιδουμαίων, οι οποίοι εισήλθαν μαζί με τους Βαβυλώνιους στην Ιερουσαλήμ και άρπαζαν τις περιουσίες των Εβραίων. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Άζης ο θαυματουργός καταγόταν από την Ισαυρία της Μ. Ασίας, ήταν στρατιώτης, αλλά λιποτάκτησε από τον στρατό και κατέφυγε στην έρημο ως ασκητής. Συνελήφθη, όμως, προδομένος από κυνηγούς, και ομολόγησε την πίστη στον Χριστό ενώπιον του αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού. Τότε οδηγήθηκε στον άρχοντα Ακυλίνο μαζί με τους 150 στρατιώτες, οι οποίοι είχαν σταλεί για να τον συλλάβουν αλλά επίστευσαν στον Χριστό από τα θαύματα του Αγίου. Παρόμοια επίστευσαν στον Χριστό και 2 Αγίες, η σύζυγος και η κόρη του Ακυλίνου, και γι’ αυτό απεβίωσαν και αυτές μαζί με τους στρατιώτες μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Έπειτα ο Άγιος, αφού υπέστη βασανιστήρια, απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 289 μ.Χ..
Οι 12 Άγιοι ήταν στρατιώτες συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης και απεβίωσαν μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν, είναι πιθανόν όμως να εμαρτύρησαν και αυτοί κατά την εποχή του ανωτέρω Αγίου Άζη (βλ.λ.).
Ο Άγιος Βαρλαάμ καταγόταν από την Αντιόχεια και συνελήφθη σε γεροντική ηλικία επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) από τον έπαρχο της πόλης και ανακρίθηκε. Αφού ομολόγησε ενώπιόν του την πίστη του στον Χριστό, υπέστη πολλά βασανιστήρια και οδηγήθηκε σε ειδωλολατρικό βωμό. Τότε τοποθέτησαν στο χέρι του λιβάνι και αναμμένα κάρβουνα. για να τον αναγκάσουν να κινήσει το χέρι του μπροστά από τον βωμό και να φανεί έτσι πως θυσίαζε στα είδωλα. Όμως ο Άγιος κράτησε ακίνητο το χέρι του και απεβίωσε εκεί μαρτυρικά.
Ο Άγιος Αγάπιος καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης και συνελήφθη εκεί λόγω της χριστιανικής του πίστης από τον αυτοκράτορα Μαξιμίνο (311-313 μ.Χ.). Διαπομπεύθηκε στο στάδιο της πόλης και δόθηκε ως βορά στα άγρια θηρία, ενώ την επόμενη ημέρα, ημιθανής από τις πληγές, απεβίωσε μαρτυρικά με πνιγμό στην θάλασσα.
Ο Άγιος Ηλιόδωρος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης στην πόλη Μαγιδώ της Παμφυλίας στην Μ. Ασία από τον άρχοντα Αέτιο επί αυτοκρατορίας Αυρηλιανού. Υπέστη φρικτά βασανιστήρια, αλλά με τα θαύματα που επετέλεσε οδήγησε πολλούς ειδωλολάτρες στην χριστιανική πίστη και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 272 μ.Χ..
Οι Άγιοι Άνθιμος, Θαλλέλαιος, Χριστοφόρος, Παγχάριος, Ευφημία και τα παιδιά της συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Όσιος Σίμων καταγόταν από την Καλαβρία της Ιταλίας και ήταν μοναχός. Όταν κάποτε μερικοί μοναχοί της μονής συνελήφθησαν από Τούρκους πειρατές και μεταφέρθηκαν στην Αφρική, στάλθηκε από τον ηγούμενο εκεί για να τους εξαγοράσει. Εκεί με τα θαύματα που επετέλεσε προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στους πειρατές, ενώ στο τέλος κατάφερε να απελευθερώσει τους μοναχούς και να επιστρέψουν έπειτα όλοι στην μονή. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ιλαρίων καταγόταν από την Ιβηρία, την σημερινή Γεωργία, όπου εκήρυξε την χριστιανική πίστη, ενώ έπειτα μετέβη στα Ιεροσόλυμα, στην Κων/πολη, στην Βιθυνία της Μ. Ασίας και στην Ρώμη. Στην Θεσ/νίκη αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελέσει θαύματα, ενώ ίδρυσε εκεί ναό και εδίδαξε τον θείο λόγο. Απεβίωσε ειρηνικά το 875 μ.Χ..
Ο Όσιος Βαρλαάμ ήταν γιος του Ρώσου αξιωματούχου Ιωάννη και έγινε μοναχός κοντά στον Όσιο Αντώνιο (βλ. 10 Ιουλίου), ιδρυτή της λαύρας των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας. Ο πατέρας του, όμως, αντέδρασε και τον απομάκρυνε βίαια από εκεί, αλλά έπειτα τον άφησε ελεύθερο να επιστρέψει. Αργότερα έγινε εκεί ηγούμενος, ενώ έπειτα οργάνωσε και την μονή Αγίου Δημητρίου στο Κίεβο. Μετά την επίσκεψή του, όμως, στα Ιεροσόλυμα και την προσκύνηση των Αγίων Τόπων, ασθένησε κατά την επιστροφή του στο Βλαντιμίρ της Ρωσίας και απεβίωσε εκεί το 1065 μ.Χ..

20.
Γρηγορίου Δεκαπολίτου, Πρόκλου, Ιωάννου, Σαβωρίου, Ισαακίου, Παππία και Ισαακίου των ιερομαρτύρων, Ωνάμ μάρτυρος, Γεϊθαζέτ, Θέκλας και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, Νιρσά και Ιωσήφ και των συν αυτοίς αγίων μαρτύρων, Δασίου, Ευσταθίου, Θεσπεσίου και Ανατολίου των μαρτύρων, Ιωάννου οσίου, Θεοκτίστου του ομολογητού.

Ο Όσιος Γρηγόριος ο Δεκαπολίτης καταγόταν από την Ειρηνούπολη της περιοχής Δεκάπολη στην Παλαιστίνη και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Αφού έγινε μοναχός, περιπλανήθηκε κατά την περίοδο της Εικονομαχίας (βλ. Τριώδιο, Α΄ Κυριακή Νηστειών) σε διάφορους τόπους και μονές και κατέληξε στην Κων/πολη. Έδωσε παντού σκληρούς αγώνες για την αποκατάσταση των ιερών εικόνων, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα. Έπειτα από πολλές περιπλανήσεις του σε Ανατολή και Δύση, κατέληξε στον Όλυμπο, όπου αρρώστησε βαριά και εξασθένησε πολύ. Στη συνέχεια μετέβη στην μονή του Αγίου Μηνά στην Θεσ/νίκη, ενώ έπειτα ξανά στην Κων/πολη, όπου και απεβίωσε ασθενής από τις διαρκείς οδοιπορίες το 816 μ.Χ..
Ο Άγιος Πρόκλος υπήρξε μαθητής του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου (βλ. 13 Νοεμβρίου), χειροτονήθηκε αρχικά διάκονος, κατόπιν πρεσβύτερος στην Κων/πολη, ενώ έπειτα εξελέγη επίσκοπος στην Κύζικο της Μ. Ασίας. Επειδή, όμως, δεν έγινε δεκτός στην επισκοπή του, παρέμεινε στην Κων/πολη, όπου αργότερα εξελέγη εκεί πατριάρχης από το 434 έως το 446 μ.Χ., οπότε και απεβίωσε ειρηνικά.
Οι Άγιοι Ιωάννης, Σαβώριος και Ισαάκιος, οι οποίοι ήταν επίσκοποι στην Περσία, οι πρεσβύτεροι Παππίας και Ισαάκιος και ο ασκητής Ωνάμ συνελήφθησαν από τον Πέρση βασιλιά και διώκτη των χριστιανών Σαπώρ Β΄ και απεβίωσαν μαρτυρικά οι τρεις πρώτοι με λιθοβολισμό, ενώ οι άλλοι δύο με αποκεφαλισμό το 343 μ.Χ..
Οι Άγιοι Γεϊθαζέτ ο ευνούχος, Σασάνη, Νοηλμάρης και Ζαρουαντίνης καθώς και οι ασκήτριες Αγίες Θέκλα, Βαουθά, Δινάχ, Τεντούς, Μάμα, Μαλοχία, Άννα, Νανά, Άστη και Μαλάχ ζούσαν στην Περσία και επειδή αρνήθηκαν να υπακούσουν στην εντολή του Πέρση βασιλιά, πιθανόν του διώκτη των χριστιανών Σαπώρ Β΄ (310-379 μ.Χ.), και να θυσιάσουν στους ειδωλολατρικούς θεούς, απεβίωσαν εκεί μαρτυρικά, άλλοι με θάνατο από μάχαιρα και άλλοι με αποκεφαλισμό.
Οι Άγιοι Νιρσάς, ο οποίος ήταν επίσκοπος σε ηλικία 80 ετών και ο μαθητής του και επίσκοπος Ιωσήφ ηλικίας 89 ετών κατάγονταν από την Περσία. Συνελήφθησαν, όμως, ως χριστιανοί μαζί με άλλους Αγίους επισκόπους, ιερείς και λαϊκούς από τον Πέρση βασιλιά και διώκτη των χριστιανών Σαπώρ Β΄ (310-379 μ.Χ.), υπέστησαν βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Δάσιος καταγόταν από το Δορύστολο της σημερινής Βουλγαρίας και υπηρετούσε ως στρατιώτης επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Μαξιμιανού. Στην πόλη αυτή συνήθιζαν κάθε χρόνο να προσφέρουν μετά από κλήρωση έναν νέο στρατιώτη ως θυσία στον θεό Κρόνο, αφού πρώτα ντυμένος με ακριβά ενδύματα απολάμβανε για έναν μήνα όλες τις απολαύσεις και επιθυμίες του. Ο κλήρος, όμως, το 298 μ.Χ. έπεσε στον Δάσιο, ο οποίος αρνήθηκε το έθιμο αυτό και προτίμησε να θυσιασθεί ως χριστιανός. Ομολόγησε ενώπιον του αυτοκράτορα την χριστιανική του πίστη και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Οι Άγιοι Ευστάθιος, Θεσπέσιος και Ανατόλιος κατάγονταν από την Γάγγρα της Παφλαγονίας στην Μ. Ασία, ήταν αδέλφια και έγιναν χριστιανοί κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού των από τον πρεσβύτερο Αντιοχείας Λουκιανό. Βαπτίσθηκαν στην Νικομήδεια της Μ. Ασίας από τον επίσκοπο Άνθιμο και ο Ευστάθιος χειροτονήθηκε διάκονος, ενώ ο πατέρας τους Φιλόθεος έγινε πρεσβύτερος. Αργότερα, μετά την κοίμηση των γονέων τους, συνελήφθησαν από τον αυτοκράτορα Μαξιμιανό, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά το 300 μ.Χ., ενώ έπειτα αποκεφάλισαν τα τίμια λείψανά τους.
Ο Όσιος Ιωάννης υπήρξε ασκητής στην έρημο της Νιτρίας στην Αίγυπτο, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, αλλά παραμένει άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Άγιος Θεόκτιστος ο ομολογητής ήταν πατρίκιος, δηλαδή ευγενής, εκάρη μοναχός από τον Όσιο Θεόδωρο τον Στουδίτη (βλ. 11 Νοεμβρίου) και αγωνίσθηκε μαζί του κατά των εικονομάχων ομολογώντας την πίστη του στις ιερές εικόνες. Αργότερα έγινε επίτροπος του ανήλικου αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄, αλλά το 854 μ.Χ. συνελήφθη από τον Βάρδα, θείο του αυτοκράτορα, και ρίφθηκε στην φυλακή, όπου απεβίωσε μαρτυρικά ύστερα από δολοφονία.

21.
Τα εν τω ναώ εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου, οσίου Σωζομενού επισκόπου Καρπασίας του θαυματουργού, Προκοπίου της Βιάτκα του δια Χριστόν σαλού.

Όταν η Παρθένος Μαρία έγινε τριών ετών, οι γονείς της Άγιοι Ιωακείμ και Άννα κρατώντας την υπόσχεσή τους (βλ. 9 Δεκεμβρίου, σύλληψη Αγίας Άννης και 8 Σεπτεμβρίου, γενέθλιον Θεοτόκου) την οδήγησαν στον Ναό και την αφιέρωσαν στον Θεό. Έγιναν, δηλαδή, τα εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου στα ενδότερα του Ναού, στα Άγια των Αγίων, όπου παρέμεινε για 12 χρόνια και έπειτα επακολούθησε ο Ευαγγελισμός της (βλ. 25 Μαρτίου) από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ και η μνήστευσή της με τον Ιωσήφ.
Ο Όσιος Σωζομενός ο θαυματουργός υπήρξε επίσκοπος Καρπασίας στην Κύπρο, έζησε βίο ευσεβή, ενώ αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα. Πιθανόν να είναι ένας από τους 300 Αγίους τους εξ Αλαμάνων (π.β. 12 Οκτωβρίου) που έζησαν στην Κύπρο κατά τον 12ο αι. μ.Χ..
Ο Άγιος Προκόπιος έζησε στην Βιάτκα της Ρωσίας και υπήρξε δια Χριστόν σαλός, δηλαδή υποκρινόταν ότι ήταν τρελός για να μην γίνει αντιληπτή στους ανθρώπους η αγιότητά του.

22.
Φιλήμονος, Απφίας, Αρχίππου και Ονησίμου των αποστόλων, Κλήμεντος επισκόπου και θαυματουργού, Σισινίου ιερομάρτυρος, Αγαπίου, Αγαπίωνος, Βαλλεριανού, Κικιλίας, Τιβουρτίου, Μαξίμου του καπικλαρίου, Θαδδαίου, Μενίγνου του κναφέως, Προκοπίου του Παλαιστινίου, Μάρκου, Στεφάνου, Μάρκου, Θαλλελαίου, Ανθίμου, Χριστοφόρου και Ευφημίας των μαρτύρων, Μιχαήλ δούκα Τφερίας, Αββά, Γερμανού και Καλλίστου των οσίων, οσίου Ιακώβου (Τσαλίκη) του νέου του θεοφόρου.

Οι Απόστολοι Φιλήμων, η σύζυγός του Απφία, ο συγγενής τους Άρχιππος και ο δούλος του ζεύγους Ονήσιμος προσήλθαν στην χριστιανική πίστη από τον Απόστολο Παύλο και εκήρυτταν τον θείο λόγο. Επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Νέρωνα (54-68 μ.Χ.) συνελήφθη το ζεύγος μαζί με τον Άρχιππο, ενώ προσεύχονταν σε ναό των Κολοσσών της Μ. Ασίας, ομολόγησαν ενώπιον του ηγεμόνα Ανδροκλή την πίστη τους στον Χριστό, υπέστησαν πολλά βασανιστήρια και απεβίωσαν μαρτυρικά με λιθοβολισμό. Ο Ονήσιμος, όμως, ο οποίος προηγουμένως είχε δραπετεύσει από την οικία του κυρίου του, αν και είχε ευνοϊκή μεταχείριση, είχε μεταβεί στην Ρώμη. Εκεί, μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να αναδιοργανώσει την ζωή του, αναζήτησε και συνάντησε τον Απόστολο Παύλο, τον οποίο εγνώριζε από τον κύριό του. Κατόπιν ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη και τον υπηρέτησε για ένα διάστημα στην Ρώμη, ενώ έπειτα επέστρεψε στην οικία του κυρίου του. Μετά το μαρτύριο του Αποστόλου, όμως, συνελήφθη κι αυτός και απεβίωσε μαρτυρικά με ραβδισμό.
Ο Άγιος Κλήμης ο θαυματουργός καταγόταν από ένα χωριό της Μοισίας στην Βουλγαρία, έγινε μοναχός και μαθητής των ιεραποστόλων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου (βλ. 11 Μαΐου), οι οποίοι είχαν σταλεί από τον πατριάρχη Μέγα Φώτιο για να κηρύξουν εκεί τον θείο λόγο. Μετέβη μαζί τους στην Μοραβία και αργότερα, όταν εκδιώχθηκαν από εκεί, χειροτονήθηκε επίσκοπος Αχρίδας στην Βουλγαρία. Ίδρυσε εκεί την μονή του Αγίου Παντελεήμονος, η οποία αποτέλεσε σπουδαίο πνευματικό κέντρο για όλη την Βουλγαρία, αλλά και πολλά σχολεία, σε πολλά από τα οποία εδίδασκε και ο ίδιος. Συνέγραψε πολλά συγγράμματα, λόγους και μεταφράσεις από τα ελληνικά για να βοηθήσει καλύτερα το ποίμνιό του, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά το 916 μ.Χ..
Ο Άγιος Σισίνιος ήταν κληρικός, συνελήφθη όμως ως χριστιανός σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Αγάπιος καταγόταν από την Καππαδοκία και απεβίωσε μαρτυρικά λόγω της χριστιανικής του πίστης με θάνατο από ξίφος σε εποχή διωγμών.
Ο Άγιος Αγαπίων καταγόταν από την Ρώμη, συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών, δόθηκε ως βορά στα άγρια θηρία, αλλά επέζησε, όμως στην συνέχεια απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Η Αγία Κικιλία, η οποία καταγόταν από την Ρώμη, ήταν σύζυγος του Αγίου Βαλλεριανού, ο οποίος προσήλθε από αυτήν στην χριστιανική πίστη, ενώ αργότερα έπεισε τον αδελφό του Άγιο Τιβούρτιο να γίνει και αυτός χριστιανός. Συνελήφθησαν, όμως, επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού από τον έπαρχο της πόλης, επειδή έθαπταν τους νεκρούς μάρτυρες, ομολόγησαν ενώπιόν του την πίστη τους και ρίφθηκαν στην φυλακή. Εκεί, ο Άγιος Μάξιμος ο καπικλάριος καπιτουλάριος), δηλαδή δεσμοφύλακας, επίστευσε εξαιτίας τους στον Χριστό και κατόπιν απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 288 μ.Χ..
Ο Άγιος Θαδδαίος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά, όταν αφέθηκε να κυλήσει από επικλινές έδαφος δεμένος σε τροχό.
Ο Άγιος Μένιγνος ήταν κναφέας, δηλαδή λευκαντής υφασμάτων, και καταγόταν από την πόλη Πάριο της Μ. Ασίας. Εκεί επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου συνελήφθησαν πολλοί χριστιανοί και φυλακίσθηκαν, αλλά με θεία επέμβαση απελευθερώθηκαν, γεγονός που αναστάτωσε την πόλη και κυρίως τους φύλακες στρατιώτες. Τότε ο Άγιος ενθουσιασμένος μετέβη και ποδοπάτησε τα αυτοκρατορικά διατάγματα κατά των χριστιανών, οπότε και συνελήφθη, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 251 μ.Χ..
Ο Άγιος Προκόπιος καταγόταν από τα Ιεροσόλυμα, ασχολήθηκε με την θεολογία και την φιλοσοφία, ενώ ασκήτευσε στην Σκυθούπολη της Παλαιστίνης, όπου ήταν αναγνώστης σε ναό αλλά και κήρυκας του θείου λόγου. Συνελήφθη, όμως, από τον άρχοντα Φλαβιανό και οδηγήθηκε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, όπου επειδή αρνήθηκε να προσφέρει θυσία στα είδωλα, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Οι Άγιοι Μάρκος, Στέφανος και Μάρκος κατάγονταν από την Αντιόχεια της Πισιδίας στην Μ. Ασία και συνελήφθησαν επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού από τον τοπικό ηγεμόνα Μάγνο. Ομολόγησαν ενώπιόν του την πίστη τους στον Χριστό και απεβίωσαν μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 290 μ.Χ..
Οι Άγιοι Θαλλέλαιος και Άνθιμος συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Είναι πιθανόν, όμως, ότι πρόκειται για τους ομώνυμους Αγίους οι οποίοι εορτάζουν στις 19 Νοεμβρίου (βλ.λ.).
Οι Άγιοι Χριστοφόρος και Ευφημία συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Είναι πιθανόν, όμως, ότι πρόκειται για τους ομώνυμους Αγίους οι οποίοι εορτάζουν στις 19 Νοεμβρίου (βλ.λ.).
Ο Άγιος Μιχαήλ υπήρξε δούκας Τφερίας στην Ρωσία, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Αββάς ήταν Άραβας στην καταγωγή και μετά από την διδασκαλία ενός μοναχού ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη και έγινε μοναχός. Αργότερα μετέβησαν και οι δύο στην μονή του Οσίου Ευσεβίου (βλ. 15 Φεβρουαρίου) επάνω σε όρος κοντά στο χωριό Ασιχά και ασκήτευσαν κοντά του. Μετά την κοίμηση του Ευσεβίου εξελέγη ηγούμενος ο Όσιος Αββάς και υπήρξε πρότυπο αυστηρής άσκησης. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Γερμανός υπήρξε ιδρυτής της μονής Εικοσιφοινίσσης στην Δράμα, έζησε γύρω στο 880 μ.Χ. διάγοντας βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Κάλλιστος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά. Σύμφωνα με μία εκδοχή ήταν ο πατριάρχης Κων/πολης ο οποίος πατριάρχευσε το 1397 μ.Χ., αλλά το ίδιο έτος αποσύρθηκε σε μια μονή και απεβίωσε εκεί ειρηνικά.
Ο Όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης) ο νέος και θεοφόρος γεννήθηκε το 1920 στο Λιβίσι της Μάκρης στην Μ. Ασία και μετά την Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του οριστικά στο χωριό Φάρακλα της βόρειας Εύβοιας, ζώντας ήδη από τα νεανικά του χρόνια πνευματική ζωή. Σε ηλικία 32 ετών ασκήτευσε στην μονή Οσίου Δαυίδ Ευβοίας, όπου εκάρη ιερομόναχος και αργότερα έγινε εκεί ηγούμενος. Πλήθος κόσμου συνέρρεε εκεί για τον συμβουλευθεί, λόγω των πνευματικών χαρισμάτων, γι' αυτό και απεκλήθη θεοφόρος. Απεβίωσε ειρηνικά στις 21 Νοεμβρίου του 1991 έχοντας διάφορα μακροχρόνια προβλήματα υγείας. Η αγιοκατάταξή του έγινε στις 27/11/2017 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πολης και η μνήμη του ορίσθηκε στις 22 Νοεμβρίου εκάστου έτους.


23.
Αμφιλοχίου, Γρηγορίου, Ισχυρίωνος και Ελένου των επισκόπων, οσίου Σισινίου του ομολογητού, Μερόπης μάρτυρος, Διονυσίου πατριάρχου Κων/πόλεως, Μητροφάνους επισκόπου Βορονεζίας, Αλεξάνδρου του Νέβσκη.

Ο Άγιος Αμφιλόχιος καταγόταν από την Καππαδοκία, έγινε σε νεαρή ηλικία ιερέας, πρεσβύτερος και το 344 μ.Χ. χειροτονήθηκε επίσκοπος Ικονίου στην Μ. Ασία. Υπήρξε φίλος του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου του Θεολόγου (βλ. 1 και 25 Ιανουαρίου αντίστοιχα), εδίδαξε με ζήλο την ορθή πίστη και καταπολέμησε τις αιρετικές διδασκαλίες του Αρείου και του Μακεδονίου. Υπέστη πολλούς διωγμούς από τους αιρετικούς, ενώ μετείχε και στην Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 22 Μαΐου), η οποία κατεδίκασε τον αιρετικό Μακεδόνιο. Απεβίωσε ειρηνικά το 394 μ.Χ. σε βαθιά γηρατειά.
Ο Άγιος Γρηγόριος καταγόταν από τον Ακράγαντα της Σικελίας και σε ηλικία 18 ετών μετέβη για προσκύνημα στα Ιεροσόλυμα, όπου χειροτονήθηκε διάκονος και ασχολήθηκε με την θεολογία. Έπειτα μετέβη στην Αντιόχεια, στην Κων/πολη και στην Ρώμη, ενώ κατόπιν επέστρεψε στον Ακράγαντα, όπου εξελέγη επίσκοπος. Συκοφαντήθηκε, όμως, από δύο κληρικούς για μια υπόθεση μοιχείας και απομακρύνθηκε από το αξίωμά του για δύο χρόνια, αλλά επανήλθε αφού απέδειξε με την επιτέλεση θαύματος την αθωότητά του. Επετέλεσε και άλλα θαύματα, ενώ απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά το 690 μ.Χ..
Ο Όσιος Ισχυρίων υπήρξε επίσκοπος, πιθανόν στην Ταρσό της Μ. Ασίας, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά, αλλά παραμένει άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Έλενος υπήρξε επίσκοπος Ταρσού της Μ. Ασίας, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, αλλά παραμένει άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Σισίνιος ο ομολογητής καταγόταν από την Κύζικο της Μ. Ασίας και συνελήφθη από τον τοπικό ηγεμόνα Αλέξανδρο το 300 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού. Υπέστη βασανιστήρια, φυλακίσθηκε, αλλά στο τέλος αφέθηκε ελεύθερος. Αργότερα έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (βλ. 28 Μαΐου), το 325 μ.Χ., όπου κατατρόπωσε με τα επιχειρήματά του τον αιρετικό Άρειο. Απεβίωσε ειρηνικά σε βαθιά γηρατειά.
Η Αγία Μερόπη είναι πιθανόν ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με την Αγία Μυρόπη (βλ. 2 Δεκεμβρίου).
Ο Άγιος Διονύσιος ο Πελοποννήσιος έγινε μοναχός στην Κων/πολη, υπήρξε μαθητής του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού (βλ. 19 Ιανουαρίου), από τον οποίο χειροτονήθηκε διάκονος και έπειτα πρεσβύτερος. Αργότερα εξελέγη επίσκοπος Φιλιππούπολης με την προστασία της κυρα-Μάρως, μητριάς του σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή, και κατόπιν δύο φορές πατριάρχης Κων/πολης (1467-1472 και 1489-1491 μ.Χ.). Έπειτα παραιτήθηκε από τον θρόνο και ευρισκόμενος σε γεροντική ηλικία απεσύρθη στην μονή Εικοσιφοινίσσης της Δράμας, όπου και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Μητροφάνης υπήρξε επίσκοπος Βορονεζίας στην Ρωσία το 1703 μ.Χ., έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Αλέξανδρος ήταν δούκας, έζησε στο Νέβσκη της Ρωσίας βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.

24.
Κλήμεντος πάπα Ρώμης, Πέτρου Αλεξανδρείας, Αλεξάνδρου, Ερμογένους επισκόπου, Χρυσογόνου, Φιλουμένου, Χριστοφόρου, Ευγενίου, Θεοδώρου, Προκοπίου και Χριστοφόρου των μαρτύρων, Γρηγορίου του εν Χρυσή Πέτρα, Καρίωνος, Μάλχου και Μάρκου του Τριγλινού των οσίων, Μερκουρίου του εν Σμολένσκη.

Ο Άγιος Κλήμης καταγόταν από την Ρώμη, προερχόταν από οικογένεια ευγενών και απέκτησε σπουδαία μόρφωση. Όταν, όμως, άκουσε τους λόγους του Αποστόλου Πέτρου, ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη και έγινε μαθητής του. Έκτοτε αφιερώθηκε στο κήρυγμα του θείου λόγου και στη διάδοση της πίστης, ενώ αποδείχθηκε δεινός ερμηνευτής των Αγίων Γραφών. Το 88 μ.Χ. εξελέγη πάπας Ρώμης και λόγω της χριστιανικής του δράσης συνελήφθη από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό (81-96 μ.Χ.) και εξορίσθηκε στην Χερσώνα της Κριμαίας, όπου απεβίωσε μαρτυρικά με πνιγμό στην θάλασσα δεμένος σε μια άγκυρα το 101 μ.Χ..
Ο Άγιος Πέτρος κατείχε σπουδαία μόρφωση, ενώ υπήρξε για 12 χρόνια επίσκοπος Αλεξανδρείας. Καταγγέλθηκε, όμως, ως χριστιανός επί αυτοκρατορίας Μαξιμίνου, συνελήφθη και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 311 μ.Χ..
Ο Άγιος Αλέξανδρος συνελήφθη στην Κόρινθο λόγω της χριστιανικής του πίστης και απεβίωσε μαρτυρικά το 360 μ.Χ..
Ο Άγιος Ερμογένης χειροτονήθηκε επίσκοπος στον Ακράγαντα της Σικελίας, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά, άγνωστο σε ποια  εποχή.
Ο Άγιος Χρυσόγονος προερχόταν από οικογένεια ευγενών και είχε καλή μόρφωση. Συνελήφθη, όμως, στην Ρώμη λόγω της χριστιανικής του δράσης επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) και φυλακίσθηκε. Αλλά και στην φυλακή ο Άγιος συνέχισε να κηρύττει τον θείο λόγο και επειδή παρέμεινε ακλόνητος στην χριστιανική του πίστη, παρά τις κολακείες και τις υποσχέσεις που δέχθηκε, απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος ή από πέλεκυ. Κατόπιν το τίμιο λείψανό του ρίφθηκε στην θάλασσα, αλλά έπειτα παρελήφθη από έναν ιερέα και ενταφιάσθηκε.
Οι Άγιοι Φιλούμενος και Χριστοφόρος συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Ευγένιος συνελήφθη σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με εντοιχισμό, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Θεόδωρος καταγόταν από την Αντιόχεια και συνελήφθη από τον άρχοντα Σαλλούστιο κατόπιν διαταγής του αυτοκράτορα και διώκτη των χριστιανών Ιουλιανού του Παραβάτη, επειδή κατά την μετακομιδή του τιμίου λειψάνου του Αγίου Βαβύλα (βλ. 4 Σεπτεμβρίου) έψαλλε ύμνους που αναφέρονταν κατά των ειδώλων. Υπέστη πολλά βασανιστήρια, φυλακίσθηκε, έπειτα υπέμεινε νέα μαρτύρια, αλλά παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Τότε αφέθηκε ελεύθερος, αλλά επειδή συνέχισε να αγνοεί τους διώκτες του, συνελήφθη και πάλι και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 361 μ.Χ..
Οι Άγιοι Προκόπιος και Χριστοφόρος συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 274 μ.Χ..
Ο Όσιος Γρηγόριος καταγόταν από περιοχή της Ανατολής και ασκήτευσε στην Χρυσή Πέτρα, περιοχή κοντά στην Προύσα της Μ. Ασίας ή στην Ανατολική Θράκη. Έζησε εκεί βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Καρίων μετά από βίο ευσεβή και ενάρετο απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Μάλχος έζησε ενάρετο βίο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Μάρκος υπήρξε μοναχός σε μονή στην Τρίγλια της Βιθυνίας στην Μ. Ασία, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Μερκούριος έζησε στην Σμολένσκη της Ρωσίας βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε το 1238 μ.Χ..

25.
Αικατερίνης της μεγαλομάρτυρος και των συν αυτή 150 αγίων ρητόρων μαρτύρων, Βασιλίσσης μάρτυρος, Μερκουρίου μεγαλομάρτυρος, Πορφυρίου στρατηλάτου και των συν αυτώ 200 αγίων στρατιωτών μαρτύρων, 670 αγίων μαρτύρων, οσίου Πέτρου του ησυχαστού, απόδοσις εισοδίων της Θεοτόκου.

Η Αγία Αικατερίνη η μεγαλομάρτυς καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Αλεξάνδρειας, ήταν όμορφη, ευφυέστατη και φιλομαθής. Σε ηλικία 18 ετών κατείχε την ελληνική φιλολογία και φιλοσοφία, αλλά και τα δόγματα της χριστιανικής πίστης. Κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Μαξεντίου συνελήφθη από τον έπαρχο της περιοχής, ο οποίος αρχικά προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της. Αλλά, όταν διαπίστωσε την δύναμη των λόγων της, συνεκάλεσε δημόσια συζήτηση με τους πιο άξιους ρήτορες της Αλεξάνδρειας, τους οποίους όμως η Αγία αποστόμωσε. Τότε 150 ρήτορες από αυτούς ασπάσθηκαν την χριστιανική πίστη. Κατόπιν με διαταγή του επάρχου υπέστη βασανιστήρια στον τροχό και απεβίωσε μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το έτος 305 μ.Χ., ενώ οι ρήτορες απεβίωσαν με θάνατο στην πυρά. Εξαιτίας της Αγίας επίστευσε στον Χριστό και η σύζυγος του αυτοκράτορα, η Αγία Βασίλισσα, η οποία έπειτα απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος. Το ιερό λείψανο της Αγίας Αικατερίνης μεταφέρθηκε και διασώζεται σήμερα στην ομώνυμη μονή του όρους Σινά.
Ο Άγιος Μερκούριος ο μεγαλομάρτυς καταγόταν από την Καππαδοκία, αλλά προερχόταν από την Σκυθία, χώρα του Ευξείνου Πόντου. Ήταν αρχικά στρατιώτης, αλλά επειδή διακρίθηκε στον πόλεμο, τιμήθηκε σε ηλικία 25 ετών με το αξίωμα του στρατηγού. Συνελήφθη, όμως, επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου, υπέστη πολλά βασανιστήρια και στάλθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, όπου απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος το 253 ή το 259 μ.Χ..
Ο Άγιος Πορφύριος (ή Πορφυρίων) ήταν στρατηγός και μαζί με 200 στρατιώτες συνελήφθησαν λόγω της χριστιανικής τους πίστης. Απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Οι 670 Άγιοι συνελήφθησαν σε χρόνους διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσαν μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Όσιος Πέτρος ο ησυχαστής καταγόταν από τον Πόντο και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Σε παιδική ηλικία μετέβη στα ασκητήρια της Γαλατίας στη Μ. Ασία, έπειτα στην Παλαιστίνη, ενώ αργότερα έζησε ασκητικά σε όρος της Αντιόχειας. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία 99 ετών.

26.
Αλυπίου του κιονίτου, Νίκωνος του Μετανοείτε, Στυλιανού του Παφλαγόνος, Ακακίου του εν τη Κλίμακι, Ιακώβου του αναχωρητού και Χαιρέμονος των οσίων, Προκοπίου μάρτυρος, Σίλου επισκόπου, Πέτρου πατριάρχου Ιεροσολύμων, Ιννοκεντίου επισκόπου Ιρκούτας του θαυματουργού, Γεωργίου νεομάρτυρος του Χίου.

Ο Όσιος Αλύπιος καταγόταν από την Αδριανούπολη της Παφλογονίας στην Μ. Ασία και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Χειροτονήθηκε διάκονος, αλλά αργότερα εμοίρασε την περιουσία του στους πτωχούς, αποσύρθηκε στην έρημο και έπειτα έγινε για 53 ολόκληρα χρόνια κιονίτης, ζώντας ασκητικά επάνω σε εξέδρα που στηριζόταν σε κίονα. Απεβίωσε ειρηνικά στο πρώτο ήμισυ του 7ου αι. μ.Χ. σε ηλικία 100 (ή 120) ετών.
Ο Όσιος Νίκων, ο οποίος επονομάσθηκε Μετανοείτε λόγω της συχνής χρήσης της λέξης αυτής στα κηρύγματά του, γεννήθηκε στην Αρμενία και προερχόταν από ελληνική οικογένεια ευγενών. Σε νεαρή ηλικία, όμως, έφυγε κρυφά από τους γονείς του και έγινε μοναχός σε κάποια μονή. Αλλά, επειδή ο πατέρας του τον αναζητούσε σε όλες τις μονές, περιηγήθηκε σε διάφορα μέρη της Ανατολής κηρύσσοντας τον θείο λόγο. Κατόπιν μετέβη στην Κρήτη το 960 μ.Χ., όταν εκδιώχθηκαν από εκεί οι Σαρακηνοί πειρατές μετά από κυριαρχία 140 χρόνων, για να αναζωπυρώσει την χριστιανική πίστη. Έπειτα εκήρυξε στην Αίγινα, στην Θήβα, στην Εύβοια, στην Κόρινθο, στο Άργος, στο Ναύπλιο και στο τέλος κατέληξε στην Λακωνία. Εκεί ανέλαβε το δύσκολο έργο του εκχριστιανισμού των Σλάβων που ζούσαν στο όρος Ταΰγετος, ίδρυσε μονή, όπου και απεβίωσε ειρηνικά το 998 μ.Χ.. Τιμάται ως ο πολιούχος Άγιος της Σπάρτης.
Ο Όσιος Στυλιανός καταγόταν από την Παφλαγονία της Μ. Ασίας και προερχόταν από εύπορη οικογένεια. Όταν οι γονείς του απεβίωσαν, ο Στυλιανός εμοίρασε όλη την περιουσία του στους πτωχούς, αποσύρθηκε στην έρημο και έζησε ασκητικά μέσα σε σπήλαιο. Αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και να θεραπεύει τις άτεκνες γυναίκες καθώς και τα άρρωστα παιδιά. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ακάκιος έγινε μοναχός σε νεαρή ηλικία σε μονή του όρους Λάτρο, κοντά στην Μίλητο της Μ. Ασίας. Διεκρίθη ως ασκητής, όπως αναφέρεται από τον Όσιο Ιωάννη, τον συγγραφέα της Κλίμακος (βλ. 30 Μαρτίου), καθώς έκανε υπακοή σε δύστροπο γέροντα. Αφού υπέμεινε την σκληρότητά του για 9 χρόνια, απεβίωσε εκεί ειρηνικά, ενώ ο γέροντας μεταμελήθηκε και έζησε έπειτα με μετάνοια το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο Όσιος Ιάκωβος ο αναχωρητής καταγόταν από την πόλη Κύρου της Παλαιστίνης και ασκήτευσε αρχικά εκεί σε ένα πολύ στενό κελί. Έπειτα αναχώρησε στο γειτονικό όρος της πόλης και έζησε εκεί στην ύπαιθρο με μεγάλη άσκηση και χωρίς την προστασία κάποιου οικήματος. Απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Χαιρέμων έζησε βίο ευσεβή και ασκητικό και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Προκόπιος καταγόταν από την Περσία συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε εποχή διωγμών, υπέστη πολλά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά.
Ο Άγιος Σίλος υπήρξε επίσκοπος στην Κόρινθο της Περσίας, ενώ παραμένει άγνωστα άλλα στοιχεία για την ζωή και την δράση του.
Ο Άγιος Πέτρος υπήρξε πατριάρχης Ιεροσολύμων, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Ιννοκέντιος ο θαυματουργός υπήρξε πρώτος επίσκοπος Ιρκούτας στην Ρωσία, έζησε βίο ευσεβή, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Γεώργιος καταγόταν από το χωριό Πιτυός της Χίου και από νεαρή ηλικία εργαζόταν κοντά σε τεχνίτη ξυλογλυπτικής, μαζί με τον οποίον μετέβη κάποτε σε ηλικία 10 ετών για εργασία στα Ψαρά. Από εκεί, όμως, κατέφυγε στην Καβάλα μαζί με άλλα παιδιά, αλλά έπειτα συνελήφθη για κλοπή καρπουζιών και για να αποφύγει την τιμωρία από τις τουρκικές αρχές, έγινε μωαμεθανός. Αργότερα μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή, επέστρεψε στην Χίο, επανήλθε στην χριστιανική πίστη, ενώ κατόπιν μετέβη για προστασία στις Κυδωνίες της Μ. Ασίας. Όταν, όμως, νυμφεύθηκε εκεί σε ηλικία 22 ετών, ο αδελφός της συζύγου του, επειδή υπήρχε ρήξη μεταξύ των λόγω χρηματικών διαφορών, τον κατήγγειλε στους Τούρκους ως εξωμότη. Τότε συνελήφθη από αυτούς, ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό, φυλακίσθηκε, δικάσθηκε και απεβίωσε μαρτυρικά με πυροβολισμό και αποκεφαλισμό το 1807 μ.Χ..

27.
Ιακώβου μεγαλομάρτυρος του Πέρσου, Πινουφρίου, Μωϋσέως και Ναθαναήλ των οσίων, Ιακώβου επισκόπου Ροστοβίας του θαυματουργού.

Ο Άγιος Ιάκωβος ο μεγαλομάρτυς καταγόταν από την Βηθλαβά της Περσίας και προερχόταν από χριστιανούς και επιφανείς γονείς. Όταν, όμως, πιέσθηκε από τον φίλο του και βασιλιά των Περσών Ισδιγέρδη, αρνήθηκε την χριστιανική του πίστη και επέστρεψε στην περσική θρησκεία. Αλλά η μητέρα του και η σύζυγός του διεμήνυσαν σ’ αυτόν πως δεν ήθελαν να έχουν στο εξής καμία σχέση μαζί του, εφόσον αρνήθηκε τον Χριστό. Τότε ο Ιάκωβος μεταμελήθηκε για την ενέργειά του αυτή, συνάντησε τον βασιλιά και ομολόγησε ενώπιόν του πως επανήλθε στην χριστιανική πίστη. Στην συνέχεια ο βασιλιάς εξοργίσθηκε, ο Άγιος συνελήφθη, υπέστη φρικτά βασανιστήρια και απεβίωσε μαρτυρικά με σταδιακό ακρωτηριασμό και αποκεφαλισμό το 421 μ.Χ..
Ο Όσιος Πινούφριος υπήρξε σπουδαίος ασκητής στην έρημο της Αιγύπτου, όπου ήταν ιερέας και ηγούμενος σε μονή κοντά στην πόλη Πανεφώ. Αργότερα, όμως, επειδή θέλησε να αποφύγει τις τιμές, κατέφυγε σε μονή στο νησί Ταβέννα του ποταμού Νείλου. Αλλά μετά από 3 χρόνια επανήλθε, επειδή τον αναγνώρισε εκεί ένας από τους μαθητές του. Για τον ίδιο λόγο κατέφυγε αργότερα στην Παλαιστίνη, έζησε εκεί ασκητικά, έπειτα επανήλθε στην μονή του και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Μωυσής καταγόταν από την Φαράν της Παλαιστίνης, σε νεαρή ηλικία μετέβη σε ένα όρος, όπου έζησε ασκητικά μέσα σε σπήλαιο για 85 ολόκληρα χρόνια και έπειτα απεβίωσε εκεί ειρηνικά, αλλά παραμένει άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Ναθαναήλ υπήρξε ασκητής, έζησε ενάρετο βίο έγκλειστος για 37 χρόνια στο κελί του και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Ιάκωβος ο θαυματουργός υπήρξε επίσκοπος Ροστοβίας στην Ρωσία, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά το 1392 μ.Χ..

28.
Των εν Τιβεριουπόλει 16 αγίων μαρτύρων, Στεφάνου του νέου ομολογητού και των συν αυτώ αγίων μαρτύρων, Ειρηνάρχου και των συν αυτώ 7 αγίων γυναικών μαρτύρων, Θεοδώρου και Ρωμανού των επισκόπων.

Επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Ιουλιανού του Παραβάτη πολλοί χριστιανοί αναγκάσθηκαν να καταφύγουν σε διάφορες περιοχές, επειδή εξέδωσε διάταγμα που όριζε την ποινή του θανάτου σε όποιον δεν δεχόταν την προσκύνηση των ειδώλων. Τότε μεταξύ άλλων κατέφυγαν από την Νίκαια της Μ. Ασίας στην Θεσ/νίκη και από εκεί στην Τιβεριούπολη της Βουλγαρίας, όπου εκήρυτταν τον θείο λόγο, οι Άγιοι Τιμόθεος, ο οποίος έπειτα έγινε εκεί επίσκοπος, Θεόδωρος, επίσκοπος άγνωστο σε ποια περιοχή, οι μοναχοί Κομάσιος, Ευσέβιος και ο λαϊκός Ετιμάσιος. Έπειτα μετέβησαν εκεί και προσέφεραν χριστιανικό έργο οι πρεσβύτεροι Άγιοι Πέτρος, Ιωάννης, Σέργιος, Θεόδωρος, Νικηφόρος, οι διάκονοι Βασίλειος, Θωμάς καθώς και οι μοναχοί Ιερόθεος, Δανιήλ, Χαρίτων και Σωκράτης. Έγινε, όμως, γνωστή η δράση τους στους άρχοντες της Θεσ/νίκης Ουάλη και Φίλιππο, οι οποίοι μετέβησαν εκεί και τους συνέλαβαν. Οι Άγιοι ομολόγησαν ενώπιόν τους την πίστη τους στον Χριστό και επειδή δεν προσκύνησαν τα είδωλα, απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 363 μ.Χ..
Ο Όσιος Στέφανος ο νέος και ομολογητής καταγόταν από την Κων/πολη και προερχόταν από ευσεβείς γονείς. Έγινε αρχικά μοναχός σε μονή του όρους του Αγίου Αυξεντίου στην Μ. Ασία, ενώ αργότερα διετέλεσε εκεί ηγούμενος. Όταν, όμως, το 754 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας του εικονομάχου Κωνσταντίνου Ε΄ η μονή πυρπολήθηκε από τους εικονομάχους και οι μοναχοί εκδιώχθηκαν, ο Όσιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Κων/πολη. Εκεί ομολόγησε την πίστη του στις ιερές εικόνες και ρίφθηκε στην φυλακή, όπου βρίσκονταν για τον ίδιο λόγο 362 φυλακισμένοι. Μετά από ένα χρόνο εξορίσθηκε και απεβίωσε μαρτυρικά στην εξορία μετά από χτυπήματα με ξύλα που δέχθηκε στην κεφαλή. Μαζί του απεβίωσαν μαρτυρικά μετά από λιθοβολισμό από φανατικούς αιρετικούς η Αγία Άννα, ο Άγιος Ανδρέας, ασκητής κοντά στην συνοικία Βλαχέρνες της Κων/πολης, ο Όσιος Πέτρος, ασκητής στον Όλυμπο, καθώς και μερικοί άλλοι μάρτυρες, μεταξύ των οποίων οι Άγιοι Στέφανος, Γρηγόριος α΄, Γρηγόριος β΄, Βασίλειος με τύφλωση και θάνατο από κλωτσιές και Ιωάννης ο από Λεγαταρίων με εξορία και θάνατο από συνεχή ξυλοδαρμό.
Ο Άγιος Ειρήναρχος καταγόταν από την Σεβάστεια της Καππαδοκίας και επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Διοκλητιανού υπηρετούσε ως δήμιος και υπέβαλε σε βασανιστήρια τους άγιους μάρτυρες. Κάποτε, όμως, βλέποντας 7 Αγίες να υπομένουν καρτερικά τα μαρτύρια στα οποία τις υπέβαλλαν για την πίστη τους, επίστευσε στη δύναμη του Χριστού και Τον ομολόγησε με θάρρος ενώπιον του ηγεμόνα της πόλης. Τότε συνελήφθη και αυτός, ρίφθηκε αρχικά σε γειτονική λίμνη αλλά εξήλθε με την χάρη του Θεού σώος, ενώ έπειτα μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο αλλά και πάλι επέζησε. Στο τέλος απεβίωσε μαζί με τις 7 γυναίκες μαρτυρικά με αποκεφαλισμό το 298 ή το 303 μ.Χ..
Ο Άγιος Θεόδωρος υπήρξε επίσκοπος στην Θεοδοσιούπολη της Αρμενίας επί αυτοκρατορίας Μαυρικίου (582-602 μ.Χ.) και έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο.
Ο Άγιος Ρωμανός υπήρξε επίσκοπος Μακεδονίας, άγνωστο σε ποια εποχή, και έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο.

29.
Παραμόνου και των συν αυτώ 370 αγίων μαρτύρων, Φιλουμένου, Φαίδρου και Ουαλερίνου των μαρτύρων, αγίων 6 μαρτύρων, Διονυσίου επισκόπου Κορίνθου, Ιωάννου ιερομάρτυρος, οσίων Νικολάου αρχιεπισκόπου Θεσ/νίκης, Ουρβανού επισκόπου, Μάρκου, Παγκοσμίου, Πιτηρούντος και Νεκταρίου επισκόπου του εν τω Σπηλαίω, Φιλουμένου νεομάρτυρος.

Ο Άγιος Παράμονος μαζί με στρατιώτες μετέφερε επί αυτοκρατορίας του διώκτη των χριστιανών Δεκίου 370 φυλακισμένους Αγίους στην Βισαλτία, περιοχή κοντά στον Τίγρη ποταμό με ιαματικά νερά, όπου είχε μεταβεί ο άρχοντας της Ανατολής Ακυλίνος για να θεραπευθεί από κάποια ασθένεια. Όταν, όμως, απαίτησε από τους χριστιανούς να προσφέρουν και αυτοί θυσία στην θεά Ίσιδα, εκείνοι αρνήθηκαν και έψαλλαν δοξολογία προς τον Χριστό. Τότε αυτός εξοργίσθηκε και κατόπιν διαταγής του απεβίωσαν όλοι μαρτυρικά με αποκεφαλισμό. Αλλά, ο Άγιος Παράμονος αντέδρασε έντονα για την τόσο άδικη σφαγή των χριστιανών, γι’ αυτό και συνελήφθη και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από λόγχη το 250 μ.Χ..
Ο Άγιος Φιλούμενος καταγόταν από την Λυκαονία της Μ. Ασίας και ήταν έμπορος σιτηρών. Συνελήφθη, όμως, λόγω της χριστιανικής του πίστης επί αυτοκρατορίας Αυρηλιανού από τον ηγεμόνα της Άγκυρας Φήλικα και υπέστη βασανιστήρια. Έπειτα ρίφθηκε μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, αλλά εξήλθε με την χάρη του Θεού αβλαβής. Κατόπιν υπέστη νέους βασανισμούς και απεβίωσε μαρτυρικά το 270 μ.Χ..
Ο Άγιος Φαίδρος συνελήφθη σε εποχή διωγμών κατά των χριστιανών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από καυτή ρητίνη, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Άγιος Ουαλερίνος συνελήφθη λόγω της χριστιανικής του πίστης σε χρόνους διωγμών και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Οι 6 Άγιοι συνελήφθησαν ως χριστιανοί σε εποχή διωγμών και απεβίωσαν μαρτυρικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησαν.
Ο Άγιος Διονύσιος ήταν επίσκοπος Κορίνθου, πιθανόν επί αυτοκρατορίας Μάρκου Αυρηλίου (161-180 μ.Χ.), υπήρξε αξιόλογος εκκλησιαστικός συγγραφέας και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο από ξίφος.
Ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Δαμασκό και ήταν κληρικός. Συνελήφθη όμως στην Περσία λόγω της χριστιανικής του πίστης και απεβίωσε εκεί μαρτυρικά.
Ο Όσιος Νικόλαος υπήρξε αρχιεπίσκοπος Θεσ/νίκης, άγνωστο σε ποια εποχή, έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Ουρβανός διετέλεσε επίσκοπος στην Μακεδονία, άγνωστο σε ποια εποχή, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Μάρκος ήταν ασκητής ο οποίος μετέβη σε διάφορες πόλεις και περιοχές έως ότου κατέληξε στην Αίγυπτο, όπου και απεβίωσε ειρηνικά μέσα σε έναν ναό, αλλά παραμένει άγνωστο σε ποια εποχή.
Ο Όσιος Παγκόσμιος έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά, ενώ παραμένει άγνωστο πού και πότε έζησε.
Ο Όσιος Πιτηρούν (ή Πιτυρούν) ήταν ασκητής και μαθητής του Μεγάλου Αντωνίου (βλ. 17 Ιανουαρίου), έζησε βίο ευσεβή και ενάρετο και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Νεκτάριος εμόνασε στην λαύρα των Σπηλαίων στο Κίεβο της Ρωσίας, υπήρξε επίσκοπος, έζησε βίο ευσεβή και απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Άγιος Φιλούμενος ήταν ιερομόναχος στον ναό του Αγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα και απεβίωσε μαρτυρικά, πιθανόν από φανατικούς μουσουλμάνους, στην περιοχή φρέαρ του Ιακώβ το 1979 μ.Χ..

30.
Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, οσίου Φρουμεντίου του φωτιστού και αρχιεπισκόπου Ινδίας (Αιθιοπίας).

Ο Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Αποστόλου Πέτρου, ασχολείτο με την αλιεία, υπήρξε μαθητής του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και ονομάσθηκε Πρωτόκλητος, επειδή ήταν ο πρώτος από τους 12 μαθητές που κλήθηκε από τον Χριστό για να Τον ακολουθήσει. Μετά την Πεντηκοστή εκήρυξε τον θείο λόγο, κάνοντας συνεχώς περιοδείες και υπομένοντας πολλές κακουχίες, στην Βιθυνία, στον Πόντο, στην Θράκη, στην Μακεδονία, στην Ήπειρο και ίσως στην Κολχίδα ή στην Σκυθία. Έπειτα κατέληξε στην Πάτρα κηρύττοντας και θεραπεύοντας πολλούς ανθρώπους, μεταξύ αυτών την Μαξιμίλλα και τον μαθηματικό Στρατοκλή, σύζυγο και αδελφό αντίστοιχα του ανθύπατου Αιγεάτη, οι οποίοι έπειτα βαπτίσθηκαν χριστιανοί. Τότε συνελήφθη από τον Αιγεάτη και απεβίωσε μαρτυρικά με θάνατο σε σταυρό σχήματος Χ. Τιμάται ως ο πολιούχος Άγιος της Πάτρας.
Ο Όσιος Φρουμέντιος και ο αδελφός του Αιδέσιος κατάγονταν από την Τύρο της Φοινίκης. Συνελήφθησαν, όμως, ως αιχμάλωτοι από τους πειρατές επί αυτοκρατορίας Μεγάλου Κων/νου (324-337 μ.Χ.), ενώ μετέβαιναν ως συνοδοί του θείου τους και σοφού Μεροπίου στην Αιθιοπία (η οποία τότε ονομαζόταν Ινδία). Τότε βρέθηκαν στην υπηρεσία του Αιθίοπα βασιλιά, αλλά αργότερα έπεισαν με την καλή τους διαγωγή τον βασιλιά και τους απελευθέρωσε. Έπειτα ο Αιδέσιος έγινε ιερέας στην πατρίδα του, ενώ ο Άγιος μετέβη στην Αλεξάνδρεια και ζήτησε από τον πατριάρχη Άγιο Αθανάσιο (βλ. 18 Ιανουαρίου) να αποστείλει ιεραποστολή στην Αιθιοπία. Τότε ο Φρουμέντιος χειροτονήθηκε από αυτόν αρχιεπίσκοπος στην Αιθιοπία το 341 μ.Χ., ενώ με το κήρυγμα του θείου λόγου και την επιτέλεση θαυμάτων οδήγησε πολλούς ανθρώπους στην χριστιανική πίστη, γι’ αυτό και επονομάσθηκε φωτιστής, και ίδρυσε την τοπική Εκκλησία. Απεβίωσε ειρηνικά.